Το...
πλοίο, οβάλ σχηματισμού, ανιχνεύθηκε με τη χρήση του ηχοβολιστικού υποβρύχιου οχήματος (AUV), και άλλων τεχνολογιών χαρτογράφησης.
Για χιλιάδες χρόνια, το ναυάγιο ήταν αδρανές και απαρατήρητο, μέχρι που τελικά ανακαλύφθηκε σε βάθος 59.5 μ., στο αρχαίο λιμάνι Μυός Όρμος, στην Ερυθρά Θάλασσα. Όταν ανακαλύφθηκε το πλοίο, ήταν μερικώς θαμμένο κάτω από θαλάσσιο ίζημα, σημείωσαν ερευνητές σε άρθρο με τίτλο “Exploration and identification of ancient Roman shipwreck located at Quseir, Red Sea”, στο Egyptian Journal of Aquatic Research του Φεβρουαρίου, 2024.
Σύμφωνα με τα ευρήματα των επιστημόνων, το ναυάγιο έχει μήκος περίπου 30 μέτρα και πλάτος 7,5 μέτρα. Πιθανολογείται ότι βυθίστηκε τον πρώτο αιώνα μ.Χ., κατά τη διάρκεια ταξιδιού απ’ την Ινδία.
Η ιστορία της περιοχής
Οι ειδικοί θεωρούν ότι η υπόθεσή τους είναι η πιο πιθανή, επειδή το λιμάνι της Ρωμαϊκής και Πτολεμαϊκής περιόδου, ήταν κέντρο του εμπορίου και επικοινωνούσε με την Αραβία και την Ινδία μέσω της Μεσογείου. Εικάζεται ότι, όταν βυθίστηκε, το πλοίο μετέφερε κρασί, λάδι και «τεράστιες ποσότητες» νομισμάτων και μετάλλων. Ανακαλύφθηκε επίσης ένας «σωρός» που μπορεί να είναι το βυθισμένο φορτίο του πλοίου.
Σχηματική τρισδιάστατη αναπαράσταση βυθού του ρωμαϊκού ναυαγίου που ανακαλύφθηκε στην Ερυθρά Θάλασσα της Αιγύπτου.
H ανακάλυψη και οι τεχνολογίες εντοπισμού
Ερευνητές του Εθνικού Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας και Αλιείας της Αιγύπτου, εξηγούν ότι η περιοχή της ανακάλυψης εγκαταλείφθηκε, λόγω υπερβολικής λάσπης, κατά τον 3 ο αιώνα μ.Χ. Προηγούμενες μελέτες στην περιοχή αποκάλυψαν οικισμούς, λιμενοβραχίονες, και κεραμικά, από τα τέλη του 1 ου αιώνα π.Χ. έως τις αρχές του 3ου αιώνα μ.Χ.
Η περιοχή κατοικήθηκε ξανά τον 12ο αιώνα δίπλα στο Αραβικό λιμάνι του Quseir al-Qadim, αφού είχε μείνει εγκαταλειμμένη για πάνω από 1.000 χρόνια. Έως τότε ωστόσο, το λιμάνι είχε υποβιβαστεί σ’ έναν μικρό όρμο.
Η απροσδόκητη διατήρηση του ναυαγίου
Κατά την ανακάλυψη του ναυαγίου, οι ερευνητές σημείωσαν ότι το πλοίο βρέθηκε καλό-διατηρημένο, χάρη στη μοναδική ιδιότητα του νερού της Ερυθράς Θάλασσας: την έλλειψη οξυγόνου.
Για την ανεύρεση του ναυαγίου, οι ερευνητές εφάρμοσαν μία μοναδική στρατηγική, με μία πολύ-επιστημονική προσέγγιση. Αξιοποίησαν νέες μεθοδολογίες, ηχοβολιστική και ακουστική απεικονιστική τεχνολογία, μαζί με θαλάσσιες, γεωφυσικές τεχνικές ώστε να «εντοπίσουν τα χαρακτηριστικά του πυθμένα για ν’ ανιχνεύσουν την πιθανό στόχο του αρχαίου ρωμαϊκού ναυαγίου και ν’ αντλήσουν τις απαραίτητες πληροφορίες για το σχέδιο και τις διαστάσεις του ναυαγίου». Σημείωσαν ότι, η χρήση του αυτόνομου υποβρύχιου οχήματος (AUV) ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική στη χαρτογράφηση κλειστών και παράκτιων περιοχών, όπως είναι οι όρμοι.
Λεπτομερής ψηφιδωτός χάρτης της συγκεκριμένης τοποθεσίας έρευνας μπροστά από το αρχαίο λιμάνικαι μέσα στον κόλπο, το τρίγωνο αντιπροσωπεύει τη θέση του ναυαγίου.
Οφέλη για την περιοχή
Οι ερευνητές θεωρούν ότι η ανακάλυψη έχει «σημαντικές προοπτικές» προς όφελος του δημοσίου της χώρας, συμπεριλαμβανομένων της εκπαίδευσης, της έρευνας, της βιομηχανίας της πολιτισμικής διατήρησης, και των κλάδων της βιώσιμης ανάπτυξης. Όπως γράφουν, «το έργο μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της βιομηχανίας τουρισμού, προάγοντας την πολιτισμική κληρονομιά της χώρας».
Ιδιαίτερα οφέλη προβλέπονται για τη βιομηχανία τουρισμού. «Θα δημιουργηθούν ενδιαφέρουσες συνεργασίες των αρχών του τοπικού τουρισμού για την προαγωγή της περιοχής και την ανάπτυξη βιώσιμων πρακτικών τουρισμού για την προστασία του περιβάλλοντος, παράλληλα με τα οικονομικά οφέλη για τις τοπικές κοινότητες».