Πέμπτη 6 Ιουλίου 2023

Στη δίνη ασύμμετρης αβεβαιότητας Ελλάδα και Κύπρος…

 
Κρινιώ Καλογερίδου

Δεν είναι η προκατάληψη η αιτία που έχω αμφιβολίες για τη σταθερότητα της αμερικανικής υποστήριξης και φερεγγυότητας (ανεξαρτήτως Προέδρου) απέναντι στην Ελλάδα. Ούτε...  

 
η πολιτική αντιπαλότητα λόγω ιδεολογικού αντιαμερικανισμού, γιατί κάτι τέτοιο δεν υφίσταται.

Αυτό που με κάνει να είμαι καχύποπτη απέναντι στην υπερατλαντική σύμμαχο είναι η πίστη μου στη διδακτική ιστορία και την ασύμμετρη αβεβαιότητα, στο πλαίσιο των οποίων οι ανίσχυροι δίνουν μονίμως εθνική κυριαρχία και οι ισχυροί παίρνουν μονίμως ό,τι τους εξυπηρετεί, κι ας υπογράφουν αμφότεροι ”στρατηγικές” συμφωνίες μεταξύ τους (βλ. ”Ελληνοαμερικανική Αμυντική Συμφωνία”, 2021).

Στην πραγματικότητα, τις win–win συμφωνίες τις υπογράφουν ισοδύναμες χώρες. Χώρες που αναπτύσσουν δυναμική σύγκλισης ισχύος επί τη βάσει αμοιβαίων διακρατικών σχέσεων. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν εντάσσεται, φυσικά, η συμμαχία Κούρδων -Αμερικανών επί Τραμπ . Γι’ αυτό και τους γύρισε την πλάτη η Αμερική (ηγέτιδα δύναμη του ΝΑΤΟ) παίρνοντας το μέρος των Τούρκων εισβολέων στη Συρία το ’19…

Στάση αχάριστης υπερδύναμης που πρόδωσε για πολλοστή φορά έναν πιστό σύμμαχό της, τους Κούρδους (1920, ’23, ’63, ’70, 1990-’91, 2007, 2019), οι οποίοι — αν και γονάτισαν τους μαινόμενους τζιχαντιστές του ISIS — έφτασαν στο σημείο να σκύψουν το κεφάλι στους Τούρκους (επιλέγοντας τον συμβιβασμό από την γενοκτονία) και να αποδεχθούν τον εκτοπισμό τους από τις εστίες τους στην ΒΑ Συρία μετά την εγκατάλειψή τους από τους Αμερικανούς συμμάχους τους.

Έτσι εξηγείται γιατί η Τουρκία (με τις πλάτες των Αμερικανών και των Ρώσων που τη στηρίζουν πολυεπίπεδα) έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια σε δερβέναγα της Μεσογείου που εκφοβίζει και απειλεί τα γύρω κράτη (βλ. εκπροσώπους του Ελληνισμού, Ελλάδα, Κύπρο).

Έτσι εξηγείται γιατί ο Ταγίπ Ερντογάν παραμένει πανίσχυρος και μετά την επανεκλογή του. Πανίσχυρος, ανεξέλεγκτος και ατιμώρητος όσες παρανομίες και παραβιάσεις Διεθνών Οργανισμών κι αν έχει κάνει, ανάμεσα στις οποίες η ”γκριζοποίηση” 152 νησιών του Αιγαίου (λίστα EGAYDAAK του 1996, ανανεωμένη το 2016), που αμφισβητεί τις Συνθήκες Λωζάνης (1923) και Παρισίων (1947) στο θέμα της ελληνικής κυριαρχίας επ’ αυτών.

Το πόσο ανεξέλεγκτος και θρασύτατος είναι φαίνεται και στις μέρες μας, όπου κινείται υπό σκιάν κατά της Ελλάδας και της Κύπρου σε δύο επίπεδα και πάντα με τη μεσολάβηση τρίτων οι οποίοι λειτουργούν ηθελημένα ή αθέλητα (κατόπιν εκβιασμού) ως το μακρύ χέρι της Άγκυρας είτε στο Ελληνικό Κοινοβούλιο είτε στα Στενά των Δαρδανελίων.

Τα Στενά για τα οποία εσχάτως (σύγκληση της Συνόδου των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, Ιούνιος ’23) ο Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε να λέγονται ”τουρκικά” και όχι ”Στενά” — όπως αναφέρονται στη Συνθήκη του Μοντρέ (1936) — ως αντάλλαγμα για το ”ΝΑΙ” της Τουρκίας στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ,

Ένα αντάλλαγμα που κρύβει δόλια τη διάθεσή της για πλήρη αναθεώρηση της εν λόγω Συνθήκης. Συνθήκης η οποία καλύπτει τα όποια αρνητικά της Λωζάνης για τα ελληνικά συμφέροντα (βλ. στρατιωτικοποίηση [στη θέση της αποστρατιωτικοποίησης] ελληνικών νησιών του ΒΑ Αιγαίου [μεταξύ των οποίων η Λήμνος και η Σαμοθράκη] με παράλληλη στρατιωτικοποίηση των ηπειρωτικών εδαφών της ζώνης των Στενών (αν και η Τουρκία έσπευσε να στρατιωτικοποιήσει και τα νησιά της Ίμβρο και Τένεδο, όπως και εκείνα της Προποντίδας ή του Μαρμαρά).

Στην πρώτη περίπτωση (αυτήν της ανάμειξής της στα του Ελληνικού Κοινοβουλίου) τον ρόλο του τρίτου παίζει η εκλεγμένη τετράς των μειονοτικών βουλευτών Θράκης (Οζγκιούρ & Ζεϊμπέκ του ΣΥΡΙΖΑ και Ιλχάν & Μπουρχάν του ΠΑΣΟΚ) με πρόταγμα (κατά τον μειονοτικό Τύπο) το (προπαγανδιστικό) αίτημα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Τούρκων Δυτικής Θράκης Χαλίτ Χαμπίπ Ογλού προς την κυβέρνηση της ΝΔ (με αφορμή την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στη Ροδόπη χάρη στους μειονοτικούς):

”[…] Να διδαχθεί από τα λάθη που έκανε τα τελευταία τέσσερα χρόνια και να αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια τα προβλήματα της κοινότητας”.

Όπερ μεθερμηνευόμενον σημαίνει: Αίτημα δια της πλαγίας για αναγνώριση ”τουρκικής” μειονότητας στην Ελλάδα (Θράκη και Δωδεκάνησα). Αίτημα εκπεφρασμένο ποικιλοτρόπως από τους αγγελιοφόρους της Άγκυρας δια του Τουρκικού Προξενείου, προοίμιο αυτού που θα διατυπωθεί επισήμως από την Τουρκία στη Χάγη.

Στη δεύτερη περίπτωση (αυτήν των Στενών των Δαρδανελίων που τα θέλει η Τουρκία ”τουρκικά” και όχι ”Στενά”, όπως ονοματίζονται στη Συνθήκη του Μοντρέ), το αντάλλαγμα για να δώσει την έγκρισή της για την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για Ελλάδα και Κύπρο.

Κι αυτό για τους εξής λόγους:
  • Για την Ελλάδα η Συνθήκη του Μοντρέ είναι μεγάλης σημασίας, όπως προείπα, γιατί αντικατέστησε (με συνυπογραφή του Τούρκου πρέσβη στην Αθήνα Ρούσσεν Έσρεφ) την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ΒΑ Αιγαίου (βλ. Συνθήκη Λωζάνης για Λήμνο, Σαμοθράκη κλπ) με τη στρατιωτικοποίηση, εκ παραλλήλου με εκείνην  των ηπειρωτικών ακτών της Θάλασσας του Μαρμαρά και των άλλων νησιών της Προποντίδας που ανήκουν στην Τουρκία (‘Ιμβρος, Τένεδος, Λαγούσες νήσοι).
  • Για την Κύπρο, η διελκυστίνδα (το παιχνίδι ανταγωνισμού) στους κόλπους του ΝΑΤΟ που ικανοποίησε το αίτημα της Τουρκίας να ονομαστούν τα Στενά των Δαρδανελλίων (κατά παράβαση του Μοντρέ) σε ”Τουρκικά στενά” θεωρείται υπαρξιακό πλήγμα, γιατί συνδυάζεται με το αίτημα της Άγκυρας να εξαιρεθεί η ονομασία της Κυπριακής Δημοκρατίας από τους σχεδιασμούς της Συμμαχίας,  κάτι που την εξαϋλώνει γεωπολιτικά.


Στην Αθήνα και τη Λευκωσία, φυσικά. έχουν προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση οι διπλωματικοί ελιγμοί της Άγκυρας που πέτυχαν να βγάλουν έξω από το παιχνίδι την Κύπρο σε επίπεδο ΝΑΤΟϊκών σχεδιασμών, πάνω που γίνονταν προεκλογικές συζητήσεις στην Μεγαλόνησο για ένταξή της στην Βορειοατλαντική Συμμαχία με προοπτική να ανοίξει έναν καινούργιο δρόμο για λύση του Κυπριακού.

Αντίθετα, ο τουρκικός φιλοκυβερνητικός Τύπος πανηγυρίζει μιλώντας για επανεκκίνηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ενόψει της συνάντησης Μητσοτάκη–Ερντογάν στο Βίλνιους της Λιθουανίας (11-12 Ιουλίου ’23), τη στιγμή που την επισκιάζει προκαταβολικά η τουρκική εμμονή για μετονομασία των Στενών των Δαρδανελίων σε ”Στενά της Τουρκίας” (κάτι που είχαμε αρνηθεί το 2002 όταν ξανασυζητήθηκε), όπως και η κατάθεση των ”συμμάχων” μας Αμερικανών για διπλή ονομασία των Στενών.

Διπλή ονομασία των Στενών προς απεμπλοκή, υποτίθεται, από το αδιέξοδο με αποτροπή ενεργοποίησης νέων χαρτών για περιοχικά σχέδια σ’ όλη την έκταση ευθύνης του ΒΑ Συμφώνου, αλλά και χωρίς να υπάρχει ανάγκη καμιάς αναφοράς στην Κύπρο χαρτογραφικά, για να ικανοποιηθεί το αίτημα της Τουρκίας.

Όπερ σημαίνει ότι ΝΑΤΟ και ΗΠΑ δυσαρεστούν συνειδητά την Ελλάδα (σαν δεδομένη που είναι) θυσιάζοντας την ομογάλακτη Κύπρο στην ποδιά της Τουρκίας δια της απαλοιφής των βασικών ονομασιών στους γεωπολιτικούς χάρτες, προκειμένου να μην γίνεται καμιά αναφορά στην Κυπριακή Δημοκρατία παρά μόνο ως ίχνος συντεταγμένων.

Με δεδομένα αυτά, το παζάρι Τουρκίας-ΗΠΑ αναμένεται να συνεχιστεί σε πολλά επίπεδα (με εμπροσθοφυλακή τους Φιντάν και Γκιουλέρ) μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Ήδη έχουν κερδίσει τη συμβιβαστική πρόταση των ΗΠΑ για διπλή ονομασία των Στενών (”τουρκικά” και ”Δαρδανελίων”) και την περιγραφή της Κυπριακής Δημοκρατίας με συντεταγμένες κι όχι ονομαστικά στους χάρτες του ΝΑΤΟ.

Το επίσης αρνητικό που διαφαίνεται για μας είναι η καθυστέρηση η οποία παρατηρείται στην ανακοίνωση από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ της πώλησης αμερικανικών F-35. Καθυστέρηση που αποδίδεται στο… ”φοβικό σύνδρομο” της αμερικανικής γραφειοκρατίας προς την Τουρκία και στη δικαιολογία των Αμερικανών ότι θα αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα για την περαιτέρω προσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας η παράδοση στην ΕΠΑ των σύγχρονων μαχητικών.

Όλα αυτά, φυσικά, γεννούν εύλογα ερωτήματα για το κατά πόσο είμαστε έτοιμοι πολιτικά και διπλωματικά να αντιμετωπίσουμε, ως Ελλάδα, την δυναμική διπλωματική εκστρατεία της Τουρκίας η οποία — με κινητήριο μοχλό τον εκβιασμό για την έγκριση ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ — πέτυχε ήδη τον γεωγραφικό ”ορισμό” της Κυπριακής Δημοκρατίας και την εθνικιστική μετονομασία σε ”τουρκικά” των Στενών του Βοσπόρου…

Με άλλα λόγια, τα ”Δεν πρόκειται να δεχθούμε τετελεσμένα επί του εδάφους” και ”Η ελλάδα στηρίζει την Κύπρο” — σε επίπεδο ρητορικής — του ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτη (από την Μεγαλόνησο) δεν αρκούν, εφόσον δεν επικαιροποιείται το ΔΕΑΧ Ελλάδας-Κύπρου ως δείγμα της αποφασιστικότητάς μας.

Και δεν αρκούν, γιατί ήδη ο Ερντογάν — αφού πέτυχε να μας αποκοιμίσει μετασεισμικά — έφερε τα πάνω κάτω διπλωματικά με την (ημι)αναθεώρηση της ”Συνθήκης του Μοντρέ” και την πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων της χώρας του με την Αίγυπτο (σύμμαχο Ελλάδας και Κύπρου στην Μεσόγειο), δέκα χρόνια από το πραξικόπημα και την ανάληψη της Προεδρίας της από τον στρατηγό Αλ Σίσι …

Κρινιώ Καλογερίδου