Κατερίνη 29-Ο5-2Ο18
Αγγελος Αγγελίδης
Δε μέτρησα τις ώρες, τα ξενύχτια,
σκυμμένος σε βιβλία και χαρτιά.
Πάλεψα με προβλήματα κι ασκήσεις
και τις σελίδες άλλαζα μπροστά μου με σειρά.
Αντεξα τόσες νύχτες του χειμώνα,
αν κι ο Μορφέας θρόνιαζε στο σπίτι απ΄ τις εννιά.
Στο τζάκι πλάι έγειρε, κατάκοπη η γραία,
γλυκοκοιμήθηκε κι η γάτα στη γωνιά.
Στο τζάκι οι σπίθες νευρικά με συντροφεύουν,
χορεύουν, τραγουδούν μέχρι αργά.
Τώρα στο σπίτι βασιλεύει ηρεμία,
η κάθε ανάσα μου ακούγεται βαριά.
Επεσε βάρος στων ματιών μου την αυλαία,
όλα τα γράμματα μου φαίνονται μικρά.
Ψάχνω με κόπο για να βρω τα κεφαλαία,
ψυχή και σώμα παραδίδουν τα κλειδιά.
Εζησα κι άλλες τόσες νύχτες πιο γεμάτες,
Φθινόπωρο και Ανοιξη με χίλιους πειρασμούς.
Δεν τα κατάφεραν προκλήσεις και Σειρήνες,
οι Ερινύες και αντέχουν και κρατούν.
Ελπίδα κάθε νέου που κοπιάζει
η αίσθηση του τέλους, σα φανεί.
Γλυκός καρπός και λύτρωση, που ωριμάζει,
ο τελειωμός χαρά, που έσπειρε η αρχή.
Ομως δε φάνηκε ακόμα το λιμάνι.
Οι άγκυρες δεμένες στα ψηλά.
Ερχεται θύελλα, φωνάζει ο καπετάνιος
κι οι ναύτες ξαναπιάνουν τα κουπιά.
Αυτή η μάχη είναι ασύγκριτα μεγάλη.
Στο στίβο αυτό θα μπούμε μια φορά.
Δεν θα υπάρξουν περιθώρια για λάθη,
όσοι θα χάσουν θα μετρήσουν συμφορά.
Οι δήθεν σύμμαχοι κοιτάζουν στην αρένα,
αποκοιμήθηκαν αδιάφορα, οικτρά.
Στο Κολοσσαίο η αγωνία γιγαντώνει,
υπομονή…, όλα κερδίζονται, παιδιά .