Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2023

Χαμένες ευκαιρίες του Ελληνισμού εν μέσω αλυτρωτικών εξάρσεων και αναθεωρητικών διεκδικήσεων...


ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ 

της ΚΡΙΝΙΩΣ ΚΑΛΟΓΕΡΙΔΟΥ

Είναι κάποιες φορές που βιάζεσαι να ανοίξεις την καρδιά σου από φόβο μην κάνεις πίσω την τελευταία στιγμή, όταν θα πέσουν οι άλλοι πάνω σου να σε πείσουν να μην το κάνεις. Όμως... 

 
οι ειρμοί της σκέψης και οι συνειρμοί σου είναι ατίθασοι σαν τον οίστρο του Βουκεφάλα και δεν έχουν τον φόβο να τους σταματήσει κανείς, γιατί Αλέξανδρος δεν υπάρχει για να το κάνει.

- Τον αντίπαλό σου πρέπει να τον αναγκάσεις να σε φοβηθεί ή να σε σεβαστεί, έλεγε ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου μιλώντας για τα εθνικά θέματα. Αν δεν κάνεις τίποτα από αυτά, τότε θα σε φτύσει και θα ''επικυριαρχήσει''.

Κι αυτό το τελευταίο επαληθεύτηκε τρεις φορές τουλάχιστον μεταπολεμικά, στη δική μας περίπτωση: Με την Τουρκία, τα Σκόπια και την Αλβανία. Επαληθεύτηκε γιατί πάσχουμε διακομματικά από το σύνδρομο του νεο-ραγιαδισμού (ταυτόσημο με εκείνο της ''Ψωροκώσταινας'' του παρελθόντος), που στην πορεία ταυτίστηκε με αυτό του κατευνασμού στην ελληνική Εξωτερική πολιτική προκαλώντας την ματαίωση των προσδοκιών μας.

Το ''τουλάχιστον'' της επαλήθευσης, πάλι, μόνο τυχαίο δεν είναι, γιατί βάζει στον λογαριασμό και την Κύπρο του '64. Τότε που οι δυνάμεις Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων της Ε/Φ (8.000 Κύπριοι στρατιώτες ενισχυμένοι από την Ελληνική Μεραρχία ''Μ'' [''Μενέλαος''] που αριθμούσε 10.000 άνδρες, με συνεπικουρία 950-1.200 ανδρών της ΕΛ.ΔΥ.Κ) απάντησαν νικηφόρα στους βομβαρδισμούς της Τηλλυρίας (ρίψη εμπρηστικών βομβών ΝΑΠΑΛΜ από τουρκικά αεροπλάνα με τη συνέργεια βρετανικών αεροπλάνων των Βάσεων) καταλαμβάνοντας και εξουδετερώνοντας τον τουρκοκυπριακό στασιαστικό θύλακα.

Αποτέλεσμα της νίκης εκείνης ήταν να χάσουν οι Τούρκοι και επί του εδάφους και στη θάλασσα (βλ. ηρωική, αιματηρή αντίσταση της ακταιωρού ''Φαέθων'' του Κυπριακού Ναυτικού) από τις ελληνικές και ελληνοκυπριακές δυνάμεις οι οποίες απελευθέρωσαν την Τηλλυρία (Αύγουστος 1964) χάρη στην αυταπάρνηση που επέδειξαν και την μαχητικότητά τους.

Την αυταπάρνηση και μαχητικότητα των νεαρών εθνοφρουρών που λύγισαν τις εχθρικές αντιστάσεις και επέβαλαν τη δική τους βούληση, την οποία ωστόσο δεν εκμεταλλεύτηκαν οι πολιτικοί τους ταγοί για επίλυση του Κυπριακού ζητήματος σύμφωνα με τα συμφέροντα Ελλάδας και Κύπρου ((βλ. σχέδιο Άτσεσον, Αμερικανού ΥΠΕΞ επί Προεδρίας Τρούμαν).

Φοβήσαμε μ' άλλα λόγια τον εχθρό (βλ. Τούρκους καταδρομείς), αλλά δεν τον υποτάξαμε ενώ μπορούσαμε. Ήταν μια νίκη ανεκμετάλλευτη μέσα σε πολλές άλλες ελληνικής υπεροχής, η οποία μεταλλάχθηκε -- μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το '74 -- σε ηττοπάθεια, που μετέτρεψε την ελληνική Εξωτερική πολιτική σε φοβική και μονίμως υποχωρητική έναντι της επιθετικής της Τουρκίας.

Πολιτική που ταυτίστηκε από το '96 και εντεύθεν (έτος θυσιαστικής απώλειας της ελληνικής κυριαρχίας στα Ίμια) με διεθνιστικές ιδεοληψίες οι οποίες προέβαλαν ως φόβητρο τον... ελληνικό ''μαξιμαλισμό'', με αποτέλεσμα να παραδίδουμε έκτοτε -- σε επίπεδο Εξωτερικής πολιτικής -- μαθήματα υποχωρητικότητας.

Υποχωρητικότητας άνευ ορίων εν αναμονή του μομέντουμ για καλό κλίμα και βήμα-βήμα προσέγγιση των εθνικών διαφορών με τους αντιπάλους μας, μέχρι να ''γιατρευτούν'' αυτές με τη δική μας υποταγή, αντί της αντίδρασης στις δικές τους προκλήσεις.

Υπό το πνεύμα αυτό και χάριν της διαμόρφωσης καλού κλίματος που να ευνοεί συνομιλίες (βλ. ΜΟΕ), ''διαμεσολαβητικές προσεγγίσεις'', ''επιθέσεις φιλίας'' και ''εκμαίευση συμμαχίας'' δια της οικονομικής βοήθειας, μετατρέψαμε σταδιακά τους ηγετίσκους των βορείων και εκ δυσμών συνόρων μας σε ηγέτες... περιωπής και τον αναθεωρητή εξ Ανατολών (''σύμμαχο'' στο ΝΑΤΟ) σε ''νεο-σουλτάνο'' διεκδικητή της Γαλάζιας Πατρίδας'' σε βάρος των κεκτημένων του Ελληνισμού σε Ελλάδα και Κύπρο.

Υπό το πνεύμα αυτό -- έχοντας χάσει, ήδη, μια ευκαιρία επίλυσης του Σκοπιανού υπέρ μας τη δεκαετία του '90, επί Κ. Γκλιγκόροφ[''Είμαστε Σλάβοι'', 1992]) -- και με τη δικαιολογία ότι θα εμποδίσουμε το σχέδιο του βαθέος κράτους της Τουρκίας για διείσδυση στα Βαλκάνια (σ.σ: τα περί ''μουσουλμανικού τόξου'' άρχισαν να ακούγονται επί Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ), υπογράψαμε -- πιεζόμενοι από Αμερικανούς και Γερμανούς -- τη ''Συμφωνία των Πρεσπών'' (17/6/'18) βάζοντας δια βίου θηλιά στον λαιμό της Μακεδονίας.

''Συμφωνία'' την οποία επικυρώσαμε αυτοκτονικά τον Ιανουάριο του '19 (153 ''ΝΑΙ'' ΣΥΡΙΖΑ+ΑΝΕΛ), λες και δεν ξέραμε ότι δεν θα μπορούσαμε να την πάρουμε πίσω γιατί θα αποκτούσε ισχύ Συνθήκης μετά την έγκριση τη δική μας, των Διεθνών Οργανισμών (ΟΗΕ, ΝΑΤΟ, Ε.Ε) και των ''Μεγάλων'' της Δύσης (ΗΠΑ-Γερμανίας), με πρωτοβουλία των οποίων εκκολαπτόταν για χρόνια ως αυγό του φιδιού στα Βαλκάνια διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα δια της παραχάραξης της ιστορίας.

Λες και δεν ξέραμε ότι η ''εθνικά ασύμφορη Συμφωνία'' που υπογράψαμε με τα Σκόπια (βλ. δήλωση προεκλογικού Μητσοτάκη το '18) δεν θα αναχαίτιζε τα σχέδια του Ταγίπ Ερντογάν για τουρκική διείσδυση (μέσω στρατιωτικών και εμπορικών συνεργασιών) στους βόρειους και δυτικούς γείτονες της Ελλάδας.

Τα ίδια αναθεωρητικά όνειρα με τους Σκοπιανούς κάνουν υπογείως στις μέρες μας και οι εθνικιστές της Βουλγαρίας εκδηλώνοντας αλυτρωτικές εξάρσεις σε ατομικό επίπεδο περιοδικά (σ.σ: ο βουλγαρικός αλυτρωτισμός ήταν ο πολιορκητικός κριός της τσαρικής Ρωσίας στα Βαλκάνια, 1850-1924).

Ενδεικτικό παράδειγμα αλυτρωτισμού... βουλγαρικής προέλευσης εκδηλώθηκε, σημειωτέον, στις αρχές του περασμένου μήνα στη χώρα μας, όταν 35χρονος Βούλγαρος υπέστειλε την ελληνική σημαία και ανύψωσε στη θέση της βουλγαρική στον ιστό του λιμενοβραχίονα ''Απόστολος Παύλος'' Καβάλας κραυγάζοντας ''Εδώ είναι Βουλγαρία''.

Δεν είναι κάτι που δεν περίμεναν, φυσικά, οι υποψιασμένοι για τα θέματα αυτά Έλληνες, οι οποίοι γνωρίζουν ιστορικά τις ενδόμυχες βλέψεις των βορείων γειτόνων μας (Σκοπιανών και Βουλγάρων) για την Μακεδονία. Η ανήσυχη γειτονιά της Βαλκανικής ''μυρίζει μπαρούτι'', άλλωστε, διαχρονικά. ''Μπαρούτι'' που έσπειρε ήδη τον όλεθρο εμπόλεμης σύρραξης σε δύο Βαλκανικούς Πολέμους και δύο Παγκόσμιους.

Το δυστύχημα όμως είναι ότι στο μεταπολεμικό διάστημα ενδυνάμωσε αντί να σβήσει ο αλυτρωτισμός των βορείων γειτόνων (ίσως γιατί δεν σκεφτήκαμε να προτάξουμε έγκαιρα την ισχύ μας, πιστοί στην ποδηγετούμενη διπλωματία μας). Και αυτή η ενδυνάμωση, στην περίπτωσή μας, δεν αποσοβήθηκε με τη ''Συμφωνία των Πρεσπών''.

Σαν επακόλουθο αυτού, η θεωρία του ''Μακεδονισμού'' των Σκοπίων (που πατάει στη λογική Στάλιν και Τίτο για τρεις Μακεδονίες σε μία εκτός ελληνικού εδάφους [σκοπιανής ''Βαρντάρσκα'', βουλγαρικής του ''Πιρίν'' και ελληνικής του Αιγαίου]) τροχοδρομεί αενάως στις ράγες του σλαβοβουλγαρικού εθνικισμού περί απελευθέρωσης των ''σκλαβωμένων αδελφών'' στην Ελλάδα.

Στις ράγες που ανοίγουν δρόμο για αναγνώριση ''μακεδονικής'' μειονότητας στη χώρα μας, δεδομένου ότι αφήσαμε ανεφάρμοστα και τα ελάχιστα θετικά της ''Συμφωνίας των Πρεσπών'', αφού διατηρούμε ανέπαφο τον αλυτρωτισμό στα σχολικά βιβλία των Σκοπιανών μαθητών και όχι μόνο.

Επιπλέον -- σαν να μην έφτανε το κακό να προσφέρουμε μαζί με το όνομα, τη γλώσσα και την ταυτότητα της Μακεδονίας μας στους παραχαράκτες της ελληνικής ιστορίας -- εγκαταστήσαμε τον αλυτρωτισμό στο έδαφός μας αποδεχόμενοι την επίσημη αναγνώριση σωματείων ''μακεδονικής γλώσσας'' από την Ελληνική Δικαιοσύνη (Μάρτιος '23, Ειρηνοδικείο Φλώρινας).

Τα δεδομένα αυτά διαμορφώνουν ένα γεωπολιτικό περιβάλλον για την Ελλάδα το οποίο δεν προοιωνίζεται τίποτα θετικό. Κι αυτό γιατί, πέραν της επιφυλακής μας για την εν εξελίξει αναθεωρητική στρατηγική της Τουρκίας για Ελλάδα και Κύπρο, δεν δίνουμε δείγματα αποφασιστικότητας για να κόψουμε τον βήχα εκείνων που ονειρεύονται... ''μακεδονικά'' και των άλλων που κάνουν μακροπρόθεσμα σχέδια στο ημίφως (με τη συνέργεια, ενδεχομένως, των ξένων) για δημιουργία Μεγάλης Αλβανίας και Μεγάλης Βουλγαρίας σε βάρος των εδαφικών κεκτημένων μας.

Η ιστορία έχει αποδείξει, ασφαλώς, ότι είναι διαχρονικός ο απλοϊκός, λαϊκός λόγος του στρατηγού Μακρυγιάννη: ''Όλα τα θεριά που μας έχουν περικυκλώσει πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούν. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά''.

Όμως αυτό δεν πρέπει να μας εφησυχάζει ούτε να μας κάνει να υποτιμούμε τους ''φίλους'' στα βόρεια και δυτικά σύνορα της Ελλάδας, στη σκέψη ότι ο κυρίαρχος κίνδυνος για τον Ελληνισμό είναι ο εξ Ανατολών. Το παιχνίδι της υποτίμησης αποβαίνει καταστροφικό γι' αυτόν που το παίζει, κάτι που διαπίστωσαν ιστορικά και διαχρονικά οι εκάστοτε επιβουλείς της πατρίδας μας.

Γι' αυτό πρέπει να λογαριάζουμε σαν επικίνδυνους ''μικρούς'' και ''μεγάλους'' που μας περιβάλλουν ζηλόφθονα και διεκδικητικά, με αλυτρωτικές και αναθεωρητικές βλέψεις. Να εκμεταλλευόμαστε τις ευκαιρίες υπέρ των εθνικών συμφερόντων μας και να ερμηνεύουμε διορατικά τις κινήσεις των ''άσπονδων'' γειτόνων στο ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον της Βαλκανικής, που μοιάζει με βόμβα έτοιμη να εκραγεί σε βάρος μας...

Κρινιώ Καλογερίδου