Ή, άλλως πως,
Γενεαί δεκατέσσαρες!
(Του Μάρκου Μπόλαρη)
Δέν σφάξανε, έλεγε η παλιά ρήση.
Μά, ο γράφων, από μικρούλης μεγάλωσα στα σφαγεία, στα παλιά σφαγεία των Σερρών, ένα ευρύχωρο κτίριο...
πλινθόκτιστο περιμετρικά σε ύψος περίπου δυόμισι μέτρων και στεγασμένο με λαμαρίνες, ενώ εσωτερικά το διέτρεχαν τέσσερες σειρές κολώνες πάνω στις οποίες στηριζόταν τόσο η ξυλοκατασκευή της στέγης, που υψωνόταν στα έξι μέτρα, όσο και οι εξοπλισμοί, οι ξύλινοι μακαράδες που λειτουργούσαν με χοντρά σχοινιά και τροχαλίες, , γιά το κρέμασμα των σφαγίων , εξοπλισμοί που διέφεραν ανάλογα με το είδος των σφαγμένων ζώων, άλλοι γιά τα βοοειδή, άλλοι γιά τα χοιρινά, άλλοι γιά τα αμνοερίφια, ενώ κατά μήκος των τοίχων, περιμετρικά, ήταν τοποθετημένα σιδερένια ταιγκέλια γιά την τοποθέτηση των μικρών σφαγίων ή των τεμαχισμένων μεγάλων ζώων, ώστε να διευκολύνεται το ζύγισμα στην μεγάλη πλάστιγγα , που ήταν κοντά στην δυτική πύλη του σφαγείου , και να γίνεται η τελική φόρτωση των κρεάτων στο αυτοκινούμενο ψυγείο γιά να ταξιδέψουν γιά την Αθήνα .
Κυριακή αύριο προ των Χριστουγέννων, Κυριακή των Προπατόρων, Αβραάμ δε εγέννησε Ισαάκ, Ισαάκ δε εγέννησε Ιακώβ, κατά Ματθαίον το Ευαγγέλιον, και τούτες τις μέρες πάντοτε μνημονεύω τον μπάρμπα Μιλτιάδη τον Μαρμαρά, Λήμνιο το γένος, κρεατέμπορο το επάγγελμα, δημοκράτη από την κούνια του και εξόριστο στην Ίο , ήδη από την δικτατορία του Μεταξά, γελώντας με ενημέρωνε από τα μικράτα μου, εξόριστοι στην Νιό εκατό, έλεγε, ενενηνταεννιά Κρήτες κι ένας Λήμνιος, Κυριακή προ των Χριστουγένννων, αύριο και πάντα τούτες τις μέρες θυμούμαι την έγνοια που είχε γιά τις αγορές από τους κτηνοτρόφους των πέριξ των Σερρών χωριών, αφού τότες κάθε νοικοκυριό στο χωριό ήταν αγροκτηνοτροφικό, κάθε νοικοκυριό είχε στην αυλή του σπιτιού εκτός από την αποθήκη και τον σταύλο της, κι ήταν αυτή η πρόσθετη απασχόληση , η κτηνοτροφική, ίσως η πιό σημαντική, αφού χάριν σ' αυτή το εισόδημα της οικογενείας πολλαπλασιαζόταν, και τα παιδιά του κάμπου των Σερρών γνωρίζουν πολύ καλά ότι η δυνατότητα που είχαν γιά άνεση στις σπουδές τους οφείλονταν στην εκτροφή βοοειδών και χοιρινών ή αιγοπροβάτων, Κυριακή προ των Χριστουγέννων, Κυριακή των Προπατόρων , Ιεσσαί δε εγέννησε Δαβίδ τον βασιλέα, Δαβίδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα, συνεχίζει ο Ευαγγελιστής, κι εγώ ανιστορώ τις φούριες που είχαν οι μέρες, μέρες που παρακολουθούσα ως ίσκιος του εκ μητρός πάππου μου, αφού μόλις χτυπούσε το κουδούνι γιά να σχολάσουμε, σαν πουλί βρισκόμουν στο σπίτι, στο πόδι έτρωγα κι ύστερα γραμμή γιά το σφαγείο, κόβωντας δρόμο μέσ' απ' τους μπαξέδες, μηλιές κι αχλαδιές, ροδακινιές και φιρικιές, κερασιές και κυδωνιές, τέτοιες μέρες όλα τα οπωροφόρα γυμνά , τα κλαδιά απλωμένα σε στάση δέησης, και μόνον στις αυλές , σε πολλές αυλές , ως Χριστουγεννιάτικος στολισμός , οι λωτοί, κοκκινοπορτοκαλί καρποί , να στολίζουν την πόλη, να ομορφαίνουν τις γειτονιές των Σερρών, τους Λωτοφάγους της Οδύσσειας ανακαλώντας, μελένιοι καρποί του γιορτινού τραπεζιού, έκοβα δρόμο και να που, πρίν ολοκληρωθεί η κοπιώδης εργασία των εκδοροσφαγέων, των σφαχτάδων, κατά πώς έλεγε ο παππούς, βρισκόμουν στο σφαγείο, αφού πρώτα φρόντιζα να σταματήσω και να πιώ νερό από ένα αρχαίο οθωμανικό σουληνάρι, που έτρεχε δροσερό νερό ολημερίς κι ολοχρονίς, μ' ένα όμορφο πετρόχτιστο χτίσμα ως υποδομή, με μιά όμορφη μαρμάρινη σκαλισμένη γούρνα μπροστά, με υποδεχόταν ένα συγκρατημένο χαμόγελο ως επιβράβευση, ένα μήλο ή βύσσινο χυμό ΝΕΚΤΑΡ με κερνούσε κατ' αρχήν στο μικρό καφενέ του κυρ Γιάννη, όπου εκεί και μόνον εκεί άναβε η ξυλόσομπα, γιά όσους είχε ξεπαγιάσει στο σφαγείο, μπαινόβγαιναν οι σφαχτάδες με τις μουσαμαδένιες μέχρι τον αστράγαλο ποδιές τους, με τα σοσόνια στα πόδια, τις μπότες δηλαδή τις αδιάβροχες, με την χοντρή δερμάτινη ζώνη, στη ζώνη από την οποία κρεμόταν η ξύλινη θήκη με τρία , συνήθως, διαφορετικού μεγέθους μαχαίρια και το μασάτι γιά το ακόνισμά τους, στο σφαγείο που δεν είχε παράθυρα κι οι πόρτες του ορθάνοιχτες , μιά σε κάθε σημείο του ορίζοντα, μιά ανατολικά γιά την είσοδο των προς σφαγήν ζώων, μιά δυτικά γιά την ζύγιση και φόρτωση, μιά στη μεριά του βοριά γιά την έξοδο προς τον καφενέ , από όπου μπαινόβγαιναν κι οι παραγωγοί, και μιά στο νοτιά, την πόρτα που χρησιμοποιούσαν οι ταμπάκηδες κι οι πατσατζήσες, ήγουν οι εμπορευόμενοι τα δέρματα, τα λίπη, τα πόδια, τις πατσές, τα έντερα, κι ύστερα, καθώς το σφαγείο δεν είναι παρθεναγωγείο αλλά χώρος σύγκρουσης συμφερόντων , αναλάμβανα καθήκοντα , με ρητές εντολές να έχω έγνοια να μην κλέβουν από τα σφάγια, να μην κόβουν κομμάτια από τα τεμαχισμένα ζώα και από τα συκωτοκέφαλα , όχι τάχα πως φοβούντουσαν την παρουσία μου, αλλά, τέλος πάντων , έπαιρναν μιά προφύλαξη να μην εκτεθούν !
Κυριακή των Προπατόρων και πώς να στρωθεί χριστουγεννιάτικο τραπέζι εάν δεν ματώσουν οι σφαχτάδες στο σφαγείο, εάν δεν χρησιμοποιήσουν το φάσγανον, το δίκοπο , ήγουν, σπαθί των αρχαίων Ελλήνων, που και σφάγανον το είπαν, εξ ού και η σφαγή και οι σφάχτες και το σφαγείον, και πώς να ψηθεί το χοιρινό μπουτί στη γάστρα, η γαλοπούλα με τα κουκουνάρια και το συκωτάκι ανάμεικτο με τον κιμά, και πώς να μαγειρευτεί το μοσχάρι πρασοσέληνο εάν δεν γδάρουν οι εκδορείς μετά την σφαγή, εάν δεν αφαιρεθεί η συκωταριά , εάν δεν αποχωριστεί το κεφάλι, εάν δεν βγούν τα σωθικά , εάν δεν τοποθετηθούν στις γούρνες νερού που διατρέχουν την μέση του σφαγείου από βορρά προς νότο γιά να καθαριστούν κοιλιές κι έντερα, εάν δεν γίνει τούτη η επίπονη κι επικίνδυνη σειρά εργασιών , η δύσκολη και ματωμένη εργασία, που ξεκινούσε με το πρώτο φώς του ήλιου, αφού οι μέρες του Δεκέμβρη είναι οι πιό μικρές του χρόνου και το ψύχος το δριμύτερο του χρόνου, και συνήθως τελείωνε αφού είχε νυχτώσει γιά καλά , εάν δεν ματώναν μέσα στο παγωμένο σφαγείο οι σφαχτάδες χριστουγεννιάτικο τραπέζι δεν στηνόταν, δεν στήνεται !
Πάσαι ούν αι γενεαί από Αβραάμ έως Δαυίδ γενεαί δεκατέσσαρες και από Δαβίδ έως μετοικεσίας Βαβυλώνος γενεαί δεκατέσσαρες , επισημαίνει ο Ματθαίος ο τελώνης, άρπαγας και άδικος που μετεστράφη , παράτησε το τελωνείο της καταπίεσης των αδυνάμων κι αγίασε, και καθώς νύχτωνε κι ερχόταν η ώρα γιά το ζύγισμα και την εν συνεχεία πληρωμή των παραγωγών, ο παππούς με έστελνε στο απέναντι μπακαλικάκι να αγοράσω ένα μικρό τετράδιο κι ένα μολύβι αφού θα εκτελούσα χρέη γραμματέα στο ζύγισμα , οι φορτωτές ξεκρεμούσαν τα τεμάχια, τα τοποθετούσαν στην πλάστιγγα ζύγισης, ο υπεύθυνος φώναζε δυνατά και εις επήκοον πάντων τον αριθμό των κιλών που έδειχνε η ζυγαριά κι οι ενδιαφερόμενοι σημείωναν, κι ο μικρός γραμματικός σημείωνε τον αριθμό του σφαγείου και τα κιλά, αφού με βάση αυτή την ζύγιση θα ακολουθούσαν οι πληρωμές, κάθε σφάγιο ήταν μαρκαρισμένο, αριθμημένο με μελάνι, ο κάθε κτηνοτρόφος ήξερε τους αριθμούς των ζώων του, ο κτηνίατρος είχε ήδη ελέγξει και σφραγίσει τα τεμάχια κι εν συνεχεία η φόρτωση στο αναμένον ψυγείο, που θα ταξίδευε όλη την νύχτα , δώδεκα - δεκαπέντε ώρες, γιά να τροφοδοτήσει την Αθήνα το πρωί !
Ξεμείναμε στην Ελλάδα κι από κρέατα κι από σφαγεία , ακολουθήσαμε κι ακολουθούμε καταστροφική κτηνοτροφική - κρεατοπαραγωγική πολιτική, καταστρέψαμε την ποιοτική αγροκτηνοτροφική βάση της χώρας, καταστρέψσμε τα νοικοκυριά που συνδύαζαν τις αγροτικές παραγωγές με την κτηνοτροφία, ξεμείναμε από την εξαιρετική ποιότητα των μοσχαριών και των χοιρινών που μεγάλωναν με υγιεινή διατροφή, κατακλύζεται η αγορά μας με άνοστα κρέατα από τεράστιες ευρωπαικές κτηνοτροφικές μονάδες που νοιάζονται με τις ποσότητες κι όχι γιά την ποιότητα, νοιάζονται γιά τις ανταγωνιστικές τιμές κι όχι γιά σωστό διατροφολόγιο, τρώμε και ταίζουμε τα παιδιά μας την κακή ποιότητα κρεάτων που εκτρέφονται σε ανήλιαγες μονάδες με ορμόνες και αντιβιοτικά , έλλειμμα Πολιτικής, μεγάλη συζήτηση , μην την ανοίξουμε πάλιν, άς τραγουδήσουμε τα κάλαντα πρώτα, Καλήν ημέραν άρχοντες, κι άν είναι ορισμός σας, Χριστού την θεία γέννηση, έλλειμμα Πολιτικής στον τομέα τον μείζονα της Αγροδιατροφής, της ποιότητας της αγροδιατροφής, οι ημέρες που έρχονται γιά την ανθρωπότητα είναι μέρες που οι πόλεμοι θα γίνουν γιά το νερό και την αγροδιατροφή, μέρες πονηρές μα εμείς ανυποψίαστοι και το κρέας και το γάλα καταντήσαμε να το εισάγουμε και τους κρεατοπαραγωγούς και τους γαλακτοπαραγωγούς ως παρίες τους αντιμετωπίζουμε, στο αρμόδιο, τάχα, Υπουργείο αναφέρομαι και στους αδαείς υπουργούς που κάνουν το αγροτικό τους εκεί αναφέρομαι, οι μέρεα που έρχονται είναι πρόκληση γιά μιά Χώρα που έχει την μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στον κόσμο , μετά την εξωτική Μαδαγασκάρη, είναι πρόκληση γιά παραγωγή του ποιοτικότερου κρέατος, του ποιοτικότερου τυριού, των καλύτερων λαχανικών και φρούτων, των πιό περιζήτητων κρασιών και λαδιών , αλλά αυτά δεν γίνονται με την αθλιότητα της διαφθοράς των επιδοτήσεων κι ο κλέψας του κλέψαντος !
Από δε της μετοικεσίας Βαβυλώνος έως του Χριστού γενεαί δεκατέσσαρες , ξεκαθαρίζει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής πρό της Χριστού Γέννας , και να που σε οκτώ μέρες , αγραυλούντες στην παγωνιά του Δεκέμβρη της κοινωνίας μας ή μήπως της ύπαρξης μας υποδεχόμαστε , όσοι αγαυλούν και εφόσον αγραυλούν, Παιδίον νέον, οξύμωρον το σχήμα, τον προ αιώνων Θεόν, και στον μικρό καφενέ , νύχτωσε πιά, το κρύο ταντάνωσε, τα τσάγια σερβίρονται, οι σφαχτάδες, ματωμένοι , αξύριστοι, θεονήστικοι, πτώματα από τον ολοήμερο αγώνα, προτιμούν το κονιάκ, άλλοι τιμούν την μέντα, άλλοι ξεροσφύρι τα ούζα, να ζεσταθούν τα κορμιά τους, ξυλιασμένοι από τον ψόφο, κατάκοποι από τον κάματο της σφαγής, ώρα πιά να πληρωθούν εργαζόμενοι και παραγωγοί, να κόψει ο οδηγός του ψυγείου την φορτωτική !
Γιαυτό σας λέω, άκουγα από μικρός τούτη την παλιά σημαίνουσα φράση , δεν σφάξαν, κι ένα πλήθος εικόνων, εμπειριών, ματωμένων εικόνων, βελάσματα αγωνίας, μουγκρίσματα απόγνωσης, γδούποι από το πέσιμο, βρισιές από τα ισνάφι, κραυγές έντασης αφού δεν ήταν σπάνιες οι φορές που ένα ταυρί αντιδρώντας μ' ένα τίναγμα απελευθερωνόταν και με τυφλή ορμή επιχειρούσε να βγεί από το σφαγείο, οπλές που γλιστρούν στην κατωφέρει του μουσκεμένου τσιμέντου, συντονισμός με το έι - ώπ γιά το τράβηγμα των σκοινιών στις τροχαλίες ώστε να σηκωθεί , να κρεμαατεί το σφάγιο , σάρκες που αχνίζουν μετά την εκδρορά, πιτσιλίσματα αιμάτων, ροές ατελείωτες αιμάτων, δυσοσμίες από τα χυμένα εντόσθια, που γέμιζαν και νότιζαν και μάτωναν και μύριζαν και χρωμάτιζαν το μυαλό μου !
Θα ρθείς γιά τα κάλαντα , με ρώτησε , φορώντας ριγμένη στην πλάτη του μιά βαριά κοντή βραχεία, χρώματος καφέ, δεν φόρεσε ποτέ του παλτό, πάντα την βραχεία, εννοείται χλαίνη, με ρώτησε γιά να μου το υπενθυμίσει, ενώ ήξερε ότι το μόνο σπίτι πού έλεγα τα κάλαντα ήταν το δικό του και πάντα πήγαινα αχάραγα , ίσα που τέλειωνε η πρωινή Λειυουργία της Παραμονής στην εκκλησιά του Σταυρού !
Ναί , παππού, θα 'ρθω , να καλαντίσω !
Κυριακή των Προπατόρων , αύριο, γενεαί δεκατεσσάρες κατά Ματθαίον, εξ ού και το λαικόν λόγιον, τον πέρασε γενεές δεκατέσσαρες, και εμείς μαζί με τους σφαχτάδες, τους τσομπαναραίους, τους κτηνοτρόφους, τους μάγους, τους καμηλιέρηδες , τους νταλικιέρηδες, τους τελώνες και τις πόρνες, τους ταπεινούς και καταφρονεμένους της γής ετοιμαζόμαστε, πιθανόν, εις υπάντησιν, στης ύπαρξης αγραυλούντες τις ερημιές !
Με το καλό η Χριστού γέννα !
Το χοιρινό πάντως, εάν βρείτε ντόπιο, θα σας βγάλει άλλες , ξεχασμένες ευωδιές στο τραπέζι , Άρχοντες !
Καλήν ημέραν ...
ΥΓ Η φωτογραφία από τα παλιά σφαγεία των Σερρών, όπου κρεατέμποροι και σφαχτάδες ποζάρουν, στάλθηκε από τον θείο μου Θέμι Μαρμαρά από το Σικάγο, λειτουργώντας ως πρόκληση ...