Κρινιώ Καλογερίδου
Ο χρόνος τρέχοντας πέρασε ήδη σε δεύτερο πλάνο τις ιστορίες ζωής στην νοτιοανατολική Τουρκία από το τραγικό πρωινό της 5ης προς 6η Φεβρουαρίου μέχρι σήμερα επαναφέροντας στα πρωτοσέλιδα επικαιρότητας τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τις...
ελληνοτουρκικές σχέσεις σε άλλο επίπεδο, αφού ο καταστροφικός σεισμός των 7,8 ρίχτερ έδωσε άμεση προτεραιότητα στα ανθρωπιστικά και διπλωματικά αντανακλαστικά της Ελλάδας παραμερίζοντας την δικαιολογημένη καχυποψία και ετοιμότητα απάντησης επί του πεδίου προ του ενδεχομένου εφαρμογής από την Τουρκία των σχεδίων αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας.
Της χώρας μας η οποία απαντάει μονίμως κατευναστικά προ των αναθεωρητικών θέσεων της Άγκυρας περί ”γκρίζων ζωνών” στο Αιγαίο και των υβριδικών απειλών της με εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και της μουσουλμανικής μειονότητας Θράκης.
Της χώρας μας που εφάρμοσε και αυτήν τη φορά, όπως το 1999 (σεισμός στο Ιζμίτ, 7,6 ρίχτερ) το fair play του σεβασμού στον ”τραυματισμένο” από φυσική καταστροφή αντίπαλο (ο οποίος επιβουλεύεται μόνιμα τα εδάφη της και αμφισβητεί την εθνική κυριαρχία των νησιών της) αποστέλλοντας ανθρωπιστική βοήθεια και ομάδα διάσωσης (ΕΜΑΚ).
Της χώρας μας που εκδηλώνει σε κάθε ευκαιρία τα ”ζεστά” αισθήματα των Ελλήνων για τον τουρκικό λαό, τον οποίο σε μόνιμη βάση δηλητηριάζουν κατά της Ελλάδας οι ηγέτες της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης στην Τουρκία, όπως και οι αξιωματούχοι, οι σύμβουλοι και οι εκπρόσωποι των μέσων επικοινωνίας της.
”Όσα φέρνει η ώρα”, όμως, ”δεν τα φέρνει ο χρόνος”, όπως λέει ο λαός μας. Έτσι μετά τον μεγασεισμό και τους μετασεισμούς που ακολούθησαν και προκάλεσαν τον θάνατο 46.000 ανθρώπων και παραπάνω, φάνηκε να αλλάζουν πολλά προς το καλύτερο στο θέμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Σ’ αυτό ελπίζουν, τουλάχιστον, οι δύο λαοί στις απέναντι όχθες του Αιγαίου. Παρ’ όλα αυτά, δεν λείπουν από την μεριά μας οι φωνές της έμπειρης εκτίμησης των πραγμάτων οι οποίες υποστηρίζουν ότι το παράθυρο ευκαιρίας για προώθηση της ”διπλωματίας των σεισμών” (μέσα από την ανθρωπιστική βοήθεια της Ελλάδας προς την Τουρκία) γρήγορα θα κλείσει.
Ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν δεν θα αντέξει για πολύ να κινείται (λόγω της ανάγκης και της αλληλεγγύης που επέδειξε η Ελλάδα προς την χώρα του) μέσα σε πλαίσιο αυτοσυγκράτησης η οποία πάει κόντρα στο αναθεωρητικό δόγμα της ”Γαλάζιας Πατρίδας”.
Έτσι θα επανέλθει σταδιακά η επιθετική ρητορική του απέναντί μας, όπως και η αύξηση της έντασης μεταξύ των δύο χωρών. Δείγματα αυτής της προοπτικής έγιναν ήδη εμφανή στην Τουρκία τρεις μέρες μετά τον σεισμό, όταν ο Τούρκος ναύαρχος Τζιχάτ Γιαϊτζί (”πατέρας” της ”Γαλάζιας Πατρίδας”) κατηγόρησε τους Έλληνες διασώστες (ΕΜΑΚ) για κατασκοπεία και προέτρεψε τις τουρκικές αρχές να τους απελάσουν, γιατί μπορεί να τους κατασκοπεύουν όπως το 1999…
Δείγματα αυτής της προοπτικής έγιναν εμφανή και σε ελληνικό έδαφος, αφού η προκλητικότητα στο Αιγαίο (παραβιάσεις του FIR Αθηνών από τουρκικά μαχητικά) — αν και έχει μειωθεί — δεν έπαψε να είναι υπαρκτή και μετά τον φονικό σεισμό που έπληξε την γείτονα χώρα.
Δείγματα αυτής της προοπτικής έγιναν εμφανή και στο έδαφος της Μεγαλονήσου, όπου παρατηρείται μαζική μετανάστευση Τούρκων επιζώντων του βιβλικού σεισμού στα Κατεχόμενα, κάτι που ελλοχεύει κινδύνους για την Κυπριακή Δημοκρατία.
Μπροστά στην νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στο νησί, η Λευκωσία έσπευσε μεν να προσφέρει τη βοήθειά της στους σεισμοπαθείς της Τουρκίας, αλλά ζήτησε παράλληλα από τον ΟΗΕ (για λόγους αυτοπροστασίας προ του κινδύνου εποικισμού του βορείου τμήματος της Κύπρου) να καταγραφούν ως ”πολίτες Τουρκίας” οι άρτι αφιχθέντες εκεί.
Κι αυτό αποβλέπει στη διασφάλιση όχι μόνο των Ελληνοκυπρίων, αλλά και των Τουρκοκυπρίων, γιατί μακροπρόθεσμος στόχος της Άγκυρας δεν έπαψε να είναι ο εποικισμός του νησιού και η αντικατάσταση σταδιακά της τουρκοκυπριακής κοινότητας με αμιγώς τουρκική, ώστε — μετά από διχοτόμηση της Κύπρου — να μετατραπεί η ”ΤΔΒΚ” σε μικρή επαρχία της Τουρκίας…
Εντωμεταξύ, όσο συμβαίνουν αυτά στην Μεγαλόνησο, το καθεστώς Ερντογάν ανασυντάσσει τις δυνάμεις του περιμένοντας από τη Δύση (την οποία καθύβριζε προ σεισμού) να ανοικοδομήσει το ερειπωμένο, νοτιοανατολικό κομμάτι της Τουρκίας, μιας και ο αραβικός κόσμος και οι τουρκόφωνες χώρες δεν έδειξαν την παραμικρή αλληλεγγύη.
Το κλίμα μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας μετά τον διπλό σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου έχει αλλάξει, αναμφίβολα, με αποκορύφωμα τον εναγκαλισμό του Νίκου Δένδια με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο αεροδρόμιο των Αδάνων μια εβδομάδα αργότερα.
Ωστόσο το διάλειμμα εξομάλυνσης είναι προσωρινό, μέχρι να επανέλθει δριμύτερη η τουρκική πολιτική αμφισβήτησης, η οποία — με πολιορκητικό κριό το casus belli — επιδιώκει, επί ημερών Ερντογάν, να οικειοποιηθεί κυριαρχικά δικαιώματα του Ελληνισμού στο Αιγαίο (152 νησιά) και την Ανατολική Μεσόγειο (Κύπρος).
Η Ελλάδα, που δεν υπήρξε ποτέ χώρα εκδικητικότητας, τα ”έσβησε” όλα αυτά από το μυαλό της και έσπευσε με συγκινητική αλληλεγγύη να στηρίξει τον σεισμόπληκτο τουρκικό λαό στην ανάγκη του. Όμως, πέρα από τους εναγκαλισμούς και τα θερμά λόγια, υπάρχει η σκληρή πραγματικότητα.
Και η σκληρή πραγματικότητα ώθησε την κυβέρνηση να επιταχύνει την κατασκευή του φράχτη στον Έβρο μέχρι να φτάσει τα 35 χιλιόμετρα. Είναι μια θετική απόφαση, ασφαλώς, αλλά — πριν προλάβουμε να νιώσουμε ανακουφισμένοι στο θέμα αυτό — ”ξαναχτύπησε” η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη.
Της χώρας μας η οποία απαντάει μονίμως κατευναστικά προ των αναθεωρητικών θέσεων της Άγκυρας περί ”γκρίζων ζωνών” στο Αιγαίο και των υβριδικών απειλών της με εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και της μουσουλμανικής μειονότητας Θράκης.
Της χώρας μας που εφάρμοσε και αυτήν τη φορά, όπως το 1999 (σεισμός στο Ιζμίτ, 7,6 ρίχτερ) το fair play του σεβασμού στον ”τραυματισμένο” από φυσική καταστροφή αντίπαλο (ο οποίος επιβουλεύεται μόνιμα τα εδάφη της και αμφισβητεί την εθνική κυριαρχία των νησιών της) αποστέλλοντας ανθρωπιστική βοήθεια και ομάδα διάσωσης (ΕΜΑΚ).
Της χώρας μας που εκδηλώνει σε κάθε ευκαιρία τα ”ζεστά” αισθήματα των Ελλήνων για τον τουρκικό λαό, τον οποίο σε μόνιμη βάση δηλητηριάζουν κατά της Ελλάδας οι ηγέτες της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης στην Τουρκία, όπως και οι αξιωματούχοι, οι σύμβουλοι και οι εκπρόσωποι των μέσων επικοινωνίας της.
”Όσα φέρνει η ώρα”, όμως, ”δεν τα φέρνει ο χρόνος”, όπως λέει ο λαός μας. Έτσι μετά τον μεγασεισμό και τους μετασεισμούς που ακολούθησαν και προκάλεσαν τον θάνατο 46.000 ανθρώπων και παραπάνω, φάνηκε να αλλάζουν πολλά προς το καλύτερο στο θέμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Σ’ αυτό ελπίζουν, τουλάχιστον, οι δύο λαοί στις απέναντι όχθες του Αιγαίου. Παρ’ όλα αυτά, δεν λείπουν από την μεριά μας οι φωνές της έμπειρης εκτίμησης των πραγμάτων οι οποίες υποστηρίζουν ότι το παράθυρο ευκαιρίας για προώθηση της ”διπλωματίας των σεισμών” (μέσα από την ανθρωπιστική βοήθεια της Ελλάδας προς την Τουρκία) γρήγορα θα κλείσει.
Ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν δεν θα αντέξει για πολύ να κινείται (λόγω της ανάγκης και της αλληλεγγύης που επέδειξε η Ελλάδα προς την χώρα του) μέσα σε πλαίσιο αυτοσυγκράτησης η οποία πάει κόντρα στο αναθεωρητικό δόγμα της ”Γαλάζιας Πατρίδας”.
Έτσι θα επανέλθει σταδιακά η επιθετική ρητορική του απέναντί μας, όπως και η αύξηση της έντασης μεταξύ των δύο χωρών. Δείγματα αυτής της προοπτικής έγιναν ήδη εμφανή στην Τουρκία τρεις μέρες μετά τον σεισμό, όταν ο Τούρκος ναύαρχος Τζιχάτ Γιαϊτζί (”πατέρας” της ”Γαλάζιας Πατρίδας”) κατηγόρησε τους Έλληνες διασώστες (ΕΜΑΚ) για κατασκοπεία και προέτρεψε τις τουρκικές αρχές να τους απελάσουν, γιατί μπορεί να τους κατασκοπεύουν όπως το 1999…
Δείγματα αυτής της προοπτικής έγιναν εμφανή και σε ελληνικό έδαφος, αφού η προκλητικότητα στο Αιγαίο (παραβιάσεις του FIR Αθηνών από τουρκικά μαχητικά) — αν και έχει μειωθεί — δεν έπαψε να είναι υπαρκτή και μετά τον φονικό σεισμό που έπληξε την γείτονα χώρα.
Δείγματα αυτής της προοπτικής έγιναν εμφανή και στο έδαφος της Μεγαλονήσου, όπου παρατηρείται μαζική μετανάστευση Τούρκων επιζώντων του βιβλικού σεισμού στα Κατεχόμενα, κάτι που ελλοχεύει κινδύνους για την Κυπριακή Δημοκρατία.
Μπροστά στην νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στο νησί, η Λευκωσία έσπευσε μεν να προσφέρει τη βοήθειά της στους σεισμοπαθείς της Τουρκίας, αλλά ζήτησε παράλληλα από τον ΟΗΕ (για λόγους αυτοπροστασίας προ του κινδύνου εποικισμού του βορείου τμήματος της Κύπρου) να καταγραφούν ως ”πολίτες Τουρκίας” οι άρτι αφιχθέντες εκεί.
Κι αυτό αποβλέπει στη διασφάλιση όχι μόνο των Ελληνοκυπρίων, αλλά και των Τουρκοκυπρίων, γιατί μακροπρόθεσμος στόχος της Άγκυρας δεν έπαψε να είναι ο εποικισμός του νησιού και η αντικατάσταση σταδιακά της τουρκοκυπριακής κοινότητας με αμιγώς τουρκική, ώστε — μετά από διχοτόμηση της Κύπρου — να μετατραπεί η ”ΤΔΒΚ” σε μικρή επαρχία της Τουρκίας…
Εντωμεταξύ, όσο συμβαίνουν αυτά στην Μεγαλόνησο, το καθεστώς Ερντογάν ανασυντάσσει τις δυνάμεις του περιμένοντας από τη Δύση (την οποία καθύβριζε προ σεισμού) να ανοικοδομήσει το ερειπωμένο, νοτιοανατολικό κομμάτι της Τουρκίας, μιας και ο αραβικός κόσμος και οι τουρκόφωνες χώρες δεν έδειξαν την παραμικρή αλληλεγγύη.
Το κλίμα μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας μετά τον διπλό σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου έχει αλλάξει, αναμφίβολα, με αποκορύφωμα τον εναγκαλισμό του Νίκου Δένδια με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο αεροδρόμιο των Αδάνων μια εβδομάδα αργότερα.
Ωστόσο το διάλειμμα εξομάλυνσης είναι προσωρινό, μέχρι να επανέλθει δριμύτερη η τουρκική πολιτική αμφισβήτησης, η οποία — με πολιορκητικό κριό το casus belli — επιδιώκει, επί ημερών Ερντογάν, να οικειοποιηθεί κυριαρχικά δικαιώματα του Ελληνισμού στο Αιγαίο (152 νησιά) και την Ανατολική Μεσόγειο (Κύπρος).
Η Ελλάδα, που δεν υπήρξε ποτέ χώρα εκδικητικότητας, τα ”έσβησε” όλα αυτά από το μυαλό της και έσπευσε με συγκινητική αλληλεγγύη να στηρίξει τον σεισμόπληκτο τουρκικό λαό στην ανάγκη του. Όμως, πέρα από τους εναγκαλισμούς και τα θερμά λόγια, υπάρχει η σκληρή πραγματικότητα.
Και η σκληρή πραγματικότητα ώθησε την κυβέρνηση να επιταχύνει την κατασκευή του φράχτη στον Έβρο μέχρι να φτάσει τα 35 χιλιόμετρα. Είναι μια θετική απόφαση, ασφαλώς, αλλά — πριν προλάβουμε να νιώσουμε ανακουφισμένοι στο θέμα αυτό — ”ξαναχτύπησε” η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη.
Μιλώντας στην εκπομπή ”Αντιθέσεις” στο ΚΡΗΤΗ TV η νυν βουλευτής Χανίων (η οποία έχει αναλάβει και ρόλο συνδέσμου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ με το Γραφείο του πρωθυπουργού), είπε πράγματα που έκαναν αρνητική αίσθηση.
Αρνητική αίσθηση και όχι μόνο, αφού έδωσε αφορμή για να επανέλθει η καχυποψία περί ”λαγού” της κυβέρνησης και διασύνδεσης των απόψεων του ΕΛΙΑΜΕΠ για τα ελληνοτουρκικά με τη ”μυστική διπλωματία” του Κυριάκου Μητσοτάκη και τη ”διπλωματία των σεισμών” που αναπτύσσεται μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας κατά την τρέχουσα σεισμογόνο περίοδο.
Γιατί δεν είναι μόνο η φράση της Ντόρας Μπακογιάννη (”Η Ελλάδα δεν είναι προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης, αλλά μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα Δύσης-Ανατολής”) που μας βάζει σε σκέψεις, γιατί έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη φράση του π. ΠτΔ Προκόπου Παυλόπουλου ”Η Ελλάδα είναι προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης και της ΕΕ στην Ανατολή” (Ιούνιος 2018).
Είναι, προπάντων, η υπονομευτική για τα εθνικά μας συμφέροντα τοποθέτησή της περί μη επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 νμ (ούτε καν) στην Κρήτη (κάτι που δήλωσε πως θα κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης), αν και η Ελλάδα δικαιούται την επέκταση από 6 σε 12 νμ σε όλο το Αιγαίο με βάση τη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS, 1982). Δήλωση που παραπέμπει ευθέως σε ανάλογες του ΕΛΙΑΜΕΠίστα πρώην ΥΦΕΞ του Σημίτη Χρήστου Ροζάκη περί μαξιμαλιστικής Ελλάδας (τυπική θέση της τουρκικής πλευράς).
Είναι, επιπλέον, η απαράδεκτη για πρώην Ελληνίδα ΥΠΕΞ θέση ότι ”Δεν είναι ταμπού η συνεκμετάλλευση”. Η διχοτόμηση του Αιγαίου, ουσιαστικά. Λες και είναι ιδιωτική περιουσία του εκάστοτε έχοντος και κατέχοντος εξουσία το γαλανόλευκο ”αλωνάκι” μας, για να δικαιούται να το διαμοιράσει…
Συνελόντι ειπείν, η θέση της περί… ”συνεκμετάλλευσης” του Αιγαίου είναι θέση μη πατριωτική. Είναι θέση που προετοιμάζει το έδαφος για τις Πρέσπες Νο2 και δίνει χέρι βοήθειας στον ”τραυματισμένο” Ταγίπ Ερντογάν. Είναι θέση που εμμένει, ουσιαστικά, στο συμβιβασμό με τον τουρκικό επεκτατισμό.
Είναι θέση που υφαίνει το μαγνάδι των συνειρμών, καθώς τη συνδέει με ανάλογη δήλωση του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού Θάνου Ντόκου (Φεβρουάριος 2020) και με εκείνην του ΥΠΑΜ της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ σε δημοσιογράφους (μετά την συνάντησή του με τον Έλληνα ομόλογό του Νίκο Παναγιωτόπουλο στην έκτακτη σύνοδο των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες): ”Λάβαμε θετική απάντηση από τον συνομιλητή μας για κοινή χρήση στο Αιγαίο” (Cumhuriyet, capital.gr: 17 Μαρτίου 2022)…