Με ορμητήριο το Ζευγολατιό, 57 κατηγορούμενοι εξαπάτησαν 235 πολίτες χακάροντας τους λογαριασμούς με συνολικό χρηματικό όφελος 1.964.865,53 ευρώ.
O...
βασικός πυρήνας 14 άτομα έχουν οδηγηθεί ήδη στις ανακριτικές αρχές με τους τέσσερις να προφυλακίζονται. Η «Ζούγκλα» παρουσιάζει τα στοιχεία που οδήγησαν στη σύλληψη τους.
Το modus operandi των Ρομά
Το modus operandi των Ρομά
Η εγκληματική οργάνωση δρούσε πανελλαδικά και σχεδόν σε καθημερινή βάση, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη επιμονή και υπομονή και χαρακτηρίζεται από μεγάλη εξοικείωση τόσο στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και το διαδίκτυο όσο και στη λειτουργία των τραπεζικών συστημάτων ,καταφέροντας αφενός να πείθουν τους παθόντες με διάφορα προσχήματα να τους γνωστοποιούν σημαντικά στοιχεία όπως usernames, passwords, OTPs και αφετέρου να ξεπερνούν τα διάφορα επίπεδα ασφαλείας των τραπεζικών συστημάτων ενώ καθημερινά πραγματοποιούσαν εκατοντάδες τηλεφωνικές κλήσεις σε υποψήφια θύματα, κυρίως εταιρείες, επιχειρήσεις, ξενοδοχείο, πρατήρια υγρών καυσίμων κ.α μέχρι να επιτύχουν το σκοπό τους, έχοντας δημιουργήσει εκ των προτέρων λίστα με υποψήφια θύματα.
Κέντρο δράστης τους αποτελούσε η περιοχή του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας και οι εκεί συνοικισμοί των ρομά όπου είχαν στήσει το επιχειριασιακό - τηλεφωνικό κέντρο τους, εκμεταλλευόμενοι τις ιδιαιτερότητες της περιοχής και την αδυναμία ακόμα και «κεκαλυμμένης» προσέγγισης από τις διωκτικές αρχές. Αρχικά λειτουργούσαν μέσα από διάφορες οικίες του συνοικισμού ενώ στη συνέχεια καθώς την τελευταία διετία επετεύχθησαν αρκετές συλλήψεις σε βάρος ομοειδών οργανώσεων με αποκορύφωμα την υπόθεση που εξιχνιάστηκε στην περιοχή από το Τμήμα Ασφαλείας Μεγάρων και εντοπίστηκαν τα εντός οικιών επιχειρησιακά - τηλεφωνικά κέντρας τους, παρατηρήθηκε ότι κατά τη διάρκεια της δράσης τους ήταν σε συνεχή κίνηση στην ευρύτερη περιοχή της Κορινθίας από ανατολικά μέχρι δυτικά και αντίστροφα ενεργοποιώντας τις αντίστοιχες κεραίες κινητής τηλεφωνίας.
Η στρατολόγηση
Για τις μεταφορές των χρηματικών ποσών δεν χρησιμοποιούσαν τραπεζικούς λογαριασμούς δικούς τους ή προσώπων του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος όπως έκαναν παλιότερα αλλά λογαριασμούς τρίτων προσώπων τους οποίους στρατολογούσαν έναντι χρηματικής αμοιβής 300 - 500 ευρώ. Το ρόλο της στρατολόγησης είχαν τα κατώτερα σε ιεραρχία μέλη της εγκληματικής οργάνωσης τα οποία τα αναζητούσαν ανάμεσα σε άτομα που είχαν οικονομική ανάγκη (τοξικομανείς,τζογαδόρους,επαίτες κλπ) .
Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης: Όλα τα μέλη είχαν διακριτούς ρόλους και συγκεκριμένα καθήκοντα.
Τηλεφωνητές: Συνομιλούσαν με τα θύματά τους και με πειθώ αποσπούσαν τα τραπεζικά τους στοιχεία.
Φυσικοί αυτουργοί – υποστηρικτές
Είναι τα άτομα που βρίσκονται μαζί με τους τηλεφωνητές στον ίδιο χώρο ή σε άμεση επαφή μέσω διαδικτύου μαζί τους και αναλαμβάνουν ρόλο αμέσως μόλις οι προηγούμενοι αποσπάσουν τα τραπεζικά στοιχεία των παθόντων. Είναι τα μέλη της οργάνωσης όπου με τη χρήση φορητών ηλεκτρονικών υπολογιστών ή νέας γενιάς έξυπνων κινητών τηλεφώνων αποστέλλουν τον απατηλό υπερσύνδεσμο στα θύματα. Τα ίδια μέλη λαμβάνουν την απάντηση των θυμάτων με τα τραπεζική στοιχεία και είτε εισέρχονται στην ηλεκτρονική τραπεζική (e-banking) των παθόντων είτε αποστέλλουν τα εν λόγω στοιχεία στους συνεργούς τους του «κέντρου συντονισμού και συλλογής» στο Ζεφύρι Αττικής ώστε να πραγματοποιούν τις χρηματικές μεταφορές προς τους τραπεζικούς λογαριασμούς των στρατολογημένων δικαιούχων. Επίσης, υποστηρίζουν τους τηλεφωνητές στις διάφορες ανάγκες τους, περιλαμβανομένου του φαγητού. Η έδρα των τηλεφωνητών και των υποστηρικτών τους βρίσκεται στο Ζευγολατιό Κορινθίας
Διευθύνοντες
Βρίσκονται σε διαρκή συνεννόηση με τα μέλη του «επιχειρησιακού κέντρου» της ιΚορινθίας και καθοδηγούν όλα τα κάτω από αυτούς μέλη της Οργάνωσης για την συλλογή των τραπεζικών στοιχείων και καρτών και συγκεντρώνουν τα χρήματα από τους εισπράκτορες και τα προωθούν σε όλα τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης αφού παρακρατήσουν τα χρήματα που αντιστοιχούν στην αμοιβή τους, στην αμοιβή των κατώτερων μελών της οργάνωσης και των στρατολογημένων δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών και στα διάφορα άλλα έξοδα (καύσιμα για μετακινήσεις, τηλεφωνικές κάρτες κτλ). Με την πάροδο του χρόνου οι διευθύνοντες ανέλαβαν τον πλήρη χειρισμό των ηλεκτρονικών τραπεζικών των παθόντων και των στρατολογημένων δικαιούχων και τον συντονισμό των μελών που ανέμεναν πλησίον Α.Τ.Μ. για να πραγματοποιήσουν αναλήψεις. Τους τελευταίους τους αποκαλούσαν «αναλήπτες». Δημιούργησαν πολλαπλά δίκτυα στρατολόγησης δικαιούχων και συλλογής τραπεζικών στοιχείων, καρτών κτλ προκειμένου να μεγιστοποιήσουν το παράνομο κέρδος τους αφού διαπίστωναν ότι τα θύματα ήταν περισσότερα από τους διαθέσιμους στρατολογημένους.
«Χάκερ»
Είναι το μέλος της εγκληματικής οργάνωσης που γνωρίζει άριστα από ηλεκτρονικούς υπολογιστές και δημιουργεί τους υπερσυνδέσμους και τις πανομοιότυπες των τραπεζών ιστοσελίδες. Αποκαλείται από τους υπολοίπους ως «χάκερ» και σύμφωνα με τους διαλόγους που καταγράφηκαν, πληρώνεται με το «κομμάτι».
Εισπράκτορες — στρατολογητές (ομαδάρχες)
Λαμβάνουν εντολές απευθείας από τα ανώτερα μέλη του «κέντρου συλλογής» του Ζεφυρίου, στρατολογούν δικαιούχους τραπεζικών λογαριασμών, διευθύνουν τους κάτω από αυτούς στρατολογητές, κατέχουν τις τραπεζικές κάρτες των στρατολογημένων δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών και πραγματοποιούν τις αναλήψεις από διάφορα Α.Τ.Μ. είτε οι ίδιοι είτε άλλα πρόσωπα της εμπιστοσύνης τους από το οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον τους και μεταφέρουν με όλους τους διαθέσιμους τρόπους τα κέρδη της οργάνωσης προς τα δυο «κέντρα» και ιδιαίτερα αυτό του Ζεφυρίου. Λαμβάνουν χρηματική αμοιβή για τις υπηρεσίες τους με το «κομμάτι», δηλαδή με την κάθε τραπεζική κάρτα — τραπεζικό λογαριασμό που εξασφαλίζουν η οποία ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των 700 — 1.200 ευρώ.
Στρατολογητές ή μεσολαβητές:
Λαμβάνουν εντολές από τους «ομαδάρχες», αναζητούν διαρκώς και στρατολογούν, έναντι μικρής αμοιβής, δικαιούχους τραπεζικών λογαριασμών ανάμεσα σε άτομα σε δεινή οικονομική κατάσταση (τοξικομανή, άστεγους, τζογαδόρους κτλ) από τους οποίους παραλαμβάνουν τραπεζικές κάρτες, στοιχεία ηλεκτρονικής τραπεζικής (username — password) και ταυτοποιημένες υπό των τραπεζικών ιδρυμάτων κάρτες sim έναντι μικρής χρηματικής αμοιβής (500 — 700 ευρώ
Πώς δρούσαν
Τα ανώτερα στην ιεραρχία μέλη της οργάνωσης είχαν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία τόσο στην εξαπάτηση των ανυποψίαστων παθόντων όσο και στην απόκρυψη της δράσης τους επιδεικνύοντας, κατά την επιχείρηση εξαπάτησης των θυμάτων, ιδιαίτερη ικανότητα, ετοιμολογία και εφευρετικότητα, σημειώνοντας αξιοπρόσεκτα ποσοστά επιτυχίας και βελτιώνοντας κάθε φορά τα λάθη που οδηγούσαν στον εντοπισμό τους.
Τα αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης δημιουργούσαν λίστα και συνέλλεγαν πληροφορίες για τους στόχους τους από ανοικτές πηγές διαδικτύου και αγγελίες ενώ σε αρκετές περιπτώσεις επικοινωνούσαν τηλεφωνικά σε προγενέστερο της απάτης χρόνο για να εμπλουτίσουν τις πληροφορίες για τον στόχο τους ώστε να είναι πειστικοί κατά την επικοινωνία που θα είχαν με σκοπό να ι εξαπατήσουν αυτόν. Προς τούτο χρησιμοποιούσαν αγγελίες, διαφημίσεις, κρατικές επιχορηγήσεις (powerpass, fuelpass κτλ) ακόμα και αναρτημένες στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» πληρωμές από διάφορους οργανισμούς σε φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις. Προσπαθούσαν, δηλαδή, να δημιουργήσουν, με ι οποιοδήποτε τρόπο, πρόφαση για οικονομική συναλλαγή με τα υποψήφια θύματα εκμεταλλευόμενοι και την επικαιρότητα.
Κατόπιν, ο ένας εκ των μελών της εγκληματικής οργάνωσης επικοινωνούσε τηλεφωνικά σε διάφορες εταιρείες, επιχειρήσεις, καταστήματα ή και φυσικά πρόσωπα ανά την επικράτεια και με το προσφορότερο κάθε φορά πρόσχημα προσπαθούσε να μάθει τον αριθμό ΙΒΑΝ του τραπεζικού λογαριασμού του υποψήφιου θύματος.
Το συνηθέστερο πρόσχημα ήταν ότι επιθυμούσε να εξοφλήσει χρέος από προηγούμενη αγορά προϊόντων ή να προκαταβάλει την αξία παρεχόμενης υπηρεσίας, ιδίως σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις εστίασης ενώ δεν παρέλειπαν να χρησιμοποιήσουν και άλλα προσχήματα που προέκυπταν από την επικαιρότητα, όπως είναι η καταβολή επιδόματος ηλεκτρικής ενέργειας (powerpass) ή την άμεση αγορά οχήματος ή αντικειμένου που ο παθόντας είχε θέσει σε αγγελία στο διαδίκτυο.
Κατά την επικοινωνία του δράστη με τον παθόντα συμμετείχε και έτερος δράστης (άνδρας ή γυναίκα) τον οποίο σύστηνε ο πρώτος ως τον λογιστή του ή τον γιο του που θα τον βοηθούσε στην διεκπεραίωση της ηλεκτρονικής συναλλαγής τους καθώς ο ίδιος δήθεν δεν ήταν εξοικειωμένος με την διαδικασία αυτή.
Στο τέλος της ημέρας υπολόγιζαν το ύψος των χρημάτων που είχαν αναληφθεί, τα έξοδα που είχαν απαιτηθεί για την κινητοποίηση του δικτύου και την «αγορά», όπως αποκαλούσαν, των τραπεζικών καρτών και την αμοιβή και τα υπόλοιπα χρήματα μεταφέρονταν είτε με αυτοπρόσωπες μεταβάσεις των ίδιων των μελών στο «κέντρο συλλογής και συντονισμού» στο Ζεφύρι Αττικής είτε με μεταφορές μέσω εταιρειών μεταφορών χρημάτων.
Με τα χρήματα που άρπαζαν, αγόραζαν ακριβά οχήματα, κατασκεύαζαν πολυτελείς κατοικίες, αποκτούσαν καταστήματα και ποσοστά σε διάφορες επιχειρήσεις νομιμοποιώντας με αυτόν τον τρόπο τα κέρδη από την εγκληματική τους δράση. Δεν παρέλειπαν δε να επιδεικνύουν τον άνετο και σπάταλο βίο τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο οποίος περιελάμβανε ταξίδια αναψυχής, ακριβές διασκεδάσεις σε γνωστά εστιατόρια και κέντρα αλλά να δημοσιεύουν βίντεο και φωτογραφίες με χαρτονομίσματα μεγάλης αξίας με τα οποία έραιναν νεογέννητα, νεόνυμφους, διασκεδάζοντες ή και έκαιγαν αυτούσια χαρτονομίσματα υψηλής αξίας προς επίδειξη απολαμβάνοντας τις επιδοκιμασίες και την «αναγνώριση» των διαδικτυακών τους φίλων και του περίγυρού τους.
Το συνηθέστερο πρόσχημα ήταν ότι επιθυμούσε να εξοφλήσει χρέος από προηγούμενη αγορά προϊόντων ή να προκαταβάλει την αξία παρεχόμενης υπηρεσίας, ιδίως σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις εστίασης ενώ δεν παρέλειπαν να χρησιμοποιήσουν και άλλα προσχήματα που προέκυπταν από την επικαιρότητα, όπως είναι η καταβολή επιδόματος ηλεκτρικής ενέργειας (powerpass) ή την άμεση αγορά οχήματος ή αντικειμένου που ο παθόντας είχε θέσει σε αγγελία στο διαδίκτυο.
Κατά την επικοινωνία του δράστη με τον παθόντα συμμετείχε και έτερος δράστης (άνδρας ή γυναίκα) τον οποίο σύστηνε ο πρώτος ως τον λογιστή του ή τον γιο του που θα τον βοηθούσε στην διεκπεραίωση της ηλεκτρονικής συναλλαγής τους καθώς ο ίδιος δήθεν δεν ήταν εξοικειωμένος με την διαδικασία αυτή.
Στο τέλος της ημέρας υπολόγιζαν το ύψος των χρημάτων που είχαν αναληφθεί, τα έξοδα που είχαν απαιτηθεί για την κινητοποίηση του δικτύου και την «αγορά», όπως αποκαλούσαν, των τραπεζικών καρτών και την αμοιβή και τα υπόλοιπα χρήματα μεταφέρονταν είτε με αυτοπρόσωπες μεταβάσεις των ίδιων των μελών στο «κέντρο συλλογής και συντονισμού» στο Ζεφύρι Αττικής είτε με μεταφορές μέσω εταιρειών μεταφορών χρημάτων.
Με τα χρήματα που άρπαζαν, αγόραζαν ακριβά οχήματα, κατασκεύαζαν πολυτελείς κατοικίες, αποκτούσαν καταστήματα και ποσοστά σε διάφορες επιχειρήσεις νομιμοποιώντας με αυτόν τον τρόπο τα κέρδη από την εγκληματική τους δράση. Δεν παρέλειπαν δε να επιδεικνύουν τον άνετο και σπάταλο βίο τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο οποίος περιελάμβανε ταξίδια αναψυχής, ακριβές διασκεδάσεις σε γνωστά εστιατόρια και κέντρα αλλά να δημοσιεύουν βίντεο και φωτογραφίες με χαρτονομίσματα μεγάλης αξίας με τα οποία έραιναν νεογέννητα, νεόνυμφους, διασκεδάζοντες ή και έκαιγαν αυτούσια χαρτονομίσματα υψηλής αξίας προς επίδειξη απολαμβάνοντας τις επιδοκιμασίες και την «αναγνώριση» των διαδικτυακών τους φίλων και του περίγυρού τους.