«Αυτό που συνέβη με τους Τούρκους εκείνη την ημέρα στη Σμύρνη, με τις προκλήσεις των εκκλησιαστικών στελεχών, ιδιαίτερα του Χρυσοστόμου, ήταν ντροπή για την ανθρωπότητα», γράφει ο Τούρκος ιστορικός
Με περίσσιο θράσος οι Τούρκοι συνεχίζουν να αλλοιώνουν την ιστορία και...
να την παρουσιάζουν όπως τους βολεύει για να ικανοποιήσουν τα δικά τους πολιτικά και εσωτερικά συμφέροντα, με διαχρονικό σκοπό τον φανατισμό του πληθυσμού κατά των Ελλήνων.
Σε νέο χτύπημα αυτού του πλαισίου, ο Τούρκος ιστορικός και συγγραφέας Ümit Doğan, σε κείμενό του απαριθμεί «τα εγκλήματα και τις θηριωδίες» του Μητροπολίτη Χρυσόστομου, ενώ κάνει λόγο και για ποντιακό σχέδιο δολοφονίας του Κεμάλ Ατατούρκ προς εκδίκηση του απάνθρωπου και βάρβαρου θανάτου του Έλληνα Μητροπολίτη της Σμύρνης.
Αναλυτικά όσα παραθέτει ένα από τα "γρανάζια" της τουρκικής μηχανής προπαγάνδας:
«Ο Χρυσόστομος, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Μελέτιος, διορίστηκε Έλληνας Μητροπολίτης Σμύρνης πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Πριν ξεκινήσει αυτό το καθήκον, είχαν ήδη φτάσει στη Σμύρνη τα νέα για τις θηριωδίες που διέπραξε κατά των Τούρκων στη Μακεδονία.
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Χρυσόστομου στη Σμύρνη, απομακρύνθηκε βίαια από τη Σμύρνη σύμφωνα με την επίσημη επιστολή και διαταγή του Κυβερνήτη Ραχμί Μπέη, λόγω των προσπαθειών του να προκαλέσει τους Έλληνες κατά των Τούρκων και των ενεργειών του να διαταράξει την ειρήνη.
Μετά την αποχώρηση από τη Σμύρνη, όλες οι προσπάθειες που έκανε το Πατριαρχείο να σταλεί πίσω ήταν μάταιες, αλλά ο Χρυσόστομος, που έφυγε από την Κωνσταντινούπολη στις 27 Δεκεμβρίου 1918, αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, επέστρεψε ξανά στη Σμύρνη.
Όταν ο Χρυσόστομος ήρθε στην πόλη, ο Ιζέτ Μπέη, γνωστός ως ο καμπούρης Ιζέτ, υπηρετούσε ως κυβερνήτης και ήταν σχεδόν σαν υπηρέτης μπροστά στον Χρυσόστομο.
Ο Ιζέτ Μπέη, ο οποίος ήταν ο αυστηρός άνθρωπος του Βαχιντεντίν και πέρασε τις 15-16 Μαΐου 1919 στο Βρετανικό Προξενείο μετά την απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη, προσκλήθηκε στο κυβερνητικό μέγαρο από τον Έλληνα διοικητή Ζαφειρίου, μαζί με άλλους κρατικούς αξιωματούχους, την επόμενη μέρα.
Σε αυτή τη συνάντηση, στην οποία συμμετείχε και ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, ο κ. Ιζέτ είπε στον Ζαφειρίου: «Μπορείτε να ρωτήσετε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο σε ποιο βαθμό εργάστηκα για να εξασφαλίσω την κατάληψη της Σμύρνης από τους Έλληνες».
Αυτή η κατάσταση θα άλλαζε, έστω και λίγο, αργότερα, όταν ήρθε στην περιοχή ο Γενειοφόρος Νουρετίν Πασάς. Ο Νουρετίν Πασάς έβαλε φραγμό στις απαιτήσεις των μειονοτήτων που ζούσαν στη Σμύρνη και γύρω από αυτήν και των Ελλήνων, οι οποίοι προσπάθησαν να μην υποκύψουν στις επιθυμίες των Δυνάμεων της Αντάντ.
Ο Χρυσόστομος, που πίστευε ότι δεν θα μπορούσε να δράσει άνετα στη Σμύρνη μπροστά στην αδιάλλακτη συμπεριφορά και τις σκληρές εκρήξεις του Νουρετίν Πασά, ξεκίνησε ενέργειες για να απομακρύνει τον Νουρετίν Πασά από την περιοχή το συντομότερο δυνατό.
Ο Χρυσόστομος προσπάθησε να δημιουργήσει κοινή γνώμη ότι ο Νουρετίν Πασάς, τον οποίο θεωρούσε εμπόδιο γι' αυτόν, έπρεπε να καταδικαστεί σε θάνατο στη Σμύρνη πριν καν σταλεί στην Κωνσταντινούπολη.
Προσπαθώντας να δείξει ότι υπάρχουν περισσότερα χριστιανικά στοιχεία από Τούρκους στην περιοχή της Σμύρνης, ο Χρυσόστομος και άλλοι πνευματικοί ηγέτες μαζί του συνέχισαν να φέρνουν Έλληνες μετανάστες στην περιοχή από το εξωτερικό.
Ο Χρυσόστομος έκανε μια ομιλία στον ελληνικό λαό την προηγούμενη ημέρα της εισβολής στη Σμύρνη και οι ντόπιοι Έλληνες συγκεντρώθηκαν στις πλατείες με τα όπλα στα χέρια και τους ιερείς τους μπροστά τους και άρχισαν να περιμένουν την άφιξη των Ελλήνων στρατιωτών.
Μετά την κατοχή οι δρόμοι και τα σοκάκια στολίστηκαν με γαλανόλευκες ελληνικές σημαίες. Ενώ ο Χρυσόστομος, που έμαθε ότι η Σμύρνη καταλήφθηκε μέρες πριν, δεν έκρυψε την ικανοποίησή του, ξεκίνησε και τις προετοιμασίες για να υποδεχτεί τους Έλληνες στρατιώτες που θα έρχονταν στη Σμύρνη.
Οι ελληνικές σημαίες δεν ήταν μόνο σε δρόμους και κτίρια. Παντού υπήρχαν γαλανόλευκες πινακίδες που συμβόλιζαν την ελληνική σημαία, από τα γαϊδούρια που τραβούσαν τα μικρά βαγόνια μέχρι τα άλογα των καροτσιών και τις ουρές των αδέσποτων σκύλων.
Αυτό που συνέβη με τους Τούρκους εκείνη την ημέρα στη Σμύρνη, με τις προκλήσεις των εκκλησιαστικών στελεχών, ιδιαίτερα του Χρυσοστόμου, ήταν ντροπή για την ανθρωπότητα.
Ο Χρυσόστομος μίλησε στους Έλληνες στρατιώτες και είπε: «Γιοί μου, στρατιώτες, όσο τουρκικό αίμα πίνετε (...) τόσο πιο κοντά σας θα είναι ο παράδεισος. Το να πίνεις το αίμα του Τούρκου είναι ανταμοιβή. Πίνοντας ένα ποτήρι τουρκικό αίμα, θα έχω κατευνάσει τη μνησικακία και το μίσος μου απέναντί τους»
Μαζί του ο Χρυσόστομος και άλλοι ιερείς, που φίλησαν δακρυσμένοι την ελληνική σημαία, του την έτριψαν στο πρόσωπο και έκαναν σταυρό, διάβασαν προσευχές για τους Έλληνες στρατιώτες.
Σε μια ομιλία που έκανε στο Seydiköy, ο Χρυσόστομος εξέφρασε και τη μνησικακία του για τους Τούρκους, «Σε λίγο θα γεμίσουμε τα πηγάδια με τα πτώματα των Τούρκων», έλεγε.
Περισσότερο από πρόκληση, ο Χρυσόστομος είπε ότι ο ίδιος διαχειρίστηκε τη σφαγή στην κατοχή. Οι βουλευτές που έγιναν μάρτυρες του συμβάντος είχαν δηλώσει στη συνεδρίαση της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης στις 15 Μαΐου 1920.
Ο Χρυσόστομος, ο οποίος ύψωσε την ελληνική σημαία στην εκκλησία κατά την άφιξη ενός αγγλικού πολεμικού πλοίου στη Σμύρνη, είχε παραδώσει τη βυζαντινή σημαία στον Έλληνα βασιλιά που είχε έρθει στη Σμύρνη, σε μια πομπώδη τελετή στην Έφεσο, για να στηθεί στο Κάστρο της Άγκυρας.
Τα στρατεύματα κατοχής που ευλογήθηκαν από τον Χρυσόστομο είχαν περάσει από τις τουρκικές γειτονιές από το Güzelyalı με κατεύθυνση το Konak κάνοντας σφαγές. Μόνο τις πρώτες 48 ώρες σκοτώθηκαν περίπου 2.000 Τούρκοι.
Πέρασαν δύο χρόνια, στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 ο τουρκικός στρατός πάτησε το πόδι του στη Σμύρνη. Ο Νουρετίν Πασάς, που ήρθε στην πόλη και ανέλαβε το καθήκον του κυβερνήτη με πληρεξούσιο, δεν ξέχασε τι είχε κάνει ο Χρυσόστομος.
Ο Χρυσόστομος, που βρισκόταν εκείνη την ώρα στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής δεν ενήργησε όπως οι Έλληνες προύχοντες και δεν έφυγε από τη Σμύρνη παρόλο που είχε την ευκαιρία.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Νουρετίν Πασάς αφού ανέλαβε το αξίωμα του κυβερνήτη ήταν να προσκαλέσει τον Χρυσόστομο και μερικούς Έλληνες στο γραφείο του. Εκεί τον έφεραν ενώπιον του Νουρετίν Πασά τον Χρυσόστομο, τον οποίο έφεραν στο γραφείο του κυβερνήτη οι υπάλληλοι που πήγαν στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής.
Ο Νουρετίν Πασάς είχε εξαιρετικά αυστηρή και αδίστακτη διάθεση απέναντι σε όσους εργάζονταν κατά της Τουρκοκρατίας. Ο Νουρετίν Πασάς κάλεσε τον Δήμιο Αλή και έδωσε την απαραίτητη εντολή σχετικά με τον Χρυσόστομο και άλλους Έλληνες που είχε κρατήσει στο ισόγειο του κτιρίου.
Ο Χρυσόστομος, που οδηγήθηκε να εκτελεστεί με εντολή του Νουρετίν Πασά, λιντσαρίστηκε από το λαό. Ο δήμιος Αλί αφηγείται:
«Ο ιερέας απομακρύνθηκε από το μέρος που βρισκόταν υπό την αιγίδα των φρουρών και άρχισε να περπατά προς την κατεύθυνση του Namazgah, όπου θα εκτελούνταν η θανατική ποινή. Καθώς φεύγαμε, ο κόσμος που μας ακολουθούσε αυξανόταν κάθε λεπτό και συνέβαινε μια επικίνδυνη κατάσταση. Μόλις φτάσαμε κοντά στον Ερειπωμένο Μιναρέ, το πλήθος ήταν στα άκρα και οι φωνές είχαν αρχίσει.
«Πού τον πας αυτόν τον άπιστο, αυτόν τον Τούρκο εχθρό, αυτόν τον κατάσκοπο; Ας δούμε τον λογαριασμό του». Ο θόρυβος έγινε πιο δυνατός και το πλήθος άρχισε να βαδίζει εναντίον μας. Οι χωροφύλακες, από την άλλη, απορούσαν τι να κάνουν και προσπαθούσαν να ηρεμήσουν αυτούς που ταράχτηκαν. Κάπως όμως, συνέβη ο ιερέας να εξαφανιστεί ξαφνικά εν ριπή οφθαλμού. «Τι συμβαίνει, παιδιά; Τι κάνεις; Αυτό που κάνετε δεν είναι σωστό. Ο νόμος έχει ήδη δώσει την τιμωρία του». Πριν προλάβω να πω, ο Χρυσόστομος κόπηκε σε κομμάτια και το σώμα του πετάχτηκε στην άκρη».
Ο Χρυσόστομος, που σήμερα έχει ένα επιβλητικό άγαλμα στην Αθήνα, εργάστηκε για τη Μεγάλη Ιδέα όλη του τη ζωή και δεν εγκατέλειψε ποτέ την εχθρότητά του προς τους Τούρκους. Μάλιστα ο Χρυσόστομος πήρε την τιμωρία που του άξιζε, αλλά η δολοφονία του με λιντσάρισμα προκάλεσε μεγάλη αντίδραση.
Λίγο μετά το θάνατο του Χρυσόστομου, ιδρύθηκε μια ελληνική επιτροπή για να τον εκδικηθεί και οκτώ δολοφόνοι που διορίστηκαν από αυτή την επιτροπή στάλθηκαν στη Σμύρνη για να σκοτώσουν τον Μουσταφά Κεμάλ Πασά.
Η έκθεση πληροφοριών της 19ης Σεπτεμβρίου 1922 ανέφερε ότι η ελληνική επιτροπή ήθελε να σκοτώσει τον Μουσταφά Κεμάλ πασά για να εκδικηθεί τον Χρυσόστομο και προειδοποίησε τις αρχές να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα».
Σε νέο χτύπημα αυτού του πλαισίου, ο Τούρκος ιστορικός και συγγραφέας Ümit Doğan, σε κείμενό του απαριθμεί «τα εγκλήματα και τις θηριωδίες» του Μητροπολίτη Χρυσόστομου, ενώ κάνει λόγο και για ποντιακό σχέδιο δολοφονίας του Κεμάλ Ατατούρκ προς εκδίκηση του απάνθρωπου και βάρβαρου θανάτου του Έλληνα Μητροπολίτη της Σμύρνης.
Αναλυτικά όσα παραθέτει ένα από τα "γρανάζια" της τουρκικής μηχανής προπαγάνδας:
«Ο Χρυσόστομος, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Μελέτιος, διορίστηκε Έλληνας Μητροπολίτης Σμύρνης πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Πριν ξεκινήσει αυτό το καθήκον, είχαν ήδη φτάσει στη Σμύρνη τα νέα για τις θηριωδίες που διέπραξε κατά των Τούρκων στη Μακεδονία.
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Χρυσόστομου στη Σμύρνη, απομακρύνθηκε βίαια από τη Σμύρνη σύμφωνα με την επίσημη επιστολή και διαταγή του Κυβερνήτη Ραχμί Μπέη, λόγω των προσπαθειών του να προκαλέσει τους Έλληνες κατά των Τούρκων και των ενεργειών του να διαταράξει την ειρήνη.
Μετά την αποχώρηση από τη Σμύρνη, όλες οι προσπάθειες που έκανε το Πατριαρχείο να σταλεί πίσω ήταν μάταιες, αλλά ο Χρυσόστομος, που έφυγε από την Κωνσταντινούπολη στις 27 Δεκεμβρίου 1918, αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, επέστρεψε ξανά στη Σμύρνη.
Όταν ο Χρυσόστομος ήρθε στην πόλη, ο Ιζέτ Μπέη, γνωστός ως ο καμπούρης Ιζέτ, υπηρετούσε ως κυβερνήτης και ήταν σχεδόν σαν υπηρέτης μπροστά στον Χρυσόστομο.
Ο Ιζέτ Μπέη, ο οποίος ήταν ο αυστηρός άνθρωπος του Βαχιντεντίν και πέρασε τις 15-16 Μαΐου 1919 στο Βρετανικό Προξενείο μετά την απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη, προσκλήθηκε στο κυβερνητικό μέγαρο από τον Έλληνα διοικητή Ζαφειρίου, μαζί με άλλους κρατικούς αξιωματούχους, την επόμενη μέρα.
Σε αυτή τη συνάντηση, στην οποία συμμετείχε και ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος, ο κ. Ιζέτ είπε στον Ζαφειρίου: «Μπορείτε να ρωτήσετε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο σε ποιο βαθμό εργάστηκα για να εξασφαλίσω την κατάληψη της Σμύρνης από τους Έλληνες».
Αυτή η κατάσταση θα άλλαζε, έστω και λίγο, αργότερα, όταν ήρθε στην περιοχή ο Γενειοφόρος Νουρετίν Πασάς. Ο Νουρετίν Πασάς έβαλε φραγμό στις απαιτήσεις των μειονοτήτων που ζούσαν στη Σμύρνη και γύρω από αυτήν και των Ελλήνων, οι οποίοι προσπάθησαν να μην υποκύψουν στις επιθυμίες των Δυνάμεων της Αντάντ.
Ο Χρυσόστομος, που πίστευε ότι δεν θα μπορούσε να δράσει άνετα στη Σμύρνη μπροστά στην αδιάλλακτη συμπεριφορά και τις σκληρές εκρήξεις του Νουρετίν Πασά, ξεκίνησε ενέργειες για να απομακρύνει τον Νουρετίν Πασά από την περιοχή το συντομότερο δυνατό.
Ο Χρυσόστομος προσπάθησε να δημιουργήσει κοινή γνώμη ότι ο Νουρετίν Πασάς, τον οποίο θεωρούσε εμπόδιο γι' αυτόν, έπρεπε να καταδικαστεί σε θάνατο στη Σμύρνη πριν καν σταλεί στην Κωνσταντινούπολη.
Προσπαθώντας να δείξει ότι υπάρχουν περισσότερα χριστιανικά στοιχεία από Τούρκους στην περιοχή της Σμύρνης, ο Χρυσόστομος και άλλοι πνευματικοί ηγέτες μαζί του συνέχισαν να φέρνουν Έλληνες μετανάστες στην περιοχή από το εξωτερικό.
Ο Χρυσόστομος έκανε μια ομιλία στον ελληνικό λαό την προηγούμενη ημέρα της εισβολής στη Σμύρνη και οι ντόπιοι Έλληνες συγκεντρώθηκαν στις πλατείες με τα όπλα στα χέρια και τους ιερείς τους μπροστά τους και άρχισαν να περιμένουν την άφιξη των Ελλήνων στρατιωτών.
Μετά την κατοχή οι δρόμοι και τα σοκάκια στολίστηκαν με γαλανόλευκες ελληνικές σημαίες. Ενώ ο Χρυσόστομος, που έμαθε ότι η Σμύρνη καταλήφθηκε μέρες πριν, δεν έκρυψε την ικανοποίησή του, ξεκίνησε και τις προετοιμασίες για να υποδεχτεί τους Έλληνες στρατιώτες που θα έρχονταν στη Σμύρνη.
Οι ελληνικές σημαίες δεν ήταν μόνο σε δρόμους και κτίρια. Παντού υπήρχαν γαλανόλευκες πινακίδες που συμβόλιζαν την ελληνική σημαία, από τα γαϊδούρια που τραβούσαν τα μικρά βαγόνια μέχρι τα άλογα των καροτσιών και τις ουρές των αδέσποτων σκύλων.
Αυτό που συνέβη με τους Τούρκους εκείνη την ημέρα στη Σμύρνη, με τις προκλήσεις των εκκλησιαστικών στελεχών, ιδιαίτερα του Χρυσοστόμου, ήταν ντροπή για την ανθρωπότητα.
Ο Χρυσόστομος μίλησε στους Έλληνες στρατιώτες και είπε: «Γιοί μου, στρατιώτες, όσο τουρκικό αίμα πίνετε (...) τόσο πιο κοντά σας θα είναι ο παράδεισος. Το να πίνεις το αίμα του Τούρκου είναι ανταμοιβή. Πίνοντας ένα ποτήρι τουρκικό αίμα, θα έχω κατευνάσει τη μνησικακία και το μίσος μου απέναντί τους»
Μαζί του ο Χρυσόστομος και άλλοι ιερείς, που φίλησαν δακρυσμένοι την ελληνική σημαία, του την έτριψαν στο πρόσωπο και έκαναν σταυρό, διάβασαν προσευχές για τους Έλληνες στρατιώτες.
Σε μια ομιλία που έκανε στο Seydiköy, ο Χρυσόστομος εξέφρασε και τη μνησικακία του για τους Τούρκους, «Σε λίγο θα γεμίσουμε τα πηγάδια με τα πτώματα των Τούρκων», έλεγε.
Περισσότερο από πρόκληση, ο Χρυσόστομος είπε ότι ο ίδιος διαχειρίστηκε τη σφαγή στην κατοχή. Οι βουλευτές που έγιναν μάρτυρες του συμβάντος είχαν δηλώσει στη συνεδρίαση της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης στις 15 Μαΐου 1920.
Ο Χρυσόστομος, ο οποίος ύψωσε την ελληνική σημαία στην εκκλησία κατά την άφιξη ενός αγγλικού πολεμικού πλοίου στη Σμύρνη, είχε παραδώσει τη βυζαντινή σημαία στον Έλληνα βασιλιά που είχε έρθει στη Σμύρνη, σε μια πομπώδη τελετή στην Έφεσο, για να στηθεί στο Κάστρο της Άγκυρας.
Τα στρατεύματα κατοχής που ευλογήθηκαν από τον Χρυσόστομο είχαν περάσει από τις τουρκικές γειτονιές από το Güzelyalı με κατεύθυνση το Konak κάνοντας σφαγές. Μόνο τις πρώτες 48 ώρες σκοτώθηκαν περίπου 2.000 Τούρκοι.
Πέρασαν δύο χρόνια, στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 ο τουρκικός στρατός πάτησε το πόδι του στη Σμύρνη. Ο Νουρετίν Πασάς, που ήρθε στην πόλη και ανέλαβε το καθήκον του κυβερνήτη με πληρεξούσιο, δεν ξέχασε τι είχε κάνει ο Χρυσόστομος.
Ο Χρυσόστομος, που βρισκόταν εκείνη την ώρα στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής δεν ενήργησε όπως οι Έλληνες προύχοντες και δεν έφυγε από τη Σμύρνη παρόλο που είχε την ευκαιρία.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Νουρετίν Πασάς αφού ανέλαβε το αξίωμα του κυβερνήτη ήταν να προσκαλέσει τον Χρυσόστομο και μερικούς Έλληνες στο γραφείο του. Εκεί τον έφεραν ενώπιον του Νουρετίν Πασά τον Χρυσόστομο, τον οποίο έφεραν στο γραφείο του κυβερνήτη οι υπάλληλοι που πήγαν στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής.
Ο Νουρετίν Πασάς είχε εξαιρετικά αυστηρή και αδίστακτη διάθεση απέναντι σε όσους εργάζονταν κατά της Τουρκοκρατίας. Ο Νουρετίν Πασάς κάλεσε τον Δήμιο Αλή και έδωσε την απαραίτητη εντολή σχετικά με τον Χρυσόστομο και άλλους Έλληνες που είχε κρατήσει στο ισόγειο του κτιρίου.
Ο Χρυσόστομος, που οδηγήθηκε να εκτελεστεί με εντολή του Νουρετίν Πασά, λιντσαρίστηκε από το λαό. Ο δήμιος Αλί αφηγείται:
«Ο ιερέας απομακρύνθηκε από το μέρος που βρισκόταν υπό την αιγίδα των φρουρών και άρχισε να περπατά προς την κατεύθυνση του Namazgah, όπου θα εκτελούνταν η θανατική ποινή. Καθώς φεύγαμε, ο κόσμος που μας ακολουθούσε αυξανόταν κάθε λεπτό και συνέβαινε μια επικίνδυνη κατάσταση. Μόλις φτάσαμε κοντά στον Ερειπωμένο Μιναρέ, το πλήθος ήταν στα άκρα και οι φωνές είχαν αρχίσει.
«Πού τον πας αυτόν τον άπιστο, αυτόν τον Τούρκο εχθρό, αυτόν τον κατάσκοπο; Ας δούμε τον λογαριασμό του». Ο θόρυβος έγινε πιο δυνατός και το πλήθος άρχισε να βαδίζει εναντίον μας. Οι χωροφύλακες, από την άλλη, απορούσαν τι να κάνουν και προσπαθούσαν να ηρεμήσουν αυτούς που ταράχτηκαν. Κάπως όμως, συνέβη ο ιερέας να εξαφανιστεί ξαφνικά εν ριπή οφθαλμού. «Τι συμβαίνει, παιδιά; Τι κάνεις; Αυτό που κάνετε δεν είναι σωστό. Ο νόμος έχει ήδη δώσει την τιμωρία του». Πριν προλάβω να πω, ο Χρυσόστομος κόπηκε σε κομμάτια και το σώμα του πετάχτηκε στην άκρη».
Ο Χρυσόστομος, που σήμερα έχει ένα επιβλητικό άγαλμα στην Αθήνα, εργάστηκε για τη Μεγάλη Ιδέα όλη του τη ζωή και δεν εγκατέλειψε ποτέ την εχθρότητά του προς τους Τούρκους. Μάλιστα ο Χρυσόστομος πήρε την τιμωρία που του άξιζε, αλλά η δολοφονία του με λιντσάρισμα προκάλεσε μεγάλη αντίδραση.
Λίγο μετά το θάνατο του Χρυσόστομου, ιδρύθηκε μια ελληνική επιτροπή για να τον εκδικηθεί και οκτώ δολοφόνοι που διορίστηκαν από αυτή την επιτροπή στάλθηκαν στη Σμύρνη για να σκοτώσουν τον Μουσταφά Κεμάλ Πασά.
Η έκθεση πληροφοριών της 19ης Σεπτεμβρίου 1922 ανέφερε ότι η ελληνική επιτροπή ήθελε να σκοτώσει τον Μουσταφά Κεμάλ πασά για να εκδικηθεί τον Χρυσόστομο και προειδοποίησε τις αρχές να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα».