Ήταν Δεκέμβριος του 1914. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έκλεινε τέσσερις μήνες περίπου δράσης και αυτό που από τα επιτελεία των εμπλεκόμενων δυνάμεων φάνταζε σαν μια σύντομη πολεμική ένταση έδειχνε...
Έμαθα γρήγορα… να κρεμάω το ψωμί σ’ ένα σύρμα τοποθετημένο στη μέση του ορύγματος για να μην το φτάνουν τα ποντίκια, να κοιμάμαι με βρεγμένες αρβύλες, γιατί το να προσπαθήσεις να τις ξαναβάλεις, αφού τις είχες βγάλει, θα ήταν μάταιο, να κοιμάμαι τυλιγμένος σε μια μουσκεμένη χλαίνη, να κοιμάμαι τέσσερις ώρες ανάμεσα σε θορύβους, σε φωνές ανθρώπων, σε βρωμερές αναθυμιάσεις. (Φλοράν Φλες, Ιδού)».
Ανάμεσα σε αυτή την απάνθρωπη κατάσταση, στην αρχή του Χειμώνα, άνθισε η ανθρωπιά. Κατά τη διάρκεια της βδομάδας πριν από τα Χριστούγεννα, Γερμανοί και Βρετανοί στρατιώτες άρχισαν να ανταλλάσσουν γιορτινές ευχές και τραγούδια ανάμεσα στα χαρακώματά τους.
Σε μερικές περιπτώσεις η ένταση ελαττώθηκε σε βαθμό που οι στρατιώτες περπατούσαν απέναντι για να κουβεντιάσουν με τους αντιπάλους τους και να τους δώσουν δώρα. Την παραμονή και ανήμερα των Χριστουγέννων πολλοί στρατιώτες και από τις δυο πλευρές — καθώς και, σε μικρότερο βαθμό, Γαλλικές μονάδες — επιχείρησαν με δική τους πρωτοβουλία στην ουδέτερη ζώνη κάνοντας παρέα μεταξύ τους και ανταλλάσσοντας τρόφιμα και ενθύμια. Παράλληλα έγιναν κοινές κηδείες, ενώ σε πολλές από τις συναντήσεις οι αντίπαλοι στρατιώτες τραγούδησαν μαζί τα κάλαντα ή έπαιξαν μεταξύ τους ποδόσφαιρο.
Όλα ξεκίνησαν πρόχειρα. Κανένας δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιο ήταν το σημείο του μετώπου απ όπου έγινε η αρχή. Γεγονός αποτελεί ότι επεκτάθηκε ταχύτατα, σχεδόν αστραπιαία.
Φαίνεται ότι την πρωτοβουλία πήρε ένας Γερμανός στρατιώτης, που εκτός από τη μητρική του γλώσσα, μιλούσε και αγγλικά. Πρόκειται για τον οπλίτη Μέκελ, όπως αφηγείται σε διασωθείσες επιστολές του ο συστρατιώτης του Κουρτ Τσέμις. Γράφει σχετικά: «Ο στρατιώτης Μέκελ από τον λόχο μου, που για πολλά χρόνια είχε ζήσει στη Βρετανία, φώναξε μιλώντας αγγλικά απευθυνόμενος στο απέναντι εχθρικό χαράκωμα. Γρήγορα άρχισε μια έντονη συζήτηση».
Οι στρατιώτες βγήκαν από τα χαρακώματα. Έσφιξαν τα χέρια και αλληλοευχήθηκαν «Χαρούμενα Χριστούγεννα». Ήταν παραμονή Χριστουγέννων. Αυτοί οι πρώτοι, η μαγιά της μεγάλης πρωτοβουλίας, συμφώνησαν την επομένη, που ήταν η μεγάλη μέρα της χριστιανοσύνης, να μη χρησιμοποιήσει κανείς το όπλο του. Να μην υπάρξει πυροβολισμός την ώρα που στο σπήλαιο της Βηθλεέμ αντηχεί το «Επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».
Ο Κουρτ Τσέμις συνεχίζει την αφήγησή του: «Στο χαράκωμά μας είχαμε τοποθετήσει ήδη γιορταστικά δεντράκια και κεριά. Μετά την πετυχημένη συνάντησή μας με τους Άγγλους, βάλαμε ακόμα περισσότερα στολίδια. Οι Αγγλοι έδειχναν τη χαρά τους για τα φωταγωγημένα χαρακώματά μας. Φώναζαν, σφύριζαν και χειροκροτούσαν. Εγώ, όπως και οι περισσότεροι, όλη τη νύχτα την πέρασα ξάγρυπνος. Μπορεί να έκανε κρύο, αλλά ήταν υπέροχα». Ο Τσέμις επέζησε του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Έχασε τη ζωή του περί τα τέλη του Β Παγκοσμίου Πολέμου, αιχμάλωτος των συμμάχων.
Ήταν μια μικρή ειρήνη, καθώς ο Μεγάλος Πόλεμος μαίνονταν. Ορισμένοι από εκείνους που έχουν ασχοληθεί με το περιστατικό, υποστηρίζουν ότι η επικοινωνία μεταξύ των εμπολέμων διευκολύνθηκε επειδή πολλοί Γερμανοί είχαν εργαστεί προπολεμικά στη Βρετανία, σε πόλεις όπως το Λονδίνο, το Μπράιτον, το Μπλάκπουλ. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που οι οικογένειές τους βρίσκονταν ακόμα στο νησί.
Συγκλονιστική είναι και η μαρτυρία του Άγγλου, Μπέρτι Φέλσταντ, στρατιώτη του Δυτικού Μετώπου, ο οποίος έως το τέλος της ζωής του θυμόταν λεπτομερώς εκείνη την ημέρα. «Τα όπλα σίγησαν και οι στρατιώτες άρχισαν να βγαίνουν από τα χαρακώματα τους. Αφήσαμε και εμείς τα όπλα και συναντήσαμε τον εχθρό. Απ’ όσο θυμάμαι, οι Γερμανοί βγήκαν πρώτοι και άρχισαν να έρχονται προς το μέρος μας. Τους αντιγράψαμε αυθόρμητα. Χαιρετηθήκαμε και αρκετοί από εμάς άρχισαν να παίζουν ποδόσφαιρο. Μην φαντάζεστε τίποτα οργανωμένο. Μια αυτοσχέδια μπάλα βρέθηκε από το πουθενά και περίπου 50 άτομα αλλάζαμε πάσες».
Ανήμερα τα Χριστούγεννα οι Γερμανοί βγήκαν πρώτοι από τα χαρακώματα κι άρχισαν να κατευθύνονται προς το μέρος των Άγγλων, που τους αντέγραψαν αυθόρμητα. Χαιρετήθηκαν και άρχισαν να παίζουν ποδόσφαιρο. Μη φαντάζεστε τίποτε οργανωμένο. Μια αυτοσχέδια πάνινη μπάλα βρέθηκε και περίπου 50 άτομα άρχισαν να αλλάζουν πάσες ή μάλλον να κλωτσούν. Νωρίς το απόγευμα οι δύο πλευρές βρέθηκαν αντίπαλες σε ποδοσφαιρικό αγώνα, τον οποίο κέρδισαν οι Γερμανοί με 3-2.
Το ποδόσφαιρο ήταν αναπόσπαστο τμήμα της χριστουγεννιάτικης γιορτής. Τη θέση της μπάλας είχαν πάρει αλλού ένα τενεκεδάκι, αλλού ένας κάλυκας, αλλού κάλτσες δεμένες στρογγυλά. Γίνεται λόγος και για έναν Βρετανό στρατιώτη, που αξιοποίησε εμπορικά την κατάσταση, όντας επιχειρηματικό πνεύμα.
Επίσης, το πρωί των Χριστουγέννων, Άγγλοι και Γερμανοί έθαψαν τους νεκρούς τους, απαγγέλοντας μαζί τον 23ο Ψαλμό του Δαυίδ «Κύριος ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει…». Στη συνέχεια έσφιξαν τα χέρια, φλυάρησαν, είπαν ο ένας στον άλλο τα παράπονά τους, αντάλλαξαν αναμνηστικά δώρα (ουίσκι, μαρμελάδες, τσιγάρα, σοκολάτες και τα σχετικά) και κατέβασαν πολλά λίτρα μπύρας. Μόνο ο άγγλος μπαρμπέρης στρώθηκε στη δουλειά, αφού είχε να κουρέψει και πολλά γερμανικά κεφάλια
Ως πολίτης ασκούσε το επάγγελμα του κουρέα. Έτσι, βλέποντας γύρω του τόσα ακούρευτα κεφάλια έστησε στην «ουδέτερη ζώνη» ένα μικρό κομμωτήριο εκ των ενόντων. Αδιαφορούσε για την εθνικότητα του πελάτη του. Απλώς χρέωνε δύο τσιγάρα το κάθε κούρεμα.
Παραφωνία σ’ όλο αυτό το τρελό πανηγύρι αποτέλεσαν ένας Βρετανός ταγματάρχης και ένας Αυστριακός δεκανέας. Ο Βρετανός ταγματάρχης παρατηρούσε τους στρατιώτες λέγοντας ότι «τον Γερμανό δεν πρέπει να τον κάνεις φίλο, αλλά να τον σκοτώνεις». Διέταζε μάταια τους πάντες να επιστρέψουν στις θέσεις μάχης. Το όνομά του δεν έγινε γνωστό.
Ο Αυστριακός δεκανέας τόνιζε πως «τέτοιες συνεννοήσεις θα έπρεπε να απαγορεύονται αυστηρά». Μερικά χρόνια αργότερα ο δεκανέας αυτός θα αποκτούσε τεράστια φήμη. Το όνομά του ήταν Αδόλφος Χίτλερ. Η ανακωχή των Χριστουγέννων του 1914 απλώθηκε σε όλο το μήκος των 800 χιλιομέτρων του δυτικού μετώπου. Υπολογίζεται ότι αγκάλιασε κάπου ένα εκατομμύριο φαντάρους.
«ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ». Η ταινία που ζωντάνεψε τη συμφιλίωση
Το περιστατικό των πολεμικών Χριστουγέννων του 1914 έγινε και κινηματογραφική ταινία, που προβλήθηκε στις αθηναϊκές αίθουσες το 2005. Εχει τον τίτλο «Καλά Χριστούγεννα» και σκηνοθετήθηκε από τον Κριστιάν Καριόν.
Η ταινία δείχνει πώς οι άνθρωποι μπορούν να συμφιλιωθούν ακόμα και όταν πολεμούν σε αντίπαλους στρατούς. Η πλοκή της υπόθεσης γίνεται ακόμα πιο συγκινητική επειδή στηρίζεται σε αληθινή ιστορία.
Ξαναζωντανεύει σκηνές από τα γαλλοελβετικά σύνορα, καθώς πλησιάζουν τα Χριστούγεννα του 1914. Τα στρατεύματα των αντιμαχομένων βρίσκονται καθηλωμένα στα χαρακώματά τους. Οι στρατιώτες είναι εγκλωβισμένοι στις λάσπες και νιώθουν απελπισία που οι οικογένειές τους είναι μακριά. Την παραμονή της γιορτής, με αφορμή τη μουσική που ακούγεται μέσα από κάποια χαρακώματα, οι εχθρικοί στρατοί έρχονται σε επαφή και αποφασίζουν την ανακωχή. Την επόμενη μέρα αρνούνται να πολεμήσουν προκαλώντας την οργή των διοικητών τους.
Πρωταγωνιστές: Ο Γκιγιόν Κανέ, η Ντιάν Κρούγκερ ο Ντάνιελ Μπρουλ και ο Γκάρι Λιούις.
«ΗΤΑΝ ΤΑ ΟΜΟΡΦΟΤΕΡΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ»
Ενας στρατιώτης από το Λίβερπουλ, ο Φράνσις Τόλιβερ, επιζήσας κι αυτός του πολέμου, μίλησε αργότερα για τα ομορφότερα Χριστούγεννα της ζωής του.
Η μαρτυρία του ήρθε να προστεθεί στις άλλες φίλων και εχθρών. Καθώς ήταν ξαπλωμένος στη βραχώδη και παγωμένη γη άκουσε από την αντικριστή γραμμή κάποια φωνή να τραγουδά. Όλοι οι στρατιώτες τέντωσαν αυτί για να ακούσουν. Για λίγο έπεσε σιωπή. Την παύση διέκοψε η φωνή ενός στρατευμένου από το Κεντ της Αγγλίας: «Ο Θεός να σας έχει καλά, κύριοι», ευχήθηκε στους απέναντι.
Το επόμενο τραγούδι, που ζέστανε την παγωμένη ατμόσφαιρα, ήταν αυτό που οι Γερμανοί ονομάζουν Stille Nacht, οι Εγγλέζοι Silent Night και οι Ελληνες Άγια Νύχτα. Τα πολεμικά τείχη είχαν πέσει για λίγες ώρες. Οι μάχες θα συνεχίζονταν σε λίγο το ίδιο αδυσώπητες και πολυαίμακτες.
Πολλοί από εκείνους που τραγούδησαν, δεν έμελλε να γυρίσουν στα σπίτια τους. Τη γέννηση του Θείου Βρέφους δεν έμελλε να γιορτάσουν επιστρέφοντας στην ειρηνική δημιουργική ζωή. Ο καταστροφικός πόλεμος τους αφάνισε.
enromiosini.gr