του Κ. Καραγιαννίδη
Έθελέν την που μιτσής, έθελέν την προ πολλού,
έλεγεν πως θ’ αγοράσει μία τταπουροκωλού !
Εμεάλωσε το πλάσμα, άρκεψε τζιαι να δουλεύκει,
ριάλια έβαλεν στην πούγκαν, τη μοτόρα του στοχεύκει.
Η χαρά του εν μιάλη, επιτέλους επήρεν την,
μιαν κορού που είσιεν χάσει τώρα πάλι ηύρεν την!
Στη μοτόρα ανεβασμένοι τσάρκες κάμνουσιν αβέρτα,
στη δουλειάν τους πια εν πάσιν, μες στους δρόμους σoύρτα φέρτα.
Η ταχύτητα μιάλη θα το φάσιν το κεφάλιν,
όσο τζ’ αν κανείς εν θέλει, εν μπορεί τζιαι ν’ αμφιβάλλει.
Πήραν τα μυαλά αέρα, εν αλλάσουν τακτικήν,
ούτε ο Κόκκος που οδηγεί, ούτε τζι η Αγγελική.
Εν αρκεί που τα μυαλά έσιει ο Κόκκος τετρακόσια,
όταν παν’ στο highway τρέχει πάντα με διακόσια.
Εν περνά που την κκελέν του, ότι δίνοντας το χρήμα,
εκτός που τη μοτόρα έπαιρνε μαζί τζιαι μνήμα.
Άδικα πολλά μωρά πέφτουν θύματα θαρρώ
Ριάλια έχουσιν πολλά, όι όμως τζιαι μυαλόν !
Κ. Καραγιαννίδης 30 – 03 - 2021
Το ποίημα είναι γραμμένο στην κυπριακή διάλεκτο.