Ηταν 4 Μαΐου 1949 όταν η Ιταλία βυθίστηκε στο πένθος για τον χαμό της ομαδάρας της Τορίνο στον λόφο της Σουπέργκα.
Είναι...
μία από τις ημερομηνίες που το ιταλικό ποδόσφαιρο δεν θα ξεχάσει ποτέ. Μία από τις ημερομηνίες που το έχου σημαδέψει όσο λίγες. Η μέρα που χάθηκε μία από τις καλύτερες ομάδες που έβγαλε ποτέ η γειτονική χώρα, μια επέτειος που δεν ξεχνάει κανείς. Είναι μια τραγωδία που θα μπορούσε να αποφευχθεί, όπως είχε γράψει πέρυσι το italians.gr. Και είναι και μια τραγωδία που είχε και συνέχεια, με όσα έγιναν τα επόμενα χρόνια. Τότε που οι ιταλικές Αρχές φέρθηκαν με άδικο, πολύ άδικο, τρόπο στις οικογένειες των θυμάτων. Στις οικογένειες που έπρεπε, όσο άκομψο κι αν είναι να αναφέρονται οικονομικά σε τέτοιες περιπτώσεις, να πάρουν αποζημιώσεις. Αποζημιώσεις που δεν πήραν ποτέ όμως…
Για την ακρίβεια, όπως θα διαπιστώσετε και στις παρακάτω γραμμές, κάτι πήραν. Ηταν, όμως, όχι τα ελάχιστα που δικαιούνταν αλλά λιγότερα κι από αυτά. Οσοι, τουλάχιστον, πήραν, γιατί κάποιες άλλες οικογένειες… περιμένουν ακόμη. Γενικά είναι μια περίεργη ιστορία, αρχής γενομένης από αυτό που συνέβη με τον αρχηγό της μεγάλης Τορίνο. Τον Βαλεντίνο Ματσόλα. «Σε ένα χαρτί που ήταν κάτι σαν διαθήκη που είχε κάνει ο πατέρας μου, τα άφηνε όλα στα παιδιά του και στη γυναίκα του», δήλωσε ο Φερούτσιο Ματσόλα, μικρότερος γιος του. Υπήρχε, όμως, ένα πρόβλημα: «Τα άφηνε όλα σε εμάς, τα παιδιά του και τη γυναίκα του. Ποια όλα όμως; Με κάποιο μαγικό τρόπο δεν βρέθηκαν ούτε τραπεζικοί λογαριασμοί στο όνομά του, ούτε ακίνητα. Κι όμως, τα είχε, είχε πολλά».
Τα λόγια του μικρότερου γιου του Ματσόλα επιβεβαιώνονται από όλους. Ο Βαλεντίνο, ως αρχηγός εκείνης της ομαδάρας, πληρωνόταν διπλά σε σχέση με τους συμπαίκτες του. Και αυτό το είχαν ζητήσει οι ίδιοι οι συμπαίκτες του! Διπλάσιες ετήσιες απολαβές, διπλάσιος μισθός, διπλάσια πριμ. Κι όμως, μετά τον θάνατό του, οι Αρχές ενημέρωσαν την οικογένειά του ότι δεν υπήρχε καμία περιουσία στο όνομά του… Αδύνατον, αν σκεφτεί κανείς ότι μόνο τη σεζόν 1948-49 ο Βαλεντίνο Ματσόλα είχε πάρει, συνολικά, 109 εκατ. λιρέτες. Πού πήγε, επομένως, όλη η περιουσία του; Δεν έμαθε ποτέ κανείς.
Ο δικηγόρος από τη Φλωρεντία και τα χαμένα έγγραφα
Για την ακρίβεια, όπως θα διαπιστώσετε και στις παρακάτω γραμμές, κάτι πήραν. Ηταν, όμως, όχι τα ελάχιστα που δικαιούνταν αλλά λιγότερα κι από αυτά. Οσοι, τουλάχιστον, πήραν, γιατί κάποιες άλλες οικογένειες… περιμένουν ακόμη. Γενικά είναι μια περίεργη ιστορία, αρχής γενομένης από αυτό που συνέβη με τον αρχηγό της μεγάλης Τορίνο. Τον Βαλεντίνο Ματσόλα. «Σε ένα χαρτί που ήταν κάτι σαν διαθήκη που είχε κάνει ο πατέρας μου, τα άφηνε όλα στα παιδιά του και στη γυναίκα του», δήλωσε ο Φερούτσιο Ματσόλα, μικρότερος γιος του. Υπήρχε, όμως, ένα πρόβλημα: «Τα άφηνε όλα σε εμάς, τα παιδιά του και τη γυναίκα του. Ποια όλα όμως; Με κάποιο μαγικό τρόπο δεν βρέθηκαν ούτε τραπεζικοί λογαριασμοί στο όνομά του, ούτε ακίνητα. Κι όμως, τα είχε, είχε πολλά».
Τα λόγια του μικρότερου γιου του Ματσόλα επιβεβαιώνονται από όλους. Ο Βαλεντίνο, ως αρχηγός εκείνης της ομαδάρας, πληρωνόταν διπλά σε σχέση με τους συμπαίκτες του. Και αυτό το είχαν ζητήσει οι ίδιοι οι συμπαίκτες του! Διπλάσιες ετήσιες απολαβές, διπλάσιος μισθός, διπλάσια πριμ. Κι όμως, μετά τον θάνατό του, οι Αρχές ενημέρωσαν την οικογένειά του ότι δεν υπήρχε καμία περιουσία στο όνομά του… Αδύνατον, αν σκεφτεί κανείς ότι μόνο τη σεζόν 1948-49 ο Βαλεντίνο Ματσόλα είχε πάρει, συνολικά, 109 εκατ. λιρέτες. Πού πήγε, επομένως, όλη η περιουσία του; Δεν έμαθε ποτέ κανείς.
Ο δικηγόρος από τη Φλωρεντία και τα χαμένα έγγραφα
Τα 109 εκατ. λιρέτες, όπως υπολόγισαν οι Ιταλοί το 2020, αντιστοιχούν σε 2 εκατ. ευρώ σημερινά λεφτά. Μιλάμε, δηλαδή, για αδιανόητο ποσό για εκείνη την εποχή. Και ήταν τα έσοδά του από μία και μόνο σεζόν, χωρίς να υπολογίζουμε τις υπόλοιπες. Κι όμως, στην οικογένειά του, οι αρμόδιοι είπαν ότι δεν υπήρχε τίποτα στο όνομά του… Η ιστορία με τις αποζημιώσεις των οικογενειών απασχόλησε σοβαρά τους Ιταλούς δημοσιογράφους, όπως τον Τζαν Πάολο Ορμετσάνο, ο οποίος είχε κάνει μια μεγάλη έρευνα. Μια έρευνα που τον οδήγησε στη Φλωρεντία και συγκεκριμένα στον δικηγόρο Λούιτζι Πίλι.
Αυτός ήταν που ασχολήθηκε με όλες τις διαδικασίες σχετικά με τις αποζημιώσεις που έπρεπε να πάρουν οι οικογένειες των θυμάτων. Τα όσα του είπε, λοιπόν, τον έκαναν να επιβεβαιώσει ότι όντως η κατάσταση ήταν δραματική. Η μητέρα του Ετσιο Λόικ, για παράδειγμα, αποκαλύφθηκε ότι επί χρόνια προσπαθούσε να επικοινωνήσει με την Aeritalia, την εταιρεία της μοιραίας πτήσης. Τίποτα… Η μητέρα του Ντανίλο Μαρτέλι έστειλε στον δικηγόρο ένα αντίγραφο της επιστολής που της είχε στείλει η ιταλική Ολυμπιακή Επιτροπή στις 17 Απριλίου 1950, σχεδόν ένα χρόνο μετά την τραγωδία. Τι ανέφερε εκείνη η επιστολή; Οτι η αποζημίωση που της αναλογεί, υπολογίζοντας και το ποσοστό που έπρεπε να πάρει βάσει νόμου από τα εισιτήρια, ήταν… ένα εκατ. λιρέτες. Τίποτα δηλαδή…
«Σε τι βασίστηκαν για να κάνουν τέτοιους υπολογισμούς; Ποιος μπορεί να πει ότι ο θάνατος του γιου μου κοστολογείται ένα εκατ. λιρέτες; Τα συμβόλαιά του, τα λεφτά που είχε ήδη κερδίσει, όλα αυτά αντισταθμίζονται με ένα εκατ. λιρέτες;», αναρωτήθηκε. Μια ιστορία που γινόταν όλο και πιο άσχημη, όσο η δημοσιογραφική έρευνα συνεχιζόταν και οι οικογένειες έβρισκαν βήμα για να μιλήσουν.
«Είδατε με τι πολυτέλεια θάφτηκαν;»
Η οικονομική κατάσταση της Ιταλίας το 1949, προφανώς δεν είχε καμία σχέση με αυτή την επόμενων δεκαετιών. Κατανοητό αυτό. Αυτό που δεν είναι κατανοητό, όμως, είναι το πώς ξαφνικά οι Αρχές… αποκάλυψαν στις οικογένειες ότι οι ποδοσφαιριστές της καλύτερης ιταλικής ομάδας δεν είχαν περιουσίες. Και αφού δεν είχαν περιουσίες, αποφάσισαν ότι οι συγγενείς δεν είχαν δικαίωμα πιο μεγάλων αποζημιώσεων. «Αν δει κάποιος πώς θάφτηκαν οι παίκτες της Τορίνο, θα καταλάβει τι έγινε. Αν δει κανείς τα ρολόγια τους και μόνο, καταλαβαίνει για τι οικονομική επιφάνεια μιλάμε. Κι όμως, το ιταλικό κράτος έδινε αποζημιώσεις… μικρότερες από την αξία αυτών των ρολογιών. Είναι δυνατόν να το βλέπει ως λογικό αυτό κανείς;», αναρωτήθηκε ο ιταλικός Τύπος.
Μέρος του οποίου ήταν και ο Τζόρτζιο Τοσάτι, γιος του δημοσιογράφου Ρενάτο Τοσάτι, ο οποίος επίσης χάθηκε σε εκείνη τη μοιραία πτήση. «Για τις οικογένειες όσων σκοτώθηκαν στη Σουπέργκα, η πιο αφόρητη τραγωδία δεν ήταν αυτή της 4ης Μαΐου, αλλά τα πολλά χρόνια που ακολούθησαν. Η εγκατάλειψη από όλους και οι κακουχίες, η μοναξιά. Θυμάμαι ότι αρκετοί από εμάς γνωριστήκαμε πριν από δέκα χρόνια στο Τολεντίνο. Αρκούσε να κοιταχτούμε στα μάτια, χωρίς να μιλήσουμε καν, για να αναγνωρίσουμε την κοινή δοκιμασία μας», ήταν τα λόγια του…
italians.gr