Η χαρακτηριστική εμφάνισή του είναι ριζωμένη στην ποπ κουλτούρα και τη λαϊκή συνείδηση. Όμως...
όπως αποκαλύπτουν ιστορικές αναφορές, δεν ήταν πάντα αυτή η στολή του.
Στην πραγματικότητα, χρειάστηκε σχεδόν ένας αιώνας για να καθιερωθούν τα ρούχα, η εμφάνιση και το ύψος που του αποδόθηκε.
«Προκάτοχοι» του Άη Βασίλη θεωρούνται ο επίσκοπος Άγιος Νικόλαος και ο Ολλανδός Σιντερκλάας, μια θρυλική φιγούρα που βασίζεται στον Άγιο Νικόλαο, προστάτη των παιδιών.
Ο Άγιος Βασίλης άρχισε να διαμορφώνεται για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1820 και συνέχισε να εξελίσσεται μέσα από την ποίηση, τις εικονογραφήσεις και τις διαφημίσεις.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του Άγιου Βασίλη έγιναν κανόνας χάρη στο ποίημα του Κλέμεντ Κλαρκ Μουρ «Μια επίσκεψη από τον Άγιο Νικόλα» το 1823 , καθώς και σε ένα λιγότερο αναγνωρισμένο ανώνυμο ποίημα που προηγήθηκε το 1821 που τον ονόμασε «Santeclaus».
«Χρειάστηκαν περίπου 80 χρόνια για να καταλήξουν οι Αμερικανοί καλλιτέχνες στο ντύσιμο του Άγιου Βασίλη. Μέχρι τότε τον έβλεπες σε οποιοδήποτε χρώμα, σε κάθε είδους ρόμπες και παραλλαγές του» σημείωσε ο ιστορικός Γκέρι Μπόουλερ.
Κάποιες παραλλαγές τον καταγράφουν ως έναν χαρούμενο «εισβολέα» των διακοπών, ως έναν μικρό και πονηρό ξωτικό μικροπωλητή αγαθών.
Σε μια εικονογράφηση του 1902 για το «Η ζωή και οι Περιπέτειες του Άγιου Βασίλη» του Φρανκ Μπάουμ, φορά μια μαύρη φορεσιά με γούνινο άνιμαλ πριντ και κόκκινες μπότες.
Ο Τόμας Ναστ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην σκιαγράφηση του Άη Βασίλη, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Τον ζωγράφισε για πρώτη φορά το 1863. Αλλά η αλλά η πιο διαδεδομένη εικόνα που δημιούργησε ο καλλιτέχνης το 1881 είναι μια εκδοχή του με ένα κουμπωμένο κόκκινο κοστούμι.
Τα σχέδια αυτά, βέβαια, πλέον επισκιάζονται από τις μακροχρόνιες εκστρατείες διακοπών της Coca-Cola, εικονογραφημένες από τον Χάντον Σάντμπλομ, οι οποίες ξεκίνησαν το 1931 και έχουν γίνει συνώνυμο με την σημερινή εμφάνιση του Άγιου Βασίλη.
«Πιστεύω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι εκτιμούν ότι η κόκα κόλα είχε κάποια σχέση με την καθιέρωση της ερυθρόλευκης στολής του Άγιου Βασίλη» ανέφερε ο Μπόουλερ. «Αλλά δεν είναι αλήθεια. Η εμβληματική στολή του Άγιου Βασίλη είχε καθιερωθεί δεκαετίες πριν».
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον ιστορικό και συγγραφέα Στίβεν Νάιζενμπαουμ, ο παραδοσιακός προάγγελος των Χριστουγέννων στη Νέα Αγγλία ήταν μια μεθυσμένη, θορυβώδης και πονηρή γιορτή ενός μήνα κατά τη διάρκεια του 17ου και των αρχών του 18ου αιώνα, ως «μοχλός αποσυμπίεσης» για τους φτωχούς για να εκτονωθεί με ελεγχόμενο τρόπο η όποια κοινωνική αναταραχή.
Επρόκειτο για ένα δημοφιλές έθιμο που επέτρεπε στους ανθρώπους να μπαίνουν στα σπίτια των πλουσίων με την προσδοκία ότι θα τους έδιναν καλύτερο φαγητό και ποτό ως χειρονομία καλής θέλησης.
Στον Άγιο Νικόλαο, δόθηκε μια κοσμική, εργατική τάξη, που «εξουδετέρωσε» την εικόνα του εισβολέα του σπιτιού και δημιούργησε μια εικόνα επισκέπτη που δεν έχει απαιτήσεις, αλλά αντ’ αυτού προσφέρει δώρα.
Καθώς τα ρούχα του εξελίχθηκαν, η εξωτική φύση του Άγιου Βασίλη ξεθώριασε και στη θέση του ήρθε ένας πολύ ψηλότερος, χαρούμενος και καθαρά καλοπροαίρετος επισκέπτης.
Ο Μπόουλερ εκτιμά ότι πολλά από τα χαρακτηριστικά που βοήθησαν να χαραχτεί στη λαϊκή συνείδηση αυτή η εμφάνιση οφείλονταν σε έναν εξαιρετικά απλό συλλογισμό. «Μόλις αποφασίστηκε ότι είναι από την Αρκτική, μοιάζει λογικό να φορά γούνα. Το κόκκινο είναι ζωηρό χρώμα και κάνει αντίθεση τόσο με τα λευκά του γένια όσο και με το λευκό χιόνι», εξηγεί.
«Προκάτοχοι» του Άη Βασίλη θεωρούνται ο επίσκοπος Άγιος Νικόλαος και ο Ολλανδός Σιντερκλάας, μια θρυλική φιγούρα που βασίζεται στον Άγιο Νικόλαο, προστάτη των παιδιών.
Ο Άγιος Βασίλης άρχισε να διαμορφώνεται για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1820 και συνέχισε να εξελίσσεται μέσα από την ποίηση, τις εικονογραφήσεις και τις διαφημίσεις.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του Άγιου Βασίλη έγιναν κανόνας χάρη στο ποίημα του Κλέμεντ Κλαρκ Μουρ «Μια επίσκεψη από τον Άγιο Νικόλα» το 1823 , καθώς και σε ένα λιγότερο αναγνωρισμένο ανώνυμο ποίημα που προηγήθηκε το 1821 που τον ονόμασε «Santeclaus».
«Χρειάστηκαν περίπου 80 χρόνια για να καταλήξουν οι Αμερικανοί καλλιτέχνες στο ντύσιμο του Άγιου Βασίλη. Μέχρι τότε τον έβλεπες σε οποιοδήποτε χρώμα, σε κάθε είδους ρόμπες και παραλλαγές του» σημείωσε ο ιστορικός Γκέρι Μπόουλερ.
Κάποιες παραλλαγές τον καταγράφουν ως έναν χαρούμενο «εισβολέα» των διακοπών, ως έναν μικρό και πονηρό ξωτικό μικροπωλητή αγαθών.
Σε μια εικονογράφηση του 1902 για το «Η ζωή και οι Περιπέτειες του Άγιου Βασίλη» του Φρανκ Μπάουμ, φορά μια μαύρη φορεσιά με γούνινο άνιμαλ πριντ και κόκκινες μπότες.
Ο Τόμας Ναστ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην σκιαγράφηση του Άη Βασίλη, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Τον ζωγράφισε για πρώτη φορά το 1863. Αλλά η αλλά η πιο διαδεδομένη εικόνα που δημιούργησε ο καλλιτέχνης το 1881 είναι μια εκδοχή του με ένα κουμπωμένο κόκκινο κοστούμι.
Τα σχέδια αυτά, βέβαια, πλέον επισκιάζονται από τις μακροχρόνιες εκστρατείες διακοπών της Coca-Cola, εικονογραφημένες από τον Χάντον Σάντμπλομ, οι οποίες ξεκίνησαν το 1931 και έχουν γίνει συνώνυμο με την σημερινή εμφάνιση του Άγιου Βασίλη.
«Πιστεύω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι εκτιμούν ότι η κόκα κόλα είχε κάποια σχέση με την καθιέρωση της ερυθρόλευκης στολής του Άγιου Βασίλη» ανέφερε ο Μπόουλερ. «Αλλά δεν είναι αλήθεια. Η εμβληματική στολή του Άγιου Βασίλη είχε καθιερωθεί δεκαετίες πριν».
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον ιστορικό και συγγραφέα Στίβεν Νάιζενμπαουμ, ο παραδοσιακός προάγγελος των Χριστουγέννων στη Νέα Αγγλία ήταν μια μεθυσμένη, θορυβώδης και πονηρή γιορτή ενός μήνα κατά τη διάρκεια του 17ου και των αρχών του 18ου αιώνα, ως «μοχλός αποσυμπίεσης» για τους φτωχούς για να εκτονωθεί με ελεγχόμενο τρόπο η όποια κοινωνική αναταραχή.
Επρόκειτο για ένα δημοφιλές έθιμο που επέτρεπε στους ανθρώπους να μπαίνουν στα σπίτια των πλουσίων με την προσδοκία ότι θα τους έδιναν καλύτερο φαγητό και ποτό ως χειρονομία καλής θέλησης.
Στον Άγιο Νικόλαο, δόθηκε μια κοσμική, εργατική τάξη, που «εξουδετέρωσε» την εικόνα του εισβολέα του σπιτιού και δημιούργησε μια εικόνα επισκέπτη που δεν έχει απαιτήσεις, αλλά αντ’ αυτού προσφέρει δώρα.
Καθώς τα ρούχα του εξελίχθηκαν, η εξωτική φύση του Άγιου Βασίλη ξεθώριασε και στη θέση του ήρθε ένας πολύ ψηλότερος, χαρούμενος και καθαρά καλοπροαίρετος επισκέπτης.
Ο Μπόουλερ εκτιμά ότι πολλά από τα χαρακτηριστικά που βοήθησαν να χαραχτεί στη λαϊκή συνείδηση αυτή η εμφάνιση οφείλονταν σε έναν εξαιρετικά απλό συλλογισμό. «Μόλις αποφασίστηκε ότι είναι από την Αρκτική, μοιάζει λογικό να φορά γούνα. Το κόκκινο είναι ζωηρό χρώμα και κάνει αντίθεση τόσο με τα λευκά του γένια όσο και με το λευκό χιόνι», εξηγεί.