Μία αποκαλυπτική συνέντευξη στην εφημερίδα «Τα Νέα» έδωσε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη μετά την απόφαση καταδίκη των δολοφόνων της κόρης της.
Σε...
μια συγκλονιστική συνέντευξη στην εφημερίδα «Τα Νέα» η μητέρα της αδικοχαμένης, Ελένης Τοπαλούδη, μίλησε για τις τελευταίες τραγικές στιγμές που έζησε η κόρη της στα χέρια των βασανιστών και δολοφόνων της. Η Κούλα Αρμουτίδου σημειώνει πως καμία τιμωρία δεν είναι αρκετή για τον βιασμό και την άγρια δολοφονία της μονάκριβης κόρης, Ελένης Τοπαλούδη και μιλά για τις γυναικοκτονίες.
Για την οικογένεια Τοπαλούδη κάθε δίκη είναι κι ένα μαρτύριο, οι εικόνες επιστρέφουν, μαζί και η φωνή της Ελένης. «Δεν αντέχω να βλέπω τους σαδιστές δολοφόνους του παιδιού μου. Ποια μάνα θα το άντεχε; Τη βασάνιζαν επί 3,5 ώρες, άσκησαν όλες τις μορφές βίας, την στραγγάλισαν, πολτοποίησαν το κεφάλι της… Άλλαζαν ρόλους και κρατούσαν τα χέρια στο παιδί μου γιατί αντιστεκόταν. Πλήρωσε το ΟΧΙ με τη ζωή της».
Στη δικαστική αίθουσα, οι καθ’ ομολογίαν δολοφόνοι της Ελένης ζήτησαν μια δεύτερη ευκαιρία, η κυρία Κούλα δεν άντεξε να τους ακούει και βγήκε από την αίθουσα. «Αναλωνόμαστε στο δικαστήριο και ακούμε να δολοφονούν επανειλημμένα το παιδί μου. Ο αλβανός δολοφόνος ζητάει τώρα συγγνώμη, θέλει μια δεύτερη ευκαιρία, ζητάει να πηγαίνει στα σχολεία και να μιλάει στα παιδιά για να μάθουν να σέβονται τη γυναίκα. Συγγνώμη να ζητήσει από τον Θεό αλλά και Αυτός είναι πολύ ψηλά και μάλλον δεν ακούει» λέει με δάκρυα στα μάτια. «Καμιά φορά σκέφτομαι αν θα τους άξιζε θανατική καταδίκη, αλλά μετά λέω, όχι θάνατος, θέλω να συνειδητοποιήσουν τι έκαναν σε ένα παιδί 21 ετών με όνειρα για το μέλλον».
«Οι φωνές της Ελένης έρχονται στο μυαλό μου» λέει η μαμά της Τοπαλούδη
«Τρελαίνομαι» λέει η μητέρα της Ελένης. «Σαράντα έναν μήνες μετράω από τον θάνατο του παιδιού μου και δεν έχω κοιμηθεί ένα βράδυ. Βγαίνω στο μπαλκόνι και είμαι ένα άγριο θηρίο μέσα σε κλουβί. Βιώνω τον πόνο του παιδιού μου από την ώρα που κατέβηκε τα σκαλιά του διαμερίσματός της, με το μπλουτζίν παντελόνι και το λευκό πουκάμισο. Από εκείνη τη στιγμή έχω όλα τα σκηνικά μέσα στο κεφάλι μου και βουίζει και βοά. Οι φωνές της Ελένης έρχονται στο μυαλό μου και βγαίνω στο μπαλκόνι σαν ένα λιοντάρι που του έχουν στερήσει ζωτικό χώρο».
«Δεν νεκροφίλησα το παιδί μου»
Η ίδια αποκαλύπτει πως έμαθε να ζει με τη σκέψη της Ελένης και να φαντάζεται – όσο ο χρόνος κυλάει – πώς θα έμοιαζε και τι θα έκανε το παιδί της αν ήταν στη ζωή. «Με τα ψεύτικα όνειρα ζω… Αν ζούσε, θα ήταν 25. Αν ζούσε, θα τελείωνε τώρα το μεταπτυχιακό. Αν ζούσε, μπορεί να έπιανε μια δουλειά. Αν ζούσε, μπορεί να γνώριζε και ένα καλό παλικάρι και να της έκανα τον γάμο που ονειρευόμουν και να την έβλεπα νύφη και να προσκυνούσα στέφανα. Αντί για στέφανα, προσκύνησα ένα κλειστό λευκό φέρετρο. Ούτε το παιδί μου νεκροφίλησα. Μπορεί αυτό να το αντέξει άνθρωπος; Σκεφτείτε την τραγωδία του πατέρα που πήγε στη Ρόδο για την αναγνώριση του παιδιού του και το βρήκε χτυπημένο και καταπονημένο μέσα στο ψυγείο. Σκεφτείτε αυτόν τον πατέρα όταν ανέβηκε στο αεροπλάνο και στα πόδια του είχε το φέρετρο του παιδιού του».
«Δεν έχει έρθει στο όνειρό μου»
Το σπίτι είναι γεμάτο Ελένη. «Θέλουμε να πιστεύουμε πως η ψυχή της πλανιέται γύρω μας» λέει η μητέρα της. «Η Ελένη όμως δεν είναι πουθενά. Δεν εμφανίστηκε ούτε στον ύπνο μου, να μου πει «μαμά, ήρθα». Με πονάει που δεν έχει έρθει 41 μήνες στο όνειρό μου να μου χαμογελάσει». Μία εικόνα στοιχειώνει το μυαλό της κυρίας Κούλας και δεν βγαίνει όσοι μήνες κι αν περάσουν. «Εγώ κοιμόμουν εκείνο το βράδυ στα ζεστά μου και το παιδί μου ήταν πεταμένο στα κρύα νερά!». Η Ελένη τους είπε πριν τη ρίξουν στη θάλασσα: «Αλήτες, θα σας βρει ο μπαμπάς μου». Με αυτόν τον πόνο ζει ο Γιάννης, με τα τελευταία λόγια του παιδιού.
Η ίδια αναφέρει πως πλέον φοβάται περισσότερο. Την τρομάζει ακόμα και η σκέψη ότι ο Πέτρος, που είναι τώρα στην Α’ Λυκείου, θα περάσει σε κάποια σχολή και θα φύγει από το σπίτι. «Ο Πέτρος ζει με την απώλεια της αδελφής του. Φοβάμαι γιατί ζει μέσα στην απογοήτευση, σε ένα καταθλιπτικό περιβάλλον, με μια μητέρα που κλαίει συνέχεια και έναν πατέρα που προσπαθεί να κρύψει τα συναισθήματά του και τα βράδια ξεσπάει μέσα στο δωμάτιο. Αυτή η ψυχή τι θα εκδηλώσει αργότερα ξέρει κανείς; Εγώ που είμαι μητέρα του δεν ξέρω και φοβάμαι. Ενας ψυχολόγος δεν χτύπησε την πόρτα μου όλα αυτά τα χρόνια…».
Για την οικογένεια Τοπαλούδη κάθε δίκη είναι κι ένα μαρτύριο, οι εικόνες επιστρέφουν, μαζί και η φωνή της Ελένης. «Δεν αντέχω να βλέπω τους σαδιστές δολοφόνους του παιδιού μου. Ποια μάνα θα το άντεχε; Τη βασάνιζαν επί 3,5 ώρες, άσκησαν όλες τις μορφές βίας, την στραγγάλισαν, πολτοποίησαν το κεφάλι της… Άλλαζαν ρόλους και κρατούσαν τα χέρια στο παιδί μου γιατί αντιστεκόταν. Πλήρωσε το ΟΧΙ με τη ζωή της».
Στη δικαστική αίθουσα, οι καθ’ ομολογίαν δολοφόνοι της Ελένης ζήτησαν μια δεύτερη ευκαιρία, η κυρία Κούλα δεν άντεξε να τους ακούει και βγήκε από την αίθουσα. «Αναλωνόμαστε στο δικαστήριο και ακούμε να δολοφονούν επανειλημμένα το παιδί μου. Ο αλβανός δολοφόνος ζητάει τώρα συγγνώμη, θέλει μια δεύτερη ευκαιρία, ζητάει να πηγαίνει στα σχολεία και να μιλάει στα παιδιά για να μάθουν να σέβονται τη γυναίκα. Συγγνώμη να ζητήσει από τον Θεό αλλά και Αυτός είναι πολύ ψηλά και μάλλον δεν ακούει» λέει με δάκρυα στα μάτια. «Καμιά φορά σκέφτομαι αν θα τους άξιζε θανατική καταδίκη, αλλά μετά λέω, όχι θάνατος, θέλω να συνειδητοποιήσουν τι έκαναν σε ένα παιδί 21 ετών με όνειρα για το μέλλον».
«Οι φωνές της Ελένης έρχονται στο μυαλό μου» λέει η μαμά της Τοπαλούδη
«Τρελαίνομαι» λέει η μητέρα της Ελένης. «Σαράντα έναν μήνες μετράω από τον θάνατο του παιδιού μου και δεν έχω κοιμηθεί ένα βράδυ. Βγαίνω στο μπαλκόνι και είμαι ένα άγριο θηρίο μέσα σε κλουβί. Βιώνω τον πόνο του παιδιού μου από την ώρα που κατέβηκε τα σκαλιά του διαμερίσματός της, με το μπλουτζίν παντελόνι και το λευκό πουκάμισο. Από εκείνη τη στιγμή έχω όλα τα σκηνικά μέσα στο κεφάλι μου και βουίζει και βοά. Οι φωνές της Ελένης έρχονται στο μυαλό μου και βγαίνω στο μπαλκόνι σαν ένα λιοντάρι που του έχουν στερήσει ζωτικό χώρο».
«Δεν νεκροφίλησα το παιδί μου»
Η ίδια αποκαλύπτει πως έμαθε να ζει με τη σκέψη της Ελένης και να φαντάζεται – όσο ο χρόνος κυλάει – πώς θα έμοιαζε και τι θα έκανε το παιδί της αν ήταν στη ζωή. «Με τα ψεύτικα όνειρα ζω… Αν ζούσε, θα ήταν 25. Αν ζούσε, θα τελείωνε τώρα το μεταπτυχιακό. Αν ζούσε, μπορεί να έπιανε μια δουλειά. Αν ζούσε, μπορεί να γνώριζε και ένα καλό παλικάρι και να της έκανα τον γάμο που ονειρευόμουν και να την έβλεπα νύφη και να προσκυνούσα στέφανα. Αντί για στέφανα, προσκύνησα ένα κλειστό λευκό φέρετρο. Ούτε το παιδί μου νεκροφίλησα. Μπορεί αυτό να το αντέξει άνθρωπος; Σκεφτείτε την τραγωδία του πατέρα που πήγε στη Ρόδο για την αναγνώριση του παιδιού του και το βρήκε χτυπημένο και καταπονημένο μέσα στο ψυγείο. Σκεφτείτε αυτόν τον πατέρα όταν ανέβηκε στο αεροπλάνο και στα πόδια του είχε το φέρετρο του παιδιού του».
«Δεν έχει έρθει στο όνειρό μου»
Το σπίτι είναι γεμάτο Ελένη. «Θέλουμε να πιστεύουμε πως η ψυχή της πλανιέται γύρω μας» λέει η μητέρα της. «Η Ελένη όμως δεν είναι πουθενά. Δεν εμφανίστηκε ούτε στον ύπνο μου, να μου πει «μαμά, ήρθα». Με πονάει που δεν έχει έρθει 41 μήνες στο όνειρό μου να μου χαμογελάσει». Μία εικόνα στοιχειώνει το μυαλό της κυρίας Κούλας και δεν βγαίνει όσοι μήνες κι αν περάσουν. «Εγώ κοιμόμουν εκείνο το βράδυ στα ζεστά μου και το παιδί μου ήταν πεταμένο στα κρύα νερά!». Η Ελένη τους είπε πριν τη ρίξουν στη θάλασσα: «Αλήτες, θα σας βρει ο μπαμπάς μου». Με αυτόν τον πόνο ζει ο Γιάννης, με τα τελευταία λόγια του παιδιού.
Η ίδια αναφέρει πως πλέον φοβάται περισσότερο. Την τρομάζει ακόμα και η σκέψη ότι ο Πέτρος, που είναι τώρα στην Α’ Λυκείου, θα περάσει σε κάποια σχολή και θα φύγει από το σπίτι. «Ο Πέτρος ζει με την απώλεια της αδελφής του. Φοβάμαι γιατί ζει μέσα στην απογοήτευση, σε ένα καταθλιπτικό περιβάλλον, με μια μητέρα που κλαίει συνέχεια και έναν πατέρα που προσπαθεί να κρύψει τα συναισθήματά του και τα βράδια ξεσπάει μέσα στο δωμάτιο. Αυτή η ψυχή τι θα εκδηλώσει αργότερα ξέρει κανείς; Εγώ που είμαι μητέρα του δεν ξέρω και φοβάμαι. Ενας ψυχολόγος δεν χτύπησε την πόρτα μου όλα αυτά τα χρόνια…».
«Δεν είμαστε οικόπεδα προς ενοικίαση»
Ένα από τα αιτήματα των μητέρων των δολοφονημένων γυναικών είναι και η συμπερίληψη του όρου «γυναικοκτονία». Όπως λέει η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη, πρόκειται για έναν όρο στο άκουσμα του οποίου πολλοί τρομάζουν. «Απαρχαιωμένες ανατολίτικες ιδέες του ’40 και του ’50. Ο άνδρας χτυπάει και η γυναίκα κάνει υπομονή…. Δε θέλουμε να αποδεχτούμε τον όρο “γυναικοκτονία” για να μην αποδεχτούμε τι; Οτι ο άνδρας είναι κτήτορας κι εμείς οικόπεδα προς ενοικίαση, κι όταν σηκώνουμε κεφάλι μας σκοτώνουν». Η Κούλα Αρμουτίδου γράφει ήδη ένα βιβλίο στη μνήμη της Ελένης, ένα βιβλίο στο οποίο εξηγεί ποια είναι η Ελένη, πώς έχασε τη ζωή της και πώς θα μπορούσε να ήταν μαζί μας, εάν όσοι γνώριζαν μιλούσαν εγκαίρως.