Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2021

Ο Λόρδος Έλγιν, τα μάρμαρα του Παρθενώνα και η κακοποίησή τους μέσα στο Βρετανικό Μουσείο


του Παναγιώτη Γ. Αλεκάκη, Φιλόλογου – Ιστορικού, Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ., Διευθυντή 2ου ΓΕΛ Κατερίνης

Αυτά έγραψε ο Καϊμακάμ πασάς και ζητούσε με το δεύτερο φιρμάνι του τον Ιούλιο του 1801 για τον Λόρδο Έλγιν και...
 
 
τους πέντε Άγγλους ζωγράφους να τους επιτρέπεται να μπαινοβγαίνουν στην Ακρόπολη της Αθήνας χωρίς κανένα εμπόδιο και από κανέναν, να στήσουν σκαλωσιές, να εξετάζουν και να μελετούν τις εκεί αρχαιότητες, να σχεδιάζουν και να αντιγράφουν (αλλά στην κυριολεξία να αποσπούν και να εξάγουν). Στον επίλογο υπερέβη και τα όρια: «κανείς…ούτε θα φέρει καμία αντίρρηση στο να πάρουν από εκεί ορισμένα κομμάτια πέτρας με επιγραφές και φιγούρες».

Και διεπράχθη το έγκλημα με την ολοκλήρωση της σκανδαλώδους και πρωτοφανούς κλοπής: άρπαξαν τα μάρμαρα του Παρθενώνα και δεν αρκέστηκαν στα όσα ζητούσε ο Καϊμακάμ, δηλαδή «ορισμένα κομμάτια πέτρας με επιγραφές και φιγούρες», ωσεί ιδιοκτήτες της πολιτιστικής και εθνικής κληρονομιάς μας. Και ακολούθησαν έκτοτε δηλώσεις επί δηλώσεων από τη βρετανική πλευρά, που υποστήριζαν τη νομιμότητα της απόκτησης των γλυπτών του Παρθενώνα. Μία από αυτές τις δηλώσεις π.χ. έγινε την 1η Ιουνίου του 1998 από τον τότε Βρετανό Υπουργό επί θεμάτων Πολιτισμού, ΜΜΕ και Αθλητισμού κ. Σμιθ, ο οποίος διαβεβαίωνε το Βρετανικό Κοινοβούλιο ότι «τα γλυπτά του Παρθενώνα αποκτήθηκαν νομίμως και ως έδει. Διατηρήθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση – ιδιαίτερη μεγάλη φροντίδα καταβλήθηκε γι’ αυτό».

Αυτά τα τελευταία λόγια του μας δίνουν την αφορμή να περάσουμε σε ένα δεύτερο έγκλημα, που διεπράχθη το 1937 - 1938 με τις καταστροφικές εργασίες απόξεσης και λεύκανσης των γλυπτών από εργάτες του Βρετανικού Μουσείου. Ήταν επιθυμία ενός εκατομμυριούχου εμπόρου έργων τέχνης, του Λόρδου Ντουβίν, ο οποίος είχε προσφέρει χρήματα στο ανωτέρω Μουσείο για να χτισθεί μια νέα πτέρυγα. Και πραγματοποιήθηκαν από εργάτες του Μουσείου με μεταλλικά εργαλεία/βούρτσες και διαβρωτικά υλικά βάναυσες και άτεχνες εργασίες, προκειμένου να κάνουν τα μάρμαρα να δείχνουν λευκότερα. Και φρόντισαν οι αρχές του Βρετανικού Μουσείου να εμποδίσουν να γίνουν γνωστά και να δημοσιευθούν τα ανωτέρω γεγονότα και η έκταση της καταστροφής των μαρμάρων.

Η προσπάθεια συγκάλυψης από τις αρχές του Βρετανικού Μουσείου ήταν επιτυχής για περίπου 60 χρόνια, όταν η εφημερίδα του Λονδίνου Sunday Mail έφερε στη δημοσιότητα το σύγγραμμα του Γουίλλιαμ Σαιντ Κλαιρ, Ο Λόρδος Έλγιν και τα Μάρμαρα. Ο Σαιντ Κλαιρ, συγγραφέας ιστορικών βιβλίων, αποκάλυψε την επιχείρηση καθαρισμού των μαρμάρων του Παρθενώνα και μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990 προσέλκυσε το εντονότατο ενδιαφέρον της βρετανικής και ελληνικής κοινής γνώμης, καθώς και της διεθνούς. Και άνοιξε τότε ευρύτερη συζήτηση για την πολιτιστική κληρονομιά και τις μεθόδους προστασίας της, αλλά δεν σημειώθηκε καμία διαφορά στο θέμα της ιδιοκτησίας της από την πλευρά του Βρετανικού Μουσείου. Τον Ιούνιο του 1998 σημείωνε η βρετανική εφημερίδα Daily Telegraph: «Η πράξη του καθαρισμού υπήρξε, όπως φαίνεται εκ των υστέρων, κατακριτέα. Όμως δεν προξενεί καμία διαφορά στο ζήτημα της ιδιοκτησίας τους από το Βρετανικό Μουσείο».

Στο σημείο αυτό έχει ενδιαφέρον να δούμε τα τεκμήρια των ανωτέρω καταστροφικών εργασιών, ήτοι επίσημα βρετανικά έγγραφα του 1938 που έφερε στην επιφάνεια ο Σαιντ Κλαιρ στο σύγγραμμα που μνημονεύσαμε (εκδ. Ελληνικά Γράμματα σελ. 410-415) και τα οποία οι αρχές του Βρετανικού Μουσείου τα απέκρυπταν επιμελώς επί έξι δεκαετίες.

Πρακτικά Διαρκούς Επιτροπής του Βρετανικού Μουσείου (8/10/1938)

«Ο Διευθυντής ανέφερε ότι κατόπιν μη εγκεκριμένων και ακατάλληλων προσπαθειών να βελτιωθεί το χρώμα των γλυπτών του Παρθενώνα για τη νέα πτέρυγα του Λόρδου Ντουβίν, κάποια σημαντικά κομμάτια έχουν υποστεί σοβαρή ζημιά. Ζήτησε να συγκροτηθεί Εξεταστικό Συμβούλιο για να ασχοληθεί με την προκληθείσα ζημιά και την ακολουθητέα πολιτική των Επιτρόπων σε ό,τι αφορά στη δημοσιοποίηση των γεγονότων, να καταλογίσει ευθύνες για τη ζημιά» (σελ. 410).

Το Εξεταστικό Συμβούλιο είχε ως μέλη του τον Λόρδο Μακμίλαν, τον Λόρδο Χάρλεκ, τον Αξιότιμο Σερ Γουίλφρεντ Γκρην, τον Σερ Γουίλλιαμ Μπριγκ και τον Σερ Τσαρλς Πέτρι και η πρώτη συνεδρίαση έγινε στις 20 Οκτωβρίου 1938.

Αποσπάσματα από την Έκθεση του Εξεταστικού Συμβουλίου (Δεκ. 1938)

«…περιήλθε στην προσοχή του Διευθυντή το βράδυ της Πέμπτης 22 Σεπτεμβρίου ότι χρησιμοποιούνται εργαλεία για τον καθαρισμό των γλυπτών του Παρθενώνα… Την Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου ο Διευθυντής έτυχε να περάσει μέσα από το υπόγειο του Τμήματος. Εξεπλάγη όταν βρήκε εκεί την ομάδα του Ήλιου να βρίσκεται υπό διαδικασία καθαρισμού. Επάνω στον πάγκο παρατήρησε έναν αριθμό χάλκινων εργαλείων και ένα κομμάτι τραχιού καρμποράντουμ, και από την εμφάνιση των γλυπτών κατάλαβε αμέσως ότι τα εργαλεία είχαν χρησιμοποιηθεί επ’ αυτών. Το πρωί της Δευτέρας 26 Σεπτεμβρίου η Ίριδα βρέθηκε να υφίσταται παρόμοια διαδικασία καθαρισμού σε ένα παράρτημα της νέας Πτέρυγας Ντουβίν, και η κεφαλή του αλόγου της Σελήνης βρισκόταν στο εργαστήριο του Επιστάτη. Ο Διευθυντής διέταξε να σταματήσουν όλες οι περαιτέρω εργασίες καθαρισμού και ζήτησε να ξεκινήσει διενέργεια έρευνας…(σελ. 411).

(σελ. 412) Από την κατάθεση που δόθηκε από τον Χόλκομ και τους εργάτες διαφάνηκε ότι είχαν χρησιμοποιήσει εργαλεία για να καθαρίσουν τις μετόπες και τη ζωφόρο με τις οποίες είχαν απασχοληθεί για αρκετό διάστημα… Το αποτέλεσμα της μεθόδου που χρησιμοποιήθηκε για τον καθαρισμό των γλυπτών ήταν να αφαιρέσει την επιφάνεια του μαρμάρου και να του προσδώσει μια λεία και λευκή εμφάνιση. Ο κ. Πράις περιέγραψε την κεφαλή του αλόγου της Σελήνης ως να είχε ‘εκδαρεί’. Η επιφάνεια των γλυπτών, η οποία έφερε τις μαρτυρίες δύο χιλιάδων ετών έκθεσής τους στο κλίμα της Ελλάδας, ήταν ένα τεκμήριο ύψιστης σημασίας…τα γλυπτά του Παρθενώνα έφθασαν στο Μουσείο ως αυθεντικά αριστουργήματα της ελληνικής τέχνης του 5ου π. Χ. αιώνα…Η ζημιά η οποία έχει προκληθεί είναι εμφανής και αδύνατον να μεγαλοποιηθεί (= να περιγραφεί δεόντως).

(σελ 414) Σε ό,τι αφορά στο θέμα της ενημέρωσης του κοινού περί του τι συνέβη, το Συμβούλιο είναι της γνώμης ότι δεν χρειάζεται να γίνει δημόσια δήλωση… το Συμβούλιο δεν συνιστά καμία ανακοίνωση προς τον Τύπο επί του θέματος» (8/12/1938).

(συνεχίζεται)