Αθηνά Κατσαφάδου
Το γνωρίζουν καλά οί Τούρκοι αυτό. Κάθε χρόνο επαναλαμβάνουν τις ίδιες κακόγουστες, ανούσιες διθυραμβικές παραστάσεις τους για την Άλωση της Βασιλεύουσας. Νομίζουν πώς ταπεινώνουν τον μεγάλο ναό της Χριστιανοσύνης μετατρέποντάς τον σε τζαμί και πώς ή Κωνσταντινούπολη είναι πράγματι δική τους και την ορίζουν.
Εάν...
πράγματι, ήσαν σίγουροι για την τελεσίδικη κατάκτηση της Πόλης των πόλεων δεν χρειάζονταν όλα αυτά τά πανηγύρια. Σοβαροί Τούρκοι δημοσιογράφοι το έχουν κατ΄επανάληψη επισημάνει.
Οί μορφωμένοι ανάμεσά τους ξέρουν πώς είναι πρόσκαιροι και επήλυδες. Είναι καταχτητές ενός μεγάλου πολιτισμού και μιάς Πόλης πού όμοιά της δεν υπήρξε ποτέ και πώς εκείνοι απεδείχτηκαν πολύ κατώτεροι των κατακτημένων.
Ή Βασιλεύουσα δεν παραδόθη. Κατελήφθη με μπαμπεσιά . Ό βασιλέας μας δεν παρεδόθη. Πολέμησε στην Πύλη του Ρωμανού ως απλός στρατιώτης και σκοτώθηκε. Ή άρνηση της παράδοσης της Πόλης με την ελληνική απάντηση του Κωνσταντίνου Παλαιλόγου στον Μωάμεθ Β΄ έχει μείνει ιστορική για το απέριττο, περήφανο και βαθύ περιεχόμενό της.
«Το δε την Πόλιν σοι δούναι, ούτ΄εμόν εστί ούτ΄αλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γάρ γνώμη , πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ού φεισόμεθα της ζωής ημών»
Είναι το βυζαντινό ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ. Με αυτήν την σεμνή , περήφανη και αποφασιστική απάντηση ή Βασιλεύουσα κατέχτησε στο φαντασιακό του Ελληνικού Έθνους όλους αυτούς τους αιώνες της σκληρής και βάρβαρης τουρκικής σκλαβιάς την αναγκαιότητα της απελευθέρωσης. Το έθνος μας ταπεινώθηκε.
Εξανδραποδήθηκε, βιάστηκε, μάτωσε , πόνεσε. Ποτέ μά ποτέ δεν έπαψε να ελπίζει στην απελευθέρωσή του . Δεν παραδοθήκαμε με συνθηκολόγηση γιατί δήθεν είμαστε αδύναμοι ενώπιον πολυάριθμου καλά εξοπλισμένου στρατού .Τήν παράδοση θα την διαπραγμετευόντουσαν οι Μητσοτάκηδες, Τσίπρηδες, Δένδιες, Κοτζιάδες και Κατρούγκαλοι εκείνης της εποχής. Αντισταθήκαμε, πολεμήσαμε και σκοτωθήκαμε υπερασπίζοντάς την.
Ό αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος – όχι μόνο γενναίος, αλλά και μέγας στην σκέψη και στην ψυχή – ήξερε καλά ότι, και αν ό λ ο ι τ ο υ ς πέθαιναν , δ έ ν θ ά π έ θ α ι ν ε Τ Ο Γ Ε Ν Ο Σ Μ Α Σ , ενώ εάν , υιοθετώντας τις προτάσεις του σουλτάνου , δεχόταν να σώσει τον εαυτό του και όλους τους άρχοντες , το Γένος θα χανόταν.
Μια Πόλη πού αντιστάθηκε με τέτοιο λυσσαλέο τρόπο, ελάχιστοι έναντι υπερπολλαπλασίων έχει εγγράψει απαίτηση αναπόδραστη στην μνήμη του λαού μας της πώς περιμένει…
Πάλι με χρόνια με καιρούς , πάλι δικιά μας θα, ναι…
Τον κατευνασμό, (όπως αποκαλούν οι σημερινοί ναινέκοι την παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας μας στην αναθεωτητική Τουρκία ) άλλωστε τον αντιμετώπισε και τότε ό Κωνσταντίνος Παλαιολόγος όταν ό Μωάμεθ του έκανε πρόταση να φύγει με όλους τους άρχοντες και με όλα τά τιμαλφή του από την Πόλη απείραχτος και να του την παραδώσει.
Ό Βασιλέας μας, με βαθύτατη πίστη στον Θεό και στην χιλιάδων ετών διαχρονικότητα του γένους μας απάντησε πάλι μέ ένα κείμενο – απάντηση, πού παραμένει έκτοτε μνημείο Πολιτικής ηθικής και ήθους για την βαριά ευθύνη πού έχει ή πού θα έπρεπε να έχει όποιος αποφασίζει για το μέλλον ή για την εξαφάνιση από την ιστορία τού έθνους τοu :
«Επεί τά της μάχης ηρετίσω, και ούτε όρκοις ούτε κολακείες πεισθήναι ποιήσαι σε έχω, ποίει α βούλει. Εγώ γάρ προς τον Θεόν καταφεύγω, και ει θελητόν αυτώ εστί του δούναι και την πόλιν ταύτην είς χείρας σου, τις αντειπείν δυνάμενος; Ει δε πάλιν εμφυτεύσει ειρήνην εν τη καρδία σου , και τούτο ασπασίως αποδέχομαι. Εγώ από του νύν τάς πύλας της πόλεως κεκλεισμένας έχων φυλάξω όσον ή δύναμις . Σύ δε καταδυναστεύων δυνάστευε, έως ό δίκαιος κριτής αποδώσει εκάστω εμοί τε και σοί , την δικαίαν απόφασιν».
Οί θαυμάσιοι αυτοί λόγοι του Κωνσταντίνου απευθύνοντο στον Μωάμεθ πρίν καταφθάσει ό Ιουστινιάνης και ό Ισίδωρος , δηλαδή τον Ιούνιο του 1452.
Το μεγαλείο των λόγων του ,απευθυνόμενος στον ίδιο τον αντίπαλό του, βρίσκεται ακριβώς στο ότι, δεν πήρε το κοινό και φθαρμένο στην ιστορία, αλαζονικό ύφος της απειλής, και δεν εμνημόνευσε διόλου το ενδεχόμενο της δικής του νίκης. Δεν θα ήταν πραγματικά Μέγας εάν μνημόνευε το ενδεχόμενο αυτό.
Γνώριζε ότι ήταν αρχηγός κράτους ανυπάρκτου. Και ότι ήταν αυτοκράτωρ δίχως αυτοκρατορία. Θα είχε το δικαίωμα επιχειρώντας να εκφοβίσει τον αντίπαλό του με λόγια αναιδή και κούφια να παραστήσει τον ισχυρό και τον αισιόδοξο;
Θα΄χαναν κάθε ηθική ομορφιά και σεμνότητα οί λόγοι του τελευταίου Καίσαρος, αν μιλούσε όπως ό πρώτος συνονόματος Καίσαρ.
Ηταν βαθύτατα πεπεισμένος ότι θα θυσιαστεί. Εκτός εάν γινόταν θαύμα. Δύναμή του ήταν ή απόφαση να θυσιαστεί. Δεν θα έδειχνε πραγματική δύναμη εάν έλεγε ότι αποβλέπει και στην πιθανότητα να σωθεί.
Οί μορφωμένοι ανάμεσά τους ξέρουν πώς είναι πρόσκαιροι και επήλυδες. Είναι καταχτητές ενός μεγάλου πολιτισμού και μιάς Πόλης πού όμοιά της δεν υπήρξε ποτέ και πώς εκείνοι απεδείχτηκαν πολύ κατώτεροι των κατακτημένων.
Ή Βασιλεύουσα δεν παραδόθη. Κατελήφθη με μπαμπεσιά . Ό βασιλέας μας δεν παρεδόθη. Πολέμησε στην Πύλη του Ρωμανού ως απλός στρατιώτης και σκοτώθηκε. Ή άρνηση της παράδοσης της Πόλης με την ελληνική απάντηση του Κωνσταντίνου Παλαιλόγου στον Μωάμεθ Β΄ έχει μείνει ιστορική για το απέριττο, περήφανο και βαθύ περιεχόμενό της.
«Το δε την Πόλιν σοι δούναι, ούτ΄εμόν εστί ούτ΄αλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γάρ γνώμη , πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ού φεισόμεθα της ζωής ημών»
Είναι το βυζαντινό ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ. Με αυτήν την σεμνή , περήφανη και αποφασιστική απάντηση ή Βασιλεύουσα κατέχτησε στο φαντασιακό του Ελληνικού Έθνους όλους αυτούς τους αιώνες της σκληρής και βάρβαρης τουρκικής σκλαβιάς την αναγκαιότητα της απελευθέρωσης. Το έθνος μας ταπεινώθηκε.
Εξανδραποδήθηκε, βιάστηκε, μάτωσε , πόνεσε. Ποτέ μά ποτέ δεν έπαψε να ελπίζει στην απελευθέρωσή του . Δεν παραδοθήκαμε με συνθηκολόγηση γιατί δήθεν είμαστε αδύναμοι ενώπιον πολυάριθμου καλά εξοπλισμένου στρατού .Τήν παράδοση θα την διαπραγμετευόντουσαν οι Μητσοτάκηδες, Τσίπρηδες, Δένδιες, Κοτζιάδες και Κατρούγκαλοι εκείνης της εποχής. Αντισταθήκαμε, πολεμήσαμε και σκοτωθήκαμε υπερασπίζοντάς την.
Ό αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος – όχι μόνο γενναίος, αλλά και μέγας στην σκέψη και στην ψυχή – ήξερε καλά ότι, και αν ό λ ο ι τ ο υ ς πέθαιναν , δ έ ν θ ά π έ θ α ι ν ε Τ Ο Γ Ε Ν Ο Σ Μ Α Σ , ενώ εάν , υιοθετώντας τις προτάσεις του σουλτάνου , δεχόταν να σώσει τον εαυτό του και όλους τους άρχοντες , το Γένος θα χανόταν.
Μια Πόλη πού αντιστάθηκε με τέτοιο λυσσαλέο τρόπο, ελάχιστοι έναντι υπερπολλαπλασίων έχει εγγράψει απαίτηση αναπόδραστη στην μνήμη του λαού μας της πώς περιμένει…
Πάλι με χρόνια με καιρούς , πάλι δικιά μας θα, ναι…
Τον κατευνασμό, (όπως αποκαλούν οι σημερινοί ναινέκοι την παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας μας στην αναθεωτητική Τουρκία ) άλλωστε τον αντιμετώπισε και τότε ό Κωνσταντίνος Παλαιολόγος όταν ό Μωάμεθ του έκανε πρόταση να φύγει με όλους τους άρχοντες και με όλα τά τιμαλφή του από την Πόλη απείραχτος και να του την παραδώσει.
Ό Βασιλέας μας, με βαθύτατη πίστη στον Θεό και στην χιλιάδων ετών διαχρονικότητα του γένους μας απάντησε πάλι μέ ένα κείμενο – απάντηση, πού παραμένει έκτοτε μνημείο Πολιτικής ηθικής και ήθους για την βαριά ευθύνη πού έχει ή πού θα έπρεπε να έχει όποιος αποφασίζει για το μέλλον ή για την εξαφάνιση από την ιστορία τού έθνους τοu :
«Επεί τά της μάχης ηρετίσω, και ούτε όρκοις ούτε κολακείες πεισθήναι ποιήσαι σε έχω, ποίει α βούλει. Εγώ γάρ προς τον Θεόν καταφεύγω, και ει θελητόν αυτώ εστί του δούναι και την πόλιν ταύτην είς χείρας σου, τις αντειπείν δυνάμενος; Ει δε πάλιν εμφυτεύσει ειρήνην εν τη καρδία σου , και τούτο ασπασίως αποδέχομαι. Εγώ από του νύν τάς πύλας της πόλεως κεκλεισμένας έχων φυλάξω όσον ή δύναμις . Σύ δε καταδυναστεύων δυνάστευε, έως ό δίκαιος κριτής αποδώσει εκάστω εμοί τε και σοί , την δικαίαν απόφασιν».
Οί θαυμάσιοι αυτοί λόγοι του Κωνσταντίνου απευθύνοντο στον Μωάμεθ πρίν καταφθάσει ό Ιουστινιάνης και ό Ισίδωρος , δηλαδή τον Ιούνιο του 1452.
Το μεγαλείο των λόγων του ,απευθυνόμενος στον ίδιο τον αντίπαλό του, βρίσκεται ακριβώς στο ότι, δεν πήρε το κοινό και φθαρμένο στην ιστορία, αλαζονικό ύφος της απειλής, και δεν εμνημόνευσε διόλου το ενδεχόμενο της δικής του νίκης. Δεν θα ήταν πραγματικά Μέγας εάν μνημόνευε το ενδεχόμενο αυτό.
Γνώριζε ότι ήταν αρχηγός κράτους ανυπάρκτου. Και ότι ήταν αυτοκράτωρ δίχως αυτοκρατορία. Θα είχε το δικαίωμα επιχειρώντας να εκφοβίσει τον αντίπαλό του με λόγια αναιδή και κούφια να παραστήσει τον ισχυρό και τον αισιόδοξο;
Θα΄χαναν κάθε ηθική ομορφιά και σεμνότητα οί λόγοι του τελευταίου Καίσαρος, αν μιλούσε όπως ό πρώτος συνονόματος Καίσαρ.
Ηταν βαθύτατα πεπεισμένος ότι θα θυσιαστεί. Εκτός εάν γινόταν θαύμα. Δύναμή του ήταν ή απόφαση να θυσιαστεί. Δεν θα έδειχνε πραγματική δύναμη εάν έλεγε ότι αποβλέπει και στην πιθανότητα να σωθεί.
Ή πύλη του Αγίου Ρωμανού βρίσκεται λίγο πιο πέρα από την μέση των χερσαίων τειχών . Εκεί, στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, ό τελευταίος βασιλέας μας, αποφασισμένος, γαλήνιος, υπερκόσμιος , καβάλα στο αλογο , ήλθε αντιμέτωπος με την μοίρα του. Το ήξερε. Στο τελευταίο του λόγο στους άρχοντες, εκατόνταρχους και λαό μίλησε γι΄αυτά πού αξίζει να ζεί και να πεθαίνει ό Έλλην :
«…Καλώς ούν οιδατε, αδελφοί, ότι διά τέσσαρα τινά οφειλέται κοινώς εσμέν πάντες ινα προτιμήσωμεν αποθανείν μάλλον ή ζήν, πρώτον μέν υπέρ της πίστεως ημών και της ευσεβείας , δεύτερον δε υπέρ πατρίδος, τρίτον δε υπέρ του βασιλέως Χριστού Κυρίου και τέταρτον υπέρ φίλων …..ούκ έχω καιρόν ειπείν υμείν πλείονα.
Μόνον το τεταπεινωμένον ημέτερον σκήπτρον είς τάς υμών χείρας ανατίθημι, ίνα αυτό μετ΄ευνοίας φυλάξητε. Παρακαλώ δε και τούτο και δέομαι της υμετέρας αγάπης , ίνα την πρέπουσαν τιμήν και υποταγήν δώσητε τοίς ημετέροις στρατηγοίς και δημάρχους και εκατοντάρχοις, έκαστος κατά τάξιν αυτού και τάγμα και υπηρεσία. Γνωρίσατε δη τούτο. Και εάν εκ καρδίας φυλαξητε τά οσα ενετειλάμην υμίν, ελπίζω είς Θεόν ως λυτρωθείημεν ημείς της ενεστώσης αυτού δικαίας απειλής. Δεύτερον δε και ό στέφανος ό αδαμάντινος έν ουρανοίς εναπόκειται υμίν, και μνήμη αιώνιος καί άξιος εν τώ κόσμω έσεται».
Οί πάντες, γράφει ό Σφρατζής πού ήταν παρών «ως έξ ενός στόματος απεκρίναντο μετά κλαυθμού λέγοντες , αποθανώμεν υπέρ της Χριστού πίστεως και της πατρίδος ημών».
Ή παρακαταθήκη του βασιλέως μας είναι μία. Υπέρ Πίστεως και Πατρίδας.
Καλό είναι να το έχουν υπ΄όψιν τους όσοι προωθούν τον επονομαζόμενο κατευνασμό παραχωρώντας εθνική κυριαρχία υπό την μορφή συνεκμετάλευσης – συνδιαχείρισης υπέρ της Τουρκίας καί ‘’φίλιων συμμαχικών μας δυνάμεων’’.
Θα βρεθούν πρό εκπλήξεων…
*Η Αθηνά Κατσαφάδου είναι δικηγόρος.
«…Καλώς ούν οιδατε, αδελφοί, ότι διά τέσσαρα τινά οφειλέται κοινώς εσμέν πάντες ινα προτιμήσωμεν αποθανείν μάλλον ή ζήν, πρώτον μέν υπέρ της πίστεως ημών και της ευσεβείας , δεύτερον δε υπέρ πατρίδος, τρίτον δε υπέρ του βασιλέως Χριστού Κυρίου και τέταρτον υπέρ φίλων …..ούκ έχω καιρόν ειπείν υμείν πλείονα.
Μόνον το τεταπεινωμένον ημέτερον σκήπτρον είς τάς υμών χείρας ανατίθημι, ίνα αυτό μετ΄ευνοίας φυλάξητε. Παρακαλώ δε και τούτο και δέομαι της υμετέρας αγάπης , ίνα την πρέπουσαν τιμήν και υποταγήν δώσητε τοίς ημετέροις στρατηγοίς και δημάρχους και εκατοντάρχοις, έκαστος κατά τάξιν αυτού και τάγμα και υπηρεσία. Γνωρίσατε δη τούτο. Και εάν εκ καρδίας φυλαξητε τά οσα ενετειλάμην υμίν, ελπίζω είς Θεόν ως λυτρωθείημεν ημείς της ενεστώσης αυτού δικαίας απειλής. Δεύτερον δε και ό στέφανος ό αδαμάντινος έν ουρανοίς εναπόκειται υμίν, και μνήμη αιώνιος καί άξιος εν τώ κόσμω έσεται».
Οί πάντες, γράφει ό Σφρατζής πού ήταν παρών «ως έξ ενός στόματος απεκρίναντο μετά κλαυθμού λέγοντες , αποθανώμεν υπέρ της Χριστού πίστεως και της πατρίδος ημών».
Ή παρακαταθήκη του βασιλέως μας είναι μία. Υπέρ Πίστεως και Πατρίδας.
Καλό είναι να το έχουν υπ΄όψιν τους όσοι προωθούν τον επονομαζόμενο κατευνασμό παραχωρώντας εθνική κυριαρχία υπό την μορφή συνεκμετάλευσης – συνδιαχείρισης υπέρ της Τουρκίας καί ‘’φίλιων συμμαχικών μας δυνάμεων’’.
Θα βρεθούν πρό εκπλήξεων…
*Η Αθηνά Κατσαφάδου είναι δικηγόρος.