Ο Γιάννος «Αστραπόγιαννος» ήταν Έλληνας αρματολός του 18ου αιώνα, κυρίαρχος της Δωρίδας στην Ρούμελη και λατρεύτηκε από τους υπόδουλους Έλληνες ως λαϊκός ήρωας, τιμωρός των Τούρκων, και ελευθερωτής
Είναι μια...
από τις ωραιότερες ελληνικές ταινίες. Ο Νίκος Κούρκουλος δίνει πραγματικά ρεσιτάλ ερμηνείας, συνεπικουρούμενος από ένα λαμπρό καστ ηθοποιών. Τα μέρη που γυρίστηκε η ταινία είναι εντυπωσιακά ενώ και η πλοκή της ταινίας κρατάει το ενδιαφέρον του κοινού αμείωτο.
Ο «Αστραπόγιαννος», ωστόσο, δεν είναι μια απλή ταινία, όπως νομίζουν οι περισσότεροι. Δεν περιγράφει τη ζωή ενός προσώπου που δημιουργήθηκε στο μυαλό του συγγραφέα και σεναριογράφου Πέτρου Μακεδόνα ο οποίος έχει γράψει το σχετικό μυθιστόρημα.
Ο Γιάννος υπήρξε. Μπορεί η ταινία να μην περιγράφει με ακρίβεια τη ζωή του άλλα είναι μια καλή αφορμή για να αρχίσει κάποιος να ψάχνει για εκείνον τον ατρόμητο πολεμιστή που ήταν ο φόβος και ο τρόμος για τους Οθωμανούς αλλά και μια «πηγή» χαράς για τους υπόδουλους Έλληνες για τους οποίους ρίσκαρε και τελικά θυσίασε την ίδια του τη ζωή.
Ποιος ήταν ο πραγματικός «Αστραπόγιαννος»
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουν δει την ταινία αλλά δεν γνωρίζουν πως ο «Αστραπόγιαννος» υπήρξε. Υπάρχουν κι άλλοι που αν και γνωρίζουν πως υπήρξε, μπερδεύουν την πραγματική του ζωή, με την μυθιστορηματική που περιγράφει η ομώνυμη ταινία.
Αυτό που είναι γνωστό για το Γιάννη Δημητρίου είναι πως τα χρόνια της ακμής του ήταν από το 1760 έως το 1782 και καταγόταν από την Αγία Ευθυμία Φωκίδας. Ήταν από τους σημαντικότερους και πλέον γνωστούς κλέφτες και αρματολούς της προεπαναστατικής περιόδου.
Το «Αστραπόγιαννος» είναι μια σύνθετη λέξη που προέκυψε από το όνομά του και τη λέξη αστραπή, που πιθανότατα «έδειχνε» το πόσο γρήγορος ήταν. Ο Γιάννος στη λαϊκή παράδοση, παρουσιάζεται ως ένας ατρόμητος πολεμιστής που ήταν καλός και γενναιόδωρος με τους Έλληνες αλλά σκληρός και αμείλικτος με τους Οθωμανούς.
«Κατήγετο ο Αστραπόγιαννος εκ του χωρίου της Αγίας Ευθυμίας και ήκμασε περί τα μέσα του παρελθόντος αιώνος. Υπηρέτησε πρώτον ως απλούς Κλέφτης υπό την σημαίαν των αδελφών Λάμπρου και Μήτρου Τσεκούρα και του Βλαχαρμάτα Βέργου. Μετά τον σκληρόν θάνατον τούτων συνεκρότησε ίδιον Σώμα και επιβληθείς διά των όπλων ανεγνωρίσθη επισήμως αρματολός», γράφει ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο εισαγωγικό του σημείωμα στο ομότιτλο ποιητικό του δημιούργημα.
Ήταν τέτοια η δράση του «Αστραπόγιαννου» που οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να του παραχωρήσουν το αρματωλίκι της Δωρίδας.
Σύμφωνα με την παράδοση, όταν ο Οθωμανός δερβέναγας των Σαλώνων Μίρτζας βίασε μία γυναίκα από τα μέρη του «Αστραπόγιαννου», ο Γιάννος εξεστράτευσε εναντίον του και κατέσφαξε αυτόν και όλους τους οπλοφόρους του.
Υπάρχει, μάλιστα, και ένα δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στη συγκεκριμένη υπόθεση και στο οποίο ο Μίρτζας φαίνεται να… «καλοπιάνει» τον «Αστραπόγιαννο» προκειμένου να συμφιλιωθούν.
Σε σένα Αστραπόγιαννε. Να ’ρθεις να φιληθούμε.
Και μη γυρεύεις πέλεκυ, να μη ζητάς ντουφέκι,
συμπάθησέ με σου ’φταιξα κι άλλη φορά δεν βάνω
το πόδι μου στον τόπο σου και στο δικό σου χώμα.
Και συνεχίζει το τραγούδι:
Έλαβε ο Γιάννος τη γραφή
και πάει και καρτεράει
στην άκρη του Γαλαξειδιού,
Όπως λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη γέννησή του, έτσι λίγα πράγματα είναι γνωστά και για τον θάνατό του. Αυτό που πέρασε από στόμα σε στόμα είναι πως μετά από χρόνια στο αρματωλίκι και πολλές νίκες, ο «Αστραπόγιαννος» σκοτώθηκε σε μια μάχη με τους Τούρκους στα Παλάτια της Δωρίδας. Είχε πληγωθεί πολύ βαριά μετά από προδοσία και διέταξε τον σύντροφό του Λαμπέτη να τον σκοτώσει, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων και τον σκοτώσουν εκείνοι αφού πρώτα τον έχουν εξευτελίσει.
Το βιβλίο και η ταινία
Ο συγγραφές Πέτρος Μακεδών, λίγο καιρό μετά την επιβολή της χούντας των συνταγματαρχών, επιλέγει να γράψει για τον «Αστραπόγιαννο». Μεταφέρει, ωστόσο, τη ζωή του στην μετεπαναστατική Ελλάδα του 1900 όταν οι μεγαλοτσιφλικάδες ζούσαν με το… αίμα των κολίγων. Η προσπάθεια του συγγραφέα να «τραβήξει» το βλέμμα του αναγνώστη από τον εξωτερικό εχθρό και να το τοποθετήσει πάνω στον εσωτερικό με τα ταξικά κίνητρα, είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.
«Θρύλος έγιναν τα κατορθώματά του, κλεφτοτράγουδο η παλικαριά του. Ο Αστραπόγιαννος με τον νταϊφά του, φάνταζε το σκιάχτρο των τσιφλικάδων. Τρόμος στον ύπνο τους, κόμπος στη διψασμένη αχορτασιά τους να ρουφήξουν το αίμα των κολίγων. Πίστεψε πως του δόθηκε θεόσταλτη εντολή να σώσει τους αδικημένους, πως το χρέος του είναι και το χρέος κάθε ανθρώπου: ν’ αντιμάχεται τη βία και την καταπίεση».
Το βιβλίο γρήγορα γίνεται ταινία η πρώτη προβολή της οποίας γίνεται στις 12 Οκτωβρίου 1970 και συνολικά κόβει 391.874 εισιτήρια την περίοδο της προβολής της. Όπου κι αν προβλήθηκε η ταινία, έγινε πραγματικά χαμός. Κοινό και κριτικοί την αποθέωσαν ενώ το ένα βραβείο διαδεχόταν το άλλο.
Οι περιπέτειες που έζησε ο Κούρκουλος στα γυρίσματα της ταινίας
Η πρώτη ήταν όταν για τις ανάγκες της ταινίας ο Κούρκουλος ιππεύει ένα άλογο και συνοδεία των συντρόφων του καλπάζει προς το μέρος που τους είχαν στήσει παγίδα οι μπράβοι του μεγαλοτσιφλικά Κωνσταντή Βελούση. Αντιλαμβάνονται, ωστόσο, την παγίδα και σταματούν. Σε εκείνο το σημείο ο σκηνοθέτης Νίκος Τζίμας ήθελε ένα εντυπωσιακό πλάνο με τα άλογα. Καθυστερούσε, λοιπόν, να πει «στοπ», προκειμένου τα ζώα να πλησιάσουν όσο πιο κοντά γινόταν. Το θέμα, ωστόσο, είναι πως άρχισε υπερβολικά να σταματήσει το γύρισμα και έτσι το άλογο του Κούρκουλου πήδηξε πάνω από την κάμερα και κάλπαζε πάνω σε μια γέφυρα στον ποταμό της Κωπαΐδας όπου γινόντουσαν τα γυρίσματα.
Ο Κούρκουλος πήδηξε από το άλογο και «προσγειώθηκε» στην όχθη του ποταμού! Η πτώση ήταν άσχημη αλλά ο ηθοποιός τη… γλίτωσε με γρατζουνιές και μώλωπες!
Η δεύτερη ήταν στη σκηνή που ο μεγαλοτσιφλικάς σκοτώνει την ίδια του την κόρη επειδή εκείνη είχε κλεφτεί με τον «Αστραπόγιαννο». Σύμφωνα με το σενάριο όταν ο Κούρκουλος άκουσε τον πυροβολισμό, έτρεξε δίπλα στην αγαπημένη του. Το συγκεκριμένο γύρισμα έγινε σε μια απότομη πλαγιά της Πάρνηθας που ήταν γεμάτο χαλίκια.
Ο Κούρκουλος κατέβηκε τρέχοντας την πλαγιά και γλίστρησε με αποτέλεσμα να προσγειωθεί άτσαλα στο πλευρό της αγαπημένης του Πασχαλιάς, που υποδυόταν η Νίκη Τριανταφυλλίδη. Χτύπησε άσχημα το χέρι του, το οποίο άρχισε να αιμορραγεί, ωστόσο, επειδή η σκηνή είχε βγει καλή δεν διέκοψε το γύρισμα και όλοι ανακάλυψαν πως είχε τραυματιστεί μόνο αφού είχε τελειώσει η συγκεκριμένη λήψη.