Όταν ο Μέγας Βασίλειος ήταν Δεσπότης της Καισαρείας, ζούσε με τους συνανθρώπους του στην πόλη με αρμονία, αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια.
Κάποια
μέρα, όμως, ένας στρατηγός, τύραννος της περιοχής, ζήτησε...
να του δοθούν
όλοι οι θησαυροί που είχαν οι άνθρωποι της Καισαρείας, αλλιώς θα
πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να την λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη.
Όταν
ξημέρωσε η μέρα και ο στρατηγός με το στρατό του περικύκλωσε την πόλη,
ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν.
Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ό,τι άλλο πολύτιμο υπήρχε.
Ο
Μέγας Βασίλειος τότε απάντησε ότι, οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν,
λόγω πείνας και φτώχιας, να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα
στρατηγό.
Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε
και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει ή μπορεί και
να τον σκοτώσει.
Οι Xριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ τον Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν.
Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν, ώστε να τα δώσει στον σκληρό στρατηγό και να σωθούν.
Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός
χωρίς να περιμένει διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, προσευχήθηκε και μετά έδωσε στο στρατηγό ό,τι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι.
Όταν
όμως ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους
θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το
θαύμα!
Όλοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό
καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους
δικούς του.
Μετά απ' αυτό ο στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν.
Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας.
Τώρα όμως ο Μέγας Βασίλειος βρέθηκε σε δύσκολη θέση!
Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά και να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του.
Αυτό ήταν πολύ δύσκολο.
Προσευχήθηκε πολύ και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει.
Κάλεσε
τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν
ψωμάκια,και μέσα στο καθένα ψωμάκι να βάζουν και λίγα χρυσαφικά.
Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε ως ευλογία στους κατοίκους της Καισαρείας.
Στην
αρχή όλοι παραξενεύτηκαν για τα ψωμάκια μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη
μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι κι έβρισκε μέσα τα
χρυσαφικά .
Ήταν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, που έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί.
Από
τότε φτιάχνουμε κι εμείς το ξεχωριστό ψωμάκι, τη βασιλόπιτα, που έχει
μέσα ένα φλουρί, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου!
Η
βασιλόπιτα έχει πάντα την πρώτη θέση στο Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι μας,
πλάι στους κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα, τις δίπλες και τα άλλα γλυκά.
Η
ιστορία της Bασιλόπιτας είναι μια ιστορία που συνέβηκε περίπου πριν
1500 χρόνια στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία.
Χρόνια πολλά....
Καλή κι ευλογημένη χρονιά σε όλο τον κόσμο...
Β.Β.