Το έργο της απελευθέρωσης της Κατερίνης ανατέθηκε στην 7η Μεραρχία του Στρατού Θεσσαλονίκης, που είχε διοικητή το Συνταγματάρχη (ΠΒ) Κλεομένη Κλεομένους. Στις 15 Οκτωβρίου 1912 εκδόθηκε η Διαταγή των Επιχειρήσεων. Η 7η Μεραρχία, συνολικά 7.000 άτομα αντιμετώπισε...
μια μικρή σχετικά δύναμη του τουρκικού στρατού, της τάξης των 4.000 ανδρών, οι οποίοι είχαν έδρα τους την περιοχή του Γιδά (σημερινή Αλεξάνδρεια Ημαθίας).Οδηγός των Ελλήνων Ευζώνων τάχθηκε εθελοντικά ο Γαλλίας Λάππας, από το Λιβάδι.
Στις 16 Οκτωβρίου 1912, ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την Κατερίνη και η τελευταία μάχη που δόθηκε ήταν στο Κολοκούρι (σημερινός Σβορώνος). Εκεί δέχτηκε αιφνιδιαστική επίθεση μια μονάδα του 20ου Συντάγματος. Σκοτώθηκαν ηρωικά ο Αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Σβορώνος, Διοικητής του 20ου Συντάγματος, ο Υπολοχαγός (ΠΖ) Δημήτριος Νίκας και ο 17χρονος εθελοντής από την Κρήτη Κονταξάκης, ο οποίος μάλιστα είχε καταταγεί με ψευδή στοιχεία ονοματεπωνύμου και ηλικίας . Στις συγκρούσεις που προηγήθηκαν τις απελευθέρωσης σκοτώθηκαν πολεμώντας ηρωικά και περίπου 20 ακόμα άτομα, σύμφωνα με κάποιες πηγές. Στον τόπο που έπεσαν ο Σβορώνος και οι υπόλοιποι πολεμιστές ανεγέρθηκε μνημείο. Την ημέρα της σύγκρουσης του ελληνικού στρατού με τον τουρκικό στο Κουλουκούρι, ο κάτοικος της Κατερίνης Χρήστος Ξηρομερίτης μαζί με φίλους του αγωνιστές εξουδετέρωσε την τουρκική φρουρά , η οποία στεγαζόταν στην Περιοχή του Αγίου Φωτίου.
Η απελευθέρωση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στην Αικατερίνη. Ο τουρκικός στρατός ήδη από τη νύχτα της 15 προς 16 Οκτωβρίου είχε εγκαταλείψει την Κατερίνη. Την Τρίτη, στις επτά και μισή το πρωί της 16ης Οκτωβρίου, τα ελληνικά στρατεύματα εισήλθαν στην πόλη. Ο τουρκικός στρατός υποχώρησε προς το Κίτρος και η καταδίωξή του συνεχίστηκε από τις ελληνικές δυνάμεις. Η διοίκηση της Κατερίνης παραδόθηκε από το στρατό στο Γεώργιο Λαναρίδη, από το Λιβάδι Ολύμπου. Αμέσως μετά την απελευθέρωση τελέστηκε δοξολογία από το Μητροπολίτη Παρθένιο, στο Ναό της Θείας Αναλήψεως. Πολλοί από τους αγωνιστές του Ολύμπου έλαβαν μέρος αργότερα στο Μακεδονικό Αγώνα (1902-1908) και έζησαν ως λησταντάρτες στα ορεινά της Πιερίας. Ένας τέτοιος οπλαρχηγός ήταν ο Θεόδωρος Γκούτας, ο οποίος σκοτώθηκε σε μάχη στις 7 Ιανουαρίου 1913 στο χωριό Λάζαινα, κοντά στο Μπιζάνι.
Η υποδοχή των ελευθερωτών της Κατερίνης έγινε στο Κολοκούρι από τον Παρθένιο Βαρδάκα και μια αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τους Δημήτριο Τσάμη, Λαναρίδη, Τσαλόπουλο (δικηγόρος), Δ. Παρασκευά (φαρμακοποιό) και τον έμπορο Κάλφα από το Καταφύγι. Ο Παρθένιος έψαλε στη Θεία Ανάληψη ευχαριστήρια δέηση και αναφέρεται το εξής περιστατικό.
Όταν οι αξιωματικοί του Στρατού πρότειναν στο Γαλλία Λάππα να πάρει ό, τι ήθελε από τα λάφυρα των Τούρκων, εκείνος φόρτωσε ένα άλογο με όπλα και γύρισε στο Λιβάδι, ώστε αν χρειαζόταν, να πολεμούσε ξανά στα βουνά.
Η εφημερίδα «Εμπρός» της 19 Οκτωβρίου 1912, γράφει για το γεγονός της κατάληψης της Κατερίνης από τους Έλληνες και αναφέρει το τηλεγράφημα του Παναγιώτη Δαγκλή, Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
«Κοζάνη, 17 ώρα 6 μ.μ. Κατελήφθη την 16ην μετά τρίωρον μάχην η Αικατερίνη. Στρατός εξακολουθεί προελαύνων προς βορράν».
Στις 16 Οκτωβρίου 1912, ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την Κατερίνη και η τελευταία μάχη που δόθηκε ήταν στο Κολοκούρι (σημερινός Σβορώνος). Εκεί δέχτηκε αιφνιδιαστική επίθεση μια μονάδα του 20ου Συντάγματος. Σκοτώθηκαν ηρωικά ο Αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Σβορώνος, Διοικητής του 20ου Συντάγματος, ο Υπολοχαγός (ΠΖ) Δημήτριος Νίκας και ο 17χρονος εθελοντής από την Κρήτη Κονταξάκης, ο οποίος μάλιστα είχε καταταγεί με ψευδή στοιχεία ονοματεπωνύμου και ηλικίας . Στις συγκρούσεις που προηγήθηκαν τις απελευθέρωσης σκοτώθηκαν πολεμώντας ηρωικά και περίπου 20 ακόμα άτομα, σύμφωνα με κάποιες πηγές. Στον τόπο που έπεσαν ο Σβορώνος και οι υπόλοιποι πολεμιστές ανεγέρθηκε μνημείο. Την ημέρα της σύγκρουσης του ελληνικού στρατού με τον τουρκικό στο Κουλουκούρι, ο κάτοικος της Κατερίνης Χρήστος Ξηρομερίτης μαζί με φίλους του αγωνιστές εξουδετέρωσε την τουρκική φρουρά , η οποία στεγαζόταν στην Περιοχή του Αγίου Φωτίου.
Η απελευθέρωση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στην Αικατερίνη. Ο τουρκικός στρατός ήδη από τη νύχτα της 15 προς 16 Οκτωβρίου είχε εγκαταλείψει την Κατερίνη. Την Τρίτη, στις επτά και μισή το πρωί της 16ης Οκτωβρίου, τα ελληνικά στρατεύματα εισήλθαν στην πόλη. Ο τουρκικός στρατός υποχώρησε προς το Κίτρος και η καταδίωξή του συνεχίστηκε από τις ελληνικές δυνάμεις. Η διοίκηση της Κατερίνης παραδόθηκε από το στρατό στο Γεώργιο Λαναρίδη, από το Λιβάδι Ολύμπου. Αμέσως μετά την απελευθέρωση τελέστηκε δοξολογία από το Μητροπολίτη Παρθένιο, στο Ναό της Θείας Αναλήψεως. Πολλοί από τους αγωνιστές του Ολύμπου έλαβαν μέρος αργότερα στο Μακεδονικό Αγώνα (1902-1908) και έζησαν ως λησταντάρτες στα ορεινά της Πιερίας. Ένας τέτοιος οπλαρχηγός ήταν ο Θεόδωρος Γκούτας, ο οποίος σκοτώθηκε σε μάχη στις 7 Ιανουαρίου 1913 στο χωριό Λάζαινα, κοντά στο Μπιζάνι.
Η υποδοχή των ελευθερωτών της Κατερίνης έγινε στο Κολοκούρι από τον Παρθένιο Βαρδάκα και μια αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τους Δημήτριο Τσάμη, Λαναρίδη, Τσαλόπουλο (δικηγόρος), Δ. Παρασκευά (φαρμακοποιό) και τον έμπορο Κάλφα από το Καταφύγι. Ο Παρθένιος έψαλε στη Θεία Ανάληψη ευχαριστήρια δέηση και αναφέρεται το εξής περιστατικό.
Όταν οι αξιωματικοί του Στρατού πρότειναν στο Γαλλία Λάππα να πάρει ό, τι ήθελε από τα λάφυρα των Τούρκων, εκείνος φόρτωσε ένα άλογο με όπλα και γύρισε στο Λιβάδι, ώστε αν χρειαζόταν, να πολεμούσε ξανά στα βουνά.
Η εφημερίδα «Εμπρός» της 19 Οκτωβρίου 1912, γράφει για το γεγονός της κατάληψης της Κατερίνης από τους Έλληνες και αναφέρει το τηλεγράφημα του Παναγιώτη Δαγκλή, Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
«Κοζάνη, 17 ώρα 6 μ.μ. Κατελήφθη την 16ην μετά τρίωρον μάχην η Αικατερίνη. Στρατός εξακολουθεί προελαύνων προς βορράν».
Β.Β.