Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2023

Αιγαίο: Πως το γεωγραφικό και στρατηγικό μειονέκτημα των ελληνικών νησιών μπορεί να μεταστραφεί σε πλεονέκτημα


Το γεωγραφικό και στρατηγικό μειονέκτημα των ελληνικών νησιών του Αιγαίου: τι είναι, πως προκύπτει και πως μπορεί αυτό να περιοριστεί ή ακόμα και να μεταβληθεί σε πλεονέκτημα, με την ανάπτυξη των κατάλληλων οπλικών συστημάτων επιθετικού χαρακτήρα επί των νησιών.

Κοιτώντας τη...  

 
γεωγραφία των ελληνικών νησιών του Αιγαίου, μπορεί εύκολα να εντοπίσει ο καθένας, ότι τα ακριτικά νησιά του Αιγαίου, διαθέτουν ένα εμφανέστατο γεωγραφικό και κατ’ επέκταση στρατηγικό μειονέκτημα, το οποίο δυσκολεύει κατά πολύ την υπεράσπιση τους από την απειλή που βρίσκεται στα ανατολικά τους.

Το γεωγραφικό και στρατηγικό αυτό μειονέκτημα, είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων:

– Της εγγύτητας των ακριτικών νησιών με την εκτεταμένη μικρασιατική ακτή, όπου σε ορισμένα σημεία οι αποστάσεις είναι εξαιρετικά μικρές. Αυτό θέτει τα νησιά αυτά, μερικώς ή ολικώς, εντός του βεληνεκούς του εχθρικού Πυροβολικού και των υπολοίπων κατευθυνόμενων όπλων του ΤΣ, ενώ επιτρέπει στα μαχητικά αεροσκάφη της ΤΑ να εκτοξεύσουν πολλά από τα κατευθυνόμενα βλήματα που διαθέτουν, πετώντας πάνω από την ασφάλεια του τουρκικού εδάφους. Παράλληλα, η εγγύτητα αυτή επιτρέπει σε τουρκικά επιθετικά και μεταφορικά ελικόπτερα και μη επανδρωμένα οπλισμένα αεροσκάφη να επιχειρήσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα πάνω από τα ελληνικά ακριτικά νησιά, δημιουργώντας μια συνεχή και άμεση απειλή για τις ελληνικές δυνάμεις που εδρεύουν πάνω σε αυτά. Σε αυτά μπορεί να προστεθεί και η άμεση απειλή από ταχύπλοες και αποβατικές δυνάμεις προερχόμενες από την κοντινή ακτή.

– Της απόστασης των ελληνικών ακριτικών νησιών από την ηπειρωτική Ελλάδα και τις κύριες στρατιωτικές βάσεις της. Στην περίπτωση ειδικά του συμπλέγματος της Μεγίστης, έχουμε την μέγιστη απόσταση από τον ηπειρωτικό κορμό και για τον λόγο αυτό, η περιοχή του Καστελόριζου θεωρείται το πιο αδύναμο σημείο της ελληνικής αμυντικής διάταξης στο Αιγαίο. Η απόσταση από την ηπειρωτική Ελλάδα, δημιουργεί καθυστέρηση στην άμεση αποστολή βοήθειας και σε σημαντικούς αριθμούς, σε υλικό και προσωπικό, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο μέρος αυτών των ενισχύσεων να εξουδετερωθεί λόγω των εχθρικών ενεργειών, πριν αυτές φτάσουν στον προορισμό τους. Επομένως, έχουμε αύξηση του χρόνου άφιξης και του ρίσκου των αποστολών ενισχύσεων.

– Της έλλειψης στρατηγικού βάθους στα περισσότερα ελληνικά ακριτικά νησιά πλην των μεγάλων νήσων όπως πχ Λέσβος και Χίος. Η έλλειψη επαρκούς έκτασης στα περισσότερα νησιά, δεν επιτρέπει την μόνιμη εγκατάσταση μεγάλων αριθμών στρατιωτικού προσωπικού και υλικού και δεν επιτρέπει μεγάλη διασπορά δυνάμεων εντός του κάθε νησιού ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες από τα εχθρικά πυρά προερχόμενα από την μικρασιατική ακτή. Αναπόφευκτα και ειδικά στα μικρότερα νησιά, είναι συγκεκριμένες οι θέσεις όπου μπορούν να οχυρωθούν οι ελληνικές δυνάμεις και να τοποθετηθούν συγκεκριμένα όπλα όπως αυτά του Πυροβολικού. Σε ορισμένα δε νησιά, η ακραία γεωμορφολογία του εδάφους με εκτεταμένες βραχώδεις περιοχές, δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο την γεωγραφική τοποθέτηση των ελληνικών δυνάμεων.

Το πολυεπίπεδο μειονέκτημα που περιγράφεται παραπάνω, είναι αναμφισβήτητο. Παρόλα αυτά, το μειονέκτημα αυτό θα μπορούσε να είχε περιοριστεί κατά πολύ και μάλιστα θα μπορούσε κατά την άποψη του γράφοντος να μετατραπεί ακόμα και σε γεωγραφικό και στρατηγικό πλεονέκτημα, στην περίπτωση που αποφασιζόταν η εγκατάσταση σύγχρονων οπλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς, μεγάλης ισχύος πυρός και καταστρεπτικής ικανότητας και με έντονες αποτρεπτικές ιδιότητες. Υπό αυτήν την οπτική, ένα μέρος του στρατηγικού μειονεκτήματος των ελληνικών νησιών μπορεί να αποδοθεί στην υποεπάνδρωση και τον υποεξοπλισμό τους, τα οποία ασφαλώς υφίστανται εδώ και πολλές δεκαετίες.

Αρκεί να δει κάποιος τον κατάλογο των οπλικών συστημάτων που υπηρετούν στα όρια ευθύνης της ΑΣΔΕΝ για να αντιληφθεί την στρατιωτική υποβάθμιση και εγκατάλειψη των στρατιωτικών δυνάμεων της. Κατά βάση, συστήματα της εποχής του Βιετνάμ και του Ψυχρού Πολέμου, με ελάχιστη αποτρεπτική επιρροή στο μυαλό και το σχεδιασμό της αντίπαλης ηγεσίας. Επιπλέον, πρόκειται για συστήματα που είναι αποκλειστικά περιορισμένου βεληνεκούς και προορισμένα κυρίως για αμυντικούς σκοπούς, χωρίς την εμβέλεια, την ακρίβεια, την καταστρεπτικότητα και τον επιθετικό χαρακτήρα για να προκαλέσουν ισχυρά πλήγματα στην απέναντι ακτή.

Η αποτρεπτική ικανότητα των μονάδων της ΑΣΔΕΝ και η ικανότητα επιτυχούς άμυνας σε περίπτωση εχθρικής προσβολής, θα αυξάνονταν κατακόρυφα σε περίπτωση που τοποθετούνταν στα νησιά της πρώτης γραμμής και σε επιλεγμένα νησιά της δεύτερης γραμμής, συγκεκριμένα οπλικά συστήματα επιθετικού και στρατηγικού χαρακτήρα, με μεγάλη εμβέλεια και με μεγάλη ακρίβεια και καταστρεπτικότητα. Μια τέτοια ισχύ πυρός συγκεντρωμένη στα ελληνικά νησιά και στρεφόμενη προς τα μικρασιατικά παράλια και τα ενδότερα της Μικράς Ασίας, θα βάραινε πολύ στη σκέψη και τις αποφάσεις της τουρκικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας και σε περίπτωση πολέμου θα εξασφάλιζε την άμεση και αποτελεσματική ανταπόδοση των εχθρικών πυρών προερχόμενων από την απέναντι ακτή.

Ας μην ξεχνάμε ότι στην απέναντι ακτή και κατά μήκος αυτής, βρίσκονται πέρα από τις βασικές εγκαταστάσεις της 4ης Στρατιάς Αιγαίου και ένα μεγάλο μέρος της τουρκικής οικονομικής δραστηριότητας και της βιομηχανικής παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης και της αμυντικής βιομηχανίας: από τις ανατολικές ακτές της Θάλασσας του Μαρμαρά έως τις ακτές απέναντι από την Ρόδο. Εάν τεθεί αυτή η περιοχή κάτω από το βεληνεκές όπλων μακρού πλήγματος τοποθετημένων στα ελληνικά νησιά, το μειονέκτημα περιορίζεται και θα μπορούσε να μετατραπεί ακόμα και σε πλεονέκτημα:

– Οι δυνάμεις της ΑΣΔΕΝ με την βοήθεια της αυξημένης επάνδρωσης και των νέων όπλων, αποκτούν μεγαλύτερη στρατιωτική αυτάρκεια και επάρκεια και μπορούν να αντέξουν για περισσότερο χρόνο και πιο αποδοτικά τις εχθρικές επιθέσεις, χωρίς ενίσχυση από την ηπειρωτική Ελλάδα. Αυτό επιτρέπει περισσότερο χρόνο και καλύτερη οργάνωση της αποστολής των ενισχύσεων. Επομένως, στην περίπτωση αυτή έχουμε περιορισμό, σε έναν βαθμό, των στρατηγικών συνεπειών από την εγγύτητα των ακριτικών νησιών με την απέναντι ακτή και της απόστασης με την ηπειρωτική Ελλάδα.

– Οι δυνάμεις της ΑΣΔΕΝ με την βοήθεια των όπλων μακρού βεληνεκούς αποκτούν την δυνατότητα να απαντήσουν στα εχθρικά πυρά προερχόμενα από τη μικρασιατική ακτή και πολύ πέραν αυτής, καθώς και τη δυνατότητα καταστροφής στρατηγικών στόχων σε μεγάλο βάθος. Τα εχθρικά πυρά πλέον δεν μένουν αναπάντητα και αυξάνεται παράλληλα και η επιβιωσιμότητα των μονάδων εφόσον μέρος των απέναντι δυνάμεων καταστρέφονται στους χώρους συγκέντρωσης τους πριν γίνουν απειλητικές για τις ελληνικές δυνάμεις. Υπό αυτήν την οπτική, το στρατηγικό βάθος το προσφέρουν τα νησιά της δεύτερης γραμμής που βρίσκονται σε ασφαλή σχετικά απόσταση και που θα διαθέτουν όπλα πολύ μεγάλου βεληνεκούς για την προσβολή των εχθρικών δυνάμεων. Περιορίζονται έτσι σε έναν βαθμό και οι στρατηγικές συνέπειες από την έλλειψη στρατηγικού βάθους των ακριτικών νησιών.

Ας δούμε όμως συνοπτικά, ποια είναι αυτά τα οπλικά συστήματα που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη στρατηγική κατάσταση στα νησιά του Αιγαίου και να δημιουργήσουν πλεονέκτημα για τις ελληνικές δυνάμεις;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΚΡΙΣΙΜΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ