Ο γαστρονομικός τουρισμός είναι κάτι περισσότερο από την απλή απόλαυση ενός καλού γεύματος, μια μπύρας, ή ενός ποτηριού κρασιού κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού. Είναι...
ένας τρόπος μυήσεως στον πολιτισμό και την κληρονομιά μιας περιοχής, καθιστώντας την εμπειρία αξέχαστη με έναν εντελώς μοναδικό και προσωπικό τρόπο.
Ως Πρόεδρος του Σωματείου Εστίασης Κατερίνης αλλά κι ως άνθρωπος που ασχολείται πολλά χρόνια με την εστίαση ως εργασία δεν θα μπορούσα να μην έχω πάθος για την γαστρονομία. Διάβασα πρόσφατα μια πολύ εξειδικευμένη μελέτη για τον γαστρονομικό τουρισμό και σας μεταφέρω ότι η τρίτη χώρα παγκοσμίος σε τουρίστες που την επισκέπτονται για να δοκιμάσουν την γαστρονομία της, είναι η Τουρκία (1η Γαλλία, 2η Ιαπωνία). Προσωπικά δεν θεωρώ ότι η ελληνική κουζίνα δεν μπορεί να σταθεί επάξια απέναντι στην τουρκική.
Η ελληνική κουζίνα έχει κερδίσει πολλούς φίλους στο εξωτερικό χάρη στον ιδιαίτερο και απλοϊκό της μεσογείου χαρακτήρα της. Η ποικιλία των μεζέδων, η απλότητα των παρασκευών, η νοστιμιά και η θρεπτική αξία των φρέσκων ελληνικών προϊόντων την έχουν κάνει ευρύτερα γνωστή κι αγαπητή. Υπάρχουν επίσης ορισμένες κλασικές ελληνικές πρώτες ύλες (ελαιόλαδο, φέτα, γιαούρτι, μέλι, φύλλο ζύμης, κ.ο.κ.) που χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη διεθνή κουζίνα ως εκλεκτές πρώτες ύλες.
Η ελληνική γαστρονομία θα είχε πολύ περισσότερους λάτρεις και φίλους αν καταφέρει να λύσει μια παθογένεια και διορθώσει μια αδυναμία της. Η παθογένεια του κλάδου να έχει προβλήματα ποιότητας στις παροχές γαστρονομικών υπηρεσιών σ’ όλο το φάσμα του είναι κάτι που θα πρέπει να θεραπευτεί σταδιακά ώστε να ανέβουμε ακόμη ένα ελίτ επίπεδο και ταυτόχρονα να έχουμε αποτελεσματική προβολή του γαστρονομικού πλούτου της Ελλάδας.
Εκδηλώσεις και γαστρονομικά φεστιβάλ πρέπει να εντατικοποιηθούν. Τα χαρακτηριστικά ελληνικά πιάτα, προϊόντα και ποτά θα πρέπει να προβάλλονται στις διεθνείς εκθέσεις ως πακέτα στο τουρισμό. Η γευσιγνωσία είναι απαραίτητη στο χτίσιμο του μύθου της γαστρονομίας. Άλλωστε σ’ αυτή στηρίζονται οι οινοποιοί γι’ αυτό και ο οινοτουρισμός έχει εκτοξευθεί.
Είναι σημαντικό τα εστιατόρια και γενικά επιχειρήσεις εστίασης κάθε μορφής (π.χ. ταβέρνες, μεζεδοπωλεία, ουζερί, ψησταριές, ψαροταβέρνες, καφενεία) που προσφέρουν παραδοσιακή ή τοπική κουζίνα να στοχεύουν στην προβολή του μενού τους και να δώσουν έμφαση στις παρασκευές που θα μπορούν να προβληθούν από τους οργανισμούς και τα ΜΜΕ. Ο γενικός πληθυσμός αναζητεί εκείνη την μαγευτική πιρουνιά φαγητού που θα τον ταξιδέψει και θα του διεγείρει όλες τις αισθήσεις.
Λόγω αυτών των αδυναμιών, η Ελλάδα υπολείπεται των άλλων μεσογειακών χωρών, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, τόσο σε σχέση με τη διάδοση της ελληνικής κουζίνας στο εξωτερικό όσο και με την ποιότητα της κουζίνας που προσφέρεται στους επισκέπτες της χώρας. Αυτή ακριβώς την εικόνα προσπαθούμε να αλλάξουμε, ώστε σε σύντομο διάστημα η Ελλάδα να είναι απόλυτα συνυφασμένη και με τη γαστρονομία.
Βασίλης Αγιαννίτης
Πρόεδρος του Σωματείου Εστίασης Κατερίνης
Ως Πρόεδρος του Σωματείου Εστίασης Κατερίνης αλλά κι ως άνθρωπος που ασχολείται πολλά χρόνια με την εστίαση ως εργασία δεν θα μπορούσα να μην έχω πάθος για την γαστρονομία. Διάβασα πρόσφατα μια πολύ εξειδικευμένη μελέτη για τον γαστρονομικό τουρισμό και σας μεταφέρω ότι η τρίτη χώρα παγκοσμίος σε τουρίστες που την επισκέπτονται για να δοκιμάσουν την γαστρονομία της, είναι η Τουρκία (1η Γαλλία, 2η Ιαπωνία). Προσωπικά δεν θεωρώ ότι η ελληνική κουζίνα δεν μπορεί να σταθεί επάξια απέναντι στην τουρκική.
Η ελληνική κουζίνα έχει κερδίσει πολλούς φίλους στο εξωτερικό χάρη στον ιδιαίτερο και απλοϊκό της μεσογείου χαρακτήρα της. Η ποικιλία των μεζέδων, η απλότητα των παρασκευών, η νοστιμιά και η θρεπτική αξία των φρέσκων ελληνικών προϊόντων την έχουν κάνει ευρύτερα γνωστή κι αγαπητή. Υπάρχουν επίσης ορισμένες κλασικές ελληνικές πρώτες ύλες (ελαιόλαδο, φέτα, γιαούρτι, μέλι, φύλλο ζύμης, κ.ο.κ.) που χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη διεθνή κουζίνα ως εκλεκτές πρώτες ύλες.
Η ελληνική γαστρονομία θα είχε πολύ περισσότερους λάτρεις και φίλους αν καταφέρει να λύσει μια παθογένεια και διορθώσει μια αδυναμία της. Η παθογένεια του κλάδου να έχει προβλήματα ποιότητας στις παροχές γαστρονομικών υπηρεσιών σ’ όλο το φάσμα του είναι κάτι που θα πρέπει να θεραπευτεί σταδιακά ώστε να ανέβουμε ακόμη ένα ελίτ επίπεδο και ταυτόχρονα να έχουμε αποτελεσματική προβολή του γαστρονομικού πλούτου της Ελλάδας.
Εκδηλώσεις και γαστρονομικά φεστιβάλ πρέπει να εντατικοποιηθούν. Τα χαρακτηριστικά ελληνικά πιάτα, προϊόντα και ποτά θα πρέπει να προβάλλονται στις διεθνείς εκθέσεις ως πακέτα στο τουρισμό. Η γευσιγνωσία είναι απαραίτητη στο χτίσιμο του μύθου της γαστρονομίας. Άλλωστε σ’ αυτή στηρίζονται οι οινοποιοί γι’ αυτό και ο οινοτουρισμός έχει εκτοξευθεί.
Είναι σημαντικό τα εστιατόρια και γενικά επιχειρήσεις εστίασης κάθε μορφής (π.χ. ταβέρνες, μεζεδοπωλεία, ουζερί, ψησταριές, ψαροταβέρνες, καφενεία) που προσφέρουν παραδοσιακή ή τοπική κουζίνα να στοχεύουν στην προβολή του μενού τους και να δώσουν έμφαση στις παρασκευές που θα μπορούν να προβληθούν από τους οργανισμούς και τα ΜΜΕ. Ο γενικός πληθυσμός αναζητεί εκείνη την μαγευτική πιρουνιά φαγητού που θα τον ταξιδέψει και θα του διεγείρει όλες τις αισθήσεις.
Λόγω αυτών των αδυναμιών, η Ελλάδα υπολείπεται των άλλων μεσογειακών χωρών, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, τόσο σε σχέση με τη διάδοση της ελληνικής κουζίνας στο εξωτερικό όσο και με την ποιότητα της κουζίνας που προσφέρεται στους επισκέπτες της χώρας. Αυτή ακριβώς την εικόνα προσπαθούμε να αλλάξουμε, ώστε σε σύντομο διάστημα η Ελλάδα να είναι απόλυτα συνυφασμένη και με τη γαστρονομία.
Βασίλης Αγιαννίτης
Πρόεδρος του Σωματείου Εστίασης Κατερίνης