Στον επόμενο αγώνα η Ιταλία δεν κατάφερε να σταθεί εμπόδιο (78-90) και έτσι φτάσαμε στον ημιτελικό με τους Πλάβι. Η ομάδα των αδερφών Πέτροβιτς ούτε αυτή την φορά δεν κατάφερε να μας νικήσει (81-77) μέσα στο κατάμεστο Ειρήνης και Φιλίας. Και ήρθε ή ώρα της Σοβιετικής Ένωσης. Η ομάδα του Αλεξάντερ Γκομέλσκι του πρώην προπονητή της Εθνικής Ομάδας της ΕΣΣΔ (η καριέρα του στην Εθνική σταμάτησε το 1972 όταν KGB ακύρωσε το διαβατήριό του, φοβούμενη μήπως ο Γκομέλσκι, καθότι Εβραίος, επιχειρούσε να διαφύγει στο Ισραήλ) φάνταζε πανίσχυρη όμως οι Έλληνες πίστυεαν σε νίκη της Εθνικής μας. Αλλά για να ακριβολογούμε όχι όλοι οι Έλληνες. Στο μεγάλο κτήριο που βρίσκεται στον Ποδονίφτη και στις κατά τόπους ΚΟΒ οι Νοελαίοι ετοιμαζόντουσαν να πανηγυρίσουν την νίκη του Τσατσένκο και του Μαρτσουλιόνις (που μετά τους παράτησε και γύρισε στην Λιθουανία).
Ο «Ριζοσπάστης» της Κυριακής έγραφε:
“Σήμερα στον μεγάλο τελικό. ΣΑΝ ΙΣΗ ΠΡΟΣ ΙΣΗ. Ελλάδα – Σοβιετική Ένωση, με τις ευχές όλων των φιλάθλων η μεγάλη μας Εθνική μπάσκετ στέκεται σήμερα απέναντι στην πολύχρυση ομάδα της ΕΣΣΔ”. Για Νίκη ούτε κουβέντα στο πρωτοσέλιδο, απλά ευχές γενικά και αόριστα.
Αν και οι θαμαστές της μεγάλης και πολύχρυσης ομάδας του κόμματος είχαν βγάλει τις κόκκινες σημαίες και πανηγύριζαν, όμως εκείνο το βράδυ της 14ης Ιουνίου χαμήλωσαν τα Σοβιετικά εμβατήρια, μάζεψαν τα κόκκινα λάβαρα (συνηθισμένοι στις ήττες εντός Ελλάδος από το ‘49) και έμειναν να κοιτούν τους δεκάδες χιλιάδες Έλληνες να πανηγυρίζουν στους δρόμους για τον Νίκο Σταυρόπουλο, τον Παναγιώτη Γιαννάκη, τον “αγαθό γίγαντα” Αργύρη Καμπούρη, τον Νίκο Λινάρδο, τον Παναγιώτη Καρατζά, τον Μιχάλη Ρωμανίδη, τον πάντα χαμογελαστό Νίκο Φιλίππου, τον Λιβέρη Ανδρίτσο που μας έστειλε με τις βολές του στον τελικό, τον Παναγιώτη Φασούλα, τον Μέμο Ιωάννου, τον Φάνη Χριστοδούλου, τον Γιωργο Δημακόπουλο και βέβαια τον μεγάλο Νίκο Γκάλη.
Αυτή ήταν η Εθνική μας πριν από 30 χρόνια, μία Μεγάλη ομάδα χωρίς -ιτς, χωρίς μεταγραφές και ελληνοποιημένους.
elkosmos.gr