«Σφάξτε, σφάξτε, σπείρετε τον όλεθρο, σπείρετε τον όλεθρο, χτυπήστε γρήγορα, χτυπήστε γερά!»
Στις 10 Φεβρουαρίου του 1355, συνέβη μια από τις πιο παράξενες και αξέχαστες γενικευμένες ταραχές στην...
Οξφόρδη, με τα επεισόδια να γίνονται μεταξύ των ντόπιων και των φοιτητών.
Δυο φοιτητές εκμεταλλευτήκαν την αργία της Αγίας Σχολαστικής και πήγαν στην παμπ Σουίντλστοκ Τάβερν. Εκεί διασκέδαζαν πίνοντας κρασί, αλλά κάποια στιγμή διαμαρτυρήθηκαν στον ιδιοκτήτη Τζον Κρόιντον για την ποιότητά τους.
Ο καυγάς στις παμπ της Αγγλίας δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο ούτε τότε και δεν άργησε να ξεκινήσει. Οι δυο φοιτητές τον προπηλάκισαν και του πέταξαν στο πρόσωπο τα ποτήρια τους.
Το περιστατικό δεν άργησε να φτάσει στα αυτιά του δημάρχου της Οξφόρδης, ο οποίος ζήτησε αμέσως από τον πρύτανη του πανεπιστημίου να βρει τους δυο φοιτητές και να τους παραδώσει στις αρχές.
Ο πρύτανης απάντησε πως δεν είχε δικαιοδοσία για κάτι τέτοιο, αφού το πανεπιστήμιο είχε άσυλο.
Οι δυο φοιτητές πάντως, μόλις έμαθαν για την εντολή του δημάρχου, εξοργίστηκαν ακόμα περισσότερο. Πήγαν να τον βρουν λοιπόν και τον προπηλάκισαν και αυτόν. Και σαν δεν έφτανε αυτό, 200 ακόμα φοιτητές προσφέρθηκαν να τους βοηθήσουν, μπλέκοντας σε καυγά με τους ντόπιους.
Ο βασιλιάς της Αγγλίας Εδουάρδος ο Γ’ έτυχε να βρίσκεται σε μια κοντινή πόλη. Ο δήμαρχος ζήτησε αμέσως ακρόαση στις 11 Φεβρουαρίου, ενώ ο πρύτανης ζητούσε από τους φοιτητές να ηρεμήσουν και να αφοσιωθούν αμέσως στα μαθήματά τους. Ωστόσο μια ομάδα φοιτητών πήγε στην πόλη της Οξφόρδης και προχώρησε σε λεηλασίες σπιτιών.
Οι κάτοικοι αποφάσισαν να αντιδράσουν. Πήραν τα τόξα τους και επιτέθηκαν εναντίον των φοιτητών, ενώ έκαψαν αρκετά σπίτια μοναχών, οι οποίοι δίδασκαν στο πανεπιστήμιο.
Η κατάσταση ξέφυγε το ίδιο απόγευμα όταν ο δήμαρχος με 2.000 αγρότες λεηλάτησαν τα κτίρια του πανεπιστημίου, φωνάζοντας «Σφάξτε, σφάξτε, σπείρετε τον όλεθρο, σπείρετε τον όλεθρο, χτυπήστε γρήγορα, χτυπήστε γερά!». Τότε ήταν που αναφέρθηκαν και οι πρώτοι νεκροί.
Τα επεισόδια συνεχίστηκαν και τρίτη ημέρα. Ο πρύτανης έγινε δεκτός από τον βασιλιά Εδουάρδο (που είχε ήδη συναντήσει τον δήμαρχο). Αλλά οι ντόπιοι επιτέθηκαν ξανά στο πανεπιστήμιο, με τις συμπλοκές να οδηγούν σε πολλούς θανάτους. Ο τραγικός απολογισμός των νεκρών έφτασε στα 93 άτομα, από τους οποίους 63 ήταν φοιτητές και 30 ντόπιοι.
Ο Εδουάρδος, μόλις είδε πως η κατάσταση έχει ηρεμήσει, διέταξε έρευνα για περιστατικό. Το αποτέλεσμα της έρευνας δικαίωσε το πανεπιστήμιο, με τους κατοίκους της Οξφόρδης να απογοητεύονται. Ο βασιλιάς απαίτησε από τον δήμαρχο και το δημοτικό συμβούλιο να παρελάσουν στο κεντρικό δρόμο, να παρακολουθήσουν τη Θεία Λειτουργία για τις κηδείες των φοιτητών, να δώσουν μια πέννα για κάθε νεκρό φοιτητή στο ταμείο υποτροφιών και να παραδεχθούν ότι σέβονται το άσυλο του πανεπιστημίου.
Η ποινή αυτή δεν εφαρμόστηκε μια φορά. Τα επόμενα 470 χρόνια, μέχρι και το 11825, συνέβαινε κάθε χρόνο, μέχρι που ο δήμαρχος Γουίλιαμ Σλάτερ αρνήθηκε να την εκτελέσει.
Ο «πόλεμος» μεταξύ ντόπιων και φοιτητών τελείωσε οριστικά το 1955, ακριβώς έξι αιώνες μετά το συμβάν που ξεκίνησε για ένα ποτήρι κρασί. Τότε ο δήμαρχος της πόλης ανακηρύχθηκε σε επίτιμο διδάκτωρ, ενώ ο αντιπρύτανης του πανεπιστημίου, ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης Οξφόρδης.
Ο καυγάς στις παμπ της Αγγλίας δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο ούτε τότε και δεν άργησε να ξεκινήσει. Οι δυο φοιτητές τον προπηλάκισαν και του πέταξαν στο πρόσωπο τα ποτήρια τους.
Το περιστατικό δεν άργησε να φτάσει στα αυτιά του δημάρχου της Οξφόρδης, ο οποίος ζήτησε αμέσως από τον πρύτανη του πανεπιστημίου να βρει τους δυο φοιτητές και να τους παραδώσει στις αρχές.
Ο πρύτανης απάντησε πως δεν είχε δικαιοδοσία για κάτι τέτοιο, αφού το πανεπιστήμιο είχε άσυλο.
Οι δυο φοιτητές πάντως, μόλις έμαθαν για την εντολή του δημάρχου, εξοργίστηκαν ακόμα περισσότερο. Πήγαν να τον βρουν λοιπόν και τον προπηλάκισαν και αυτόν. Και σαν δεν έφτανε αυτό, 200 ακόμα φοιτητές προσφέρθηκαν να τους βοηθήσουν, μπλέκοντας σε καυγά με τους ντόπιους.
Ο βασιλιάς της Αγγλίας Εδουάρδος ο Γ’ έτυχε να βρίσκεται σε μια κοντινή πόλη. Ο δήμαρχος ζήτησε αμέσως ακρόαση στις 11 Φεβρουαρίου, ενώ ο πρύτανης ζητούσε από τους φοιτητές να ηρεμήσουν και να αφοσιωθούν αμέσως στα μαθήματά τους. Ωστόσο μια ομάδα φοιτητών πήγε στην πόλη της Οξφόρδης και προχώρησε σε λεηλασίες σπιτιών.
Οι κάτοικοι αποφάσισαν να αντιδράσουν. Πήραν τα τόξα τους και επιτέθηκαν εναντίον των φοιτητών, ενώ έκαψαν αρκετά σπίτια μοναχών, οι οποίοι δίδασκαν στο πανεπιστήμιο.
Η κατάσταση ξέφυγε το ίδιο απόγευμα όταν ο δήμαρχος με 2.000 αγρότες λεηλάτησαν τα κτίρια του πανεπιστημίου, φωνάζοντας «Σφάξτε, σφάξτε, σπείρετε τον όλεθρο, σπείρετε τον όλεθρο, χτυπήστε γρήγορα, χτυπήστε γερά!». Τότε ήταν που αναφέρθηκαν και οι πρώτοι νεκροί.
Τα επεισόδια συνεχίστηκαν και τρίτη ημέρα. Ο πρύτανης έγινε δεκτός από τον βασιλιά Εδουάρδο (που είχε ήδη συναντήσει τον δήμαρχο). Αλλά οι ντόπιοι επιτέθηκαν ξανά στο πανεπιστήμιο, με τις συμπλοκές να οδηγούν σε πολλούς θανάτους. Ο τραγικός απολογισμός των νεκρών έφτασε στα 93 άτομα, από τους οποίους 63 ήταν φοιτητές και 30 ντόπιοι.
Ο Εδουάρδος, μόλις είδε πως η κατάσταση έχει ηρεμήσει, διέταξε έρευνα για περιστατικό. Το αποτέλεσμα της έρευνας δικαίωσε το πανεπιστήμιο, με τους κατοίκους της Οξφόρδης να απογοητεύονται. Ο βασιλιάς απαίτησε από τον δήμαρχο και το δημοτικό συμβούλιο να παρελάσουν στο κεντρικό δρόμο, να παρακολουθήσουν τη Θεία Λειτουργία για τις κηδείες των φοιτητών, να δώσουν μια πέννα για κάθε νεκρό φοιτητή στο ταμείο υποτροφιών και να παραδεχθούν ότι σέβονται το άσυλο του πανεπιστημίου.
Η ποινή αυτή δεν εφαρμόστηκε μια φορά. Τα επόμενα 470 χρόνια, μέχρι και το 11825, συνέβαινε κάθε χρόνο, μέχρι που ο δήμαρχος Γουίλιαμ Σλάτερ αρνήθηκε να την εκτελέσει.
Ο «πόλεμος» μεταξύ ντόπιων και φοιτητών τελείωσε οριστικά το 1955, ακριβώς έξι αιώνες μετά το συμβάν που ξεκίνησε για ένα ποτήρι κρασί. Τότε ο δήμαρχος της πόλης ανακηρύχθηκε σε επίτιμο διδάκτωρ, ενώ ο αντιπρύτανης του πανεπιστημίου, ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης Οξφόρδης.