Ο μήνας Μάϊος είναι συνυφασμένος με την ένδοξη ιστορία μας. Στις 11 τοῦ μηνός εορτάζουμε την ανάμνηση τῶν εγκαινίων τῆς Κωνσταντινουπόλεως, από τον Μέγα Κωνσταντίνο το 330 μ. Χ. Στις 21 τοῦ μηνός εορτάζουμε την μνήμη...
τῶν Αγίων ενδόξων Θεοστέπτων Μεγάλων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, τους ιδρυτές τῆς Ρωμηοσύνης, ενώ στις 29 έχουμε την θλιβερή επέτειο τῆς Αλώσεως τῆς Πόλεως από τους Οθωμανούς το 1453. Με αφορμή αυτών των επετείων και εορτών, θα θέλαμε μέσα από την φιλόξενη ηλεκτρονική εφημερίδα «ΛΕΥΤΕΡΙΑ», να μιλήσουμε για το ιστορικό αυτό φαινόμενο πού λέγεται Βυζάντιο. Τελικά, τι είναι το Βυζάντιο;
Υπάρχει μία προκατάληψη από πολλούς σχετικά με το τι είναι το «Βυζάντιο». Για πολλούς θεωρείται ο χώρος τῆς δολοπλοκίας, τῶν δολοφονιών, τῶν συνομωσιών.
Για άλλους είναι η καταστροφή τοῦ Ελληνισμού, καθώς λένε ότι ήρθε και κατέστρεψε κάθε τι το ελληνικό. Άρα το «Βυζάντιο» είναι εχθρικό και καταστροφικό για τον ελληνισμό. Μια τέτοια προσπάθεια έγινε πρίν από χρόνια στα εγκαίνια τοῦ Νέου Μουσείου τῆς Ακροπόλεως, όταν προβλήθηκε βίντεο να παρουσιάζει στίς αρχές τοῦ 4ου αιώνος ορισμένους ρασοφόρους – μοναχούς να καταστρέφουν τον Παρθενώνα. Μια ψευδής αναπαράσταση, καθώς την εποχή εκείνη στην περιοχή τῶν Αθηνών δεν υπήρχε κάν οργανωμένος μοναχισμός. Αυτό είχε σκοπό να πλήξει την αίγλη και το μεγαλείο τοῦ Βυζαντίου, ξεχνώντας ότι, ο Παρθενώνας διασώθηκε μέσα από τα χριστιανικά χρόνια έχοντας μετατραπεί σε Ναό τῆς Παναγίας τῆς Αθηνιώτισσας, ενώ τον είχε επισκεφτεί και ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος.
Για άλλους το «Βυζάντιο» είναι σκοταδισμός, «μεσαίωνας» με την έννοια τῆς τρομοκρατίας, τῆς Ιεράς Εξετάσεως, τῆς πυράς, τῆς αγραμματοσύνης, όπως αυτός διαμορφώθηκε στην Δύση. Το «Βυζάντιο» όμως ποτέ δεν εφάρμοσε την Ιερά Εξέταση ούτε και έκαψε ανθρώπους στην πυρά, όπως είχε κάνει ο Δυτικός Φράγκικος κόσμος.
Το «Βυζάντιο» δεν είναι τίποτα από όλα αυτά. Γιατί όλοι αυτοί ή δεν έχουν διαβάσει κάτι για την ένδοξη αυτήν περίοδο, ή έχουν μείνει προσκολλημένοι στον αρχαιοελληνισμό τους, ο οποίος βρήκε την ολοκλήρωσή του στο «Βυζάντιο», στην Ελληνική Αυτοκρατορία, στο εξελληνισμένο Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος πού σε συνδυασμό με τον Χριστιανισμό, αποτέλεσαν την ελληνορθόδοξη ή την Ρωμαίϊκη Αυτοκρατορία και παράδοση.
Όπως αναφέρει η Βυζαντινολόγος Τζούντι Χέριν στο έργο της «Τι είναι το Βυζάντιο» και στίς σελίδες 16 έως και 17 «την αυτοκρατορική ταυτότητα τοῦ Βυζαντίου ενίσχυε επιπλέον το στοιχείο τῆς γλωσσικής συνέχειας, πού συνέδεε τούς λόγιους τοῦ μεσαίωνα με την αρχαία ελληνική παιδεία και γραμματεία και τούς παρακινούσε να αντιγράφουν, να επιμελούνται και να σχολιάζουν τα σπουδαία κείμενα τοῦ παρελθόντος – φιλοσοφικά, μαθηματικά, αστρονομικά, γεωγραφικά, ιστορικά και ιατρικά – εξασφαλίζοντας έτσι την διάσωσή τους. Το Βυζάντιο έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό για τα ομηρικά έπη [αυτό το βλέπουμε στο περίφημο έργο τῆς Άννας Κομνηνής «Αλεξιάδα» όπου εξιστορεί τα κατορθώματα τοῦ πατέρας της Αυτοκράτορος Αλεξίου Α’ τοῦ Κομνηνού, κάνοντας χρήση πολλών χωρίων τῶν ομηρικών έργων, τα οποία ήξερε από έξω μια και τα είχε διδαχτεί], και παρήγαγε την πρώτη κριτική έκδοση τῆς Ιλιάδος και τῆς Οδύσσειας. Όσον αφορά το δράμα, παρόλο πού οι θεατρικές παραστάσεις σταδιακά εξέλιπαν, τα έργα τοῦ Αισχύλου, τοῦ Σοφοκλέους, τοῦ Ευριπίδου και τοῦ Αριστοφάνους γίνονταν αντικείμενο εμβριθούς μελέτης, και πολλές γενιές μαθητών τα διατηρούσαν στην μνήμη τους αποστηθίζοντάς τα. Οι σπουδαστές διδάσκονταν επίσης τούς λόγους τοῦ Δημοσθένη και τούς διαλόγους τοῦ Πλάτωνος. Έτσι, ένα ισχυρό στοιχείο αρχαίας παγανιστικής σοφίας ενσωματώθηκε στο βυζάντιο».
Το «Βυζάντιο» ήταν αυτό πού κληρονόμησε την έννομη τάξη και το ρωμαϊκό δίκαιο τῆς Παλαιάς Ρώμης, την στρατιωτική πειθαρχεία, την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γραμματεία και πάνω σε αυτά στηρίχθηκε και πορεύτηκε για έντεκα ολόκληρους αιώνες.
Το «Βυζάντιο» με έδρα την νέα του Πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, γίνεται το κέντρο ολοκλήρου τοῦ κόσμου. Μπορεί να ήταν ελληνόφωνο, να επικρατούσε ο ελληνικός πολιτισμός, να κυριαρχούσε αριθμητικά το ελληνικό στοιχείο, το Κράτος όμως αυτοχαρακτηρίζονταν ως «Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» ενώ όλοι οι Αυτοκράτορες υπέγραφαν μέχρι και τον τελευταίο τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο – Δραγάση ως «…. ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ, πιστός Αὐτοκράτωρ τῶν Ρωμαίων». Αυτό το «Αυτοκράτωρ τῶν Ρωμαίων», όπως εξηγεί ο Αυτοκράτορας τῆς Νικαίας Ιωάννης Βατάτζης, κατά την διάρκεια τῆς Φραγκοκρατίας (1204 – 1261) σε επιστολή του προς τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ’ σημαίνει ότι είμαστε Έλληνες, κληρονόμοι τοῦ ελληνικού πολιτισμού, αλλά το όνομα Ρωμαίος είναι το κρατικό όνομα, ως διάδοχοι και κληρονόμοι τοῦ Ρωμαϊκού Κράτους και τῆς Ρώμης, αφού η Νέα Ρώμη η Κωνσταντινούπολη είναι η διάδοχος και η κληρονόμος τῆς Παλαιάς.
Το «Βυζάντιο» μέχρι τον 7ο αιώνα, αποτέλεσε τον υπερασπιστή τῆς δυτικής επαρχίας και χριστιανοσύνης. Με την κάθοδο τῶν Φράγκων, το φράγκεμα τῆς Δύσεως και την κατάληψη τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ρώμης, η Δύση, η λατινόφωνη Ρωμηοσύνη πού έδωσε αγίους και πατέρες τῆς Εκκλησίας, χάνεται οριστικά από τα εδάφη τῆς Ρωμηοσύνης διότι όλος αυτός ο χώρος φραγκεύει.
Το «Βυζάντιο» για έντεκα αιώνες, αποτέλεσε τον κυματοθραύστη τῶν επιθέσεων τῆς Ανατολής προς την Δύση. Άραβες, Ούννοι, Άβαροι, Πέρσες, Πετσενέγκοι, Γότθοι, Βησιγότθοι, Βούλγαροι, Σλάβοι, και αργότερα οι Σελτζούκοι και οι Οθωμανοί, λαοί πού κατά καιρούς επιχείρησαν να κυριεύσουν την Πόλη και να κυριαρχήσουν στην Δύση. Το Βυζάντιο τούς απώθησε και κατάφερε να τούς κρατήσει μακριά.
Το «Βυζάντιο» έγινε ο προμαχώνας για την απομάκρυνση τοῦ Ισλάμ από την Ευρώπη. Με την ραγδαία επέκταση τῶν αραβικών επιδρομών και την επικράτηση τοῦ Ισλάμ στην Μέση Ανατολή και τήν Βόρειο Αφρική, κατάφερε να αποτρέψει την επέλασή του στην Βαλκανική και την Δυτική Ευρώπη «σε μία εποχή όπου ο πολιτικός διαμελισμός εκμηδένιζε την δυνατότητα οργανωμένης άμυνας».
Το «Βυζάντιο» ήταν αυτό πού επηρέασε τούς λαούς τῆς Ανατολικής Ευρώπης όπως Ρώσους, Βουλγάρους, αλλά και όλη την εθιμοτυπία τῶν Βασιλικών Αυλών τῆς Ευρώπης. Αυτό οφείλονταν στο γεγονός ότι, το «Βυζάντιο» ως κληρονόμος τοῦ παλαιού ρωμαϊκού κόσμου ανέπτυξε και νέες πολιτικές και πολιτιστικές δομές, με αποτέλεσμα να προσελκύσει λαούς τῆς ανατολής και τοῦ βορρά, εκπολιτίζοντάς τους. Αυτός ο εκπολιτισμός φάνηκε τόσο στο χριστιανικό επίπεδο, όσο και σε πολιτικό και εκπαιδευτικό.
Ρωμηοί ιεραπόστολοι με τίς ευλογίες τοῦ Οικουμενικού Πατριαρχείου και τῆς Πολιτείας, ξεκινούν διάφορες ιεραποστολές, φέρνοντας το μήνυμα τοῦ χριστιανισμού στούς λαούς αυτούς, δίδοντάς τους συγχρόνως και την γλώσσα, η οποία βασίστηκε στην τοπική προφορική παράδοση τῶν σλαβικών κυρίως λαών, έχοντας ως θεμέλιο την ελληνική γλώσσα και παιδεία. Γι’ αυτό και μέχρι την άλωση τῆς Πόλης, οι λαοί αυτοί προσέβλεπαν στην Αυτοκρατορία ως τον φάρο τῆς Ορθοδοξίας και τῆς κλασικής παιδείας.
Ο Γάλλος Βυζαντινολόγος Ντήλ, αναφερόμενος στο έργο τῶν ιεραποστόλων τοῦ Βυζαντίου γράφει: «Εις όλους αυτούς τούς βάρβαρους λαούς, το Βυζάντιο δεν έφερε μόνο την θρησκεία. Μαζί με αυτήν τούς έφερε την ιδέα τοῦ κράτους, τίς μορφές τῆς διοικήσεως, ένα νέο δίκαιο, πού να ρυθμίζει τίς κοινωνικές σχέσεις, την εκπαίδευση, καθώς και το Κυριλλικό αλφάβητο, με το οποίο θα εγράφετο η γλώσσα τους. Έλληνες διδάσκαλοι έρχονται να διδάξουν στα σχολεία. Έλληνες ιερείς λειτουργούν στούς νέους ναούς κατασκευασμένους από βυζαντινούς καλλιτέχνες, με λαμπρά μωσαϊκά. Τα κύρια έργα τῆς βυζαντινής φιλολογίας μετά το Ευαγγέλιο στην σλαυϊκήν, έδιναν πρότυπα πού προετοίμαζαν την γέννηση εθνικής φιλολογίας…. Με τον τρόπο αυτόν, όλα αυτά τα βάρβαρα φύλα γίνονταν πραγματικοί λαοί….. και για όλη την ανατολική Ευρώπη το Βυζάντιο ήτο πράγματι ο μεγάλος παιδαγωγός, ο μεγάλος μύστης» .
Το «Βυζάντιο» ήταν η αιτία για την λεγόμενη Αναγέννηση τῆς Δύσεως. Η Αναγέννηση, αυτό το πνευματικό κίνημα πού κάνει την εμφάνισή του στην Ιταλία, ξεκίνησε την τελευταία περίοδο τῆς Αυτοκρατορίας, την εποχή τῆς Δυναστείας τῶν Παλαιολόγων όπου έχουμε την τελευταία αναλαμπή τῶν γραμμάτων και τῶν τεχνών. Την περίοδο εκείνη έρχεται στην επιφάνεια και πάλι ο Αριστοτέλης, τον οποίο μελετά διεξοδικά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και μάλιστα σε μία παρουσία τῶν έργων του ενώπιον τοῦ Αυτοκράτορος και τῆς Συγκλήτου, ο δάσκαλός του είπε: «Ακόμα και ο Αριστοτέλης εάν ζούσε θα θαύμαζε και ο ίδιος την ερμηνεία τῶν έργων του». Κατά την διάρκεια τῆς Παλαιολογείου εποχής, έχουμε την ανοικοδόμηση λαμπρών μνημείων όπως τῆς Μονής τῆς Χώρας σημερινή ονομασία Καχριέ Τζαμί, με εκπληκτικά ψηφιδωτά, χρηματοδοτημένα από τον Μέγα Λογοθέτη Θεόδωρο Μετοχίτη, ο οποίος ετάφη στην εν λόγω Μονή.
Δυστυχώς όμως, αυτό το αναγεννητικό πνεύμα πού ξεκίνησε την Κωνσταντινούπολη δεν μπόρεσε να εδραιωθεί, γιατί ήρθε η Άλωση τῆς Πόλεως και ανακόπηκε βίαια. Πολλοί λόγιοι τῆς εποχής βλέποντας την πορεία τῶν γεγονότων, εγκατέλειψαν είτε νωρίτερα, είτε και μετά την άλωση την Πόλη και κατέφυγαν στην Δύση κυρίως στην Βενετία, Φλωρεντία και αλλού, μεταφέροντας αυτό το πνεύμα, δημιουργώντας έτσι το κίνημα ή το φαινόμενο τῆς Αναγεννήσεως. Σε αυτό συνετέλεσε και η παρουσία στην εσπερία τοῦ ποτέ Μητροπολίτου Νικαίας και στην συνέχεια Καρδιναλίου Βησσαρίωνος τοῦ Τραπεζουντίου.
Ο Βησσαρίων έγινε ο πόλος έλξεως για τους λογίους, και κοντά του οι λόγιοι βρήκαν ένα προστάτη, ώστε να αναπτυχθούν τα γράμματα και οι τέχνες.
Ο Βησσαρίων στάθηκε ένας ευεργέτης για την ανάπτυξη τῶν ελληνικών γραμμάτων και τῆς φιλοσοφίας στην Ιταλία. Τόσο ο ίδιος με την μόρφωση που είχε, όσο και με την σπάνια βιβλιοθήκη του, η οποία περιλάμβανε έργα πατέρων και αρχαίων κλασικών συγγραφέων, έγινε η αιτία για την συγκρότηση τῆς γνωστής μέχρι σήμερα Μαρκιανής Βιβλιοθήκης τῆς Βενετίας.
Το «Βυζάντιο» ήταν ο χώρος όπου συνυπήρχαν λαοί από διαφορετικές περιοχές, πού όμως όλοι αυτοί ένιωθαν Ρωμηοί. Όλοι αυτοί είχαν τα ίδια δικαιώματα και τίς ίδιες υποχρεώσεις έναντι τοῦ κράτους. Από τούς Αυτοκράτορες, ελάχιστοι άφησαν τον ένδοξο και ιστορικό Θρόνο τους στα παιδιά τους, αφού εκεί δεν υπήρχε η κληρονομικότητα όπως συμβαίνει με τούς Βασιλικούς Θρόνους τῆς Ευρώπης ή και εκεί όπου επικρατεί η Βασιλεία. Οι Αυτοκράτορες δεν ήταν όλοι Έλληνες στην καταγωγή, αλλά προερχόταν και από άλλους λαούς και μέρη τῆς Αυτοκρατορίας. Υπήρχαν Αυτοκράτορες από την Ισπανία, την Νις τῆς σημερινής Σερβίας, την Ισαυρία τῆς κεντρικής Μικράς Ασίας, την Αρμενία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν ήταν Ρωμηοί, καθώς είχαν ενστερνιστεί όλοι τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα, ασπαζόμενοι και την Ορθόδοξη πίστη. Η εμφάνιση τῶν εθνικών ονομάτων ή τῶν περιοχών τῆς Αυτοκρατορίας, άρχισε να γίνεται όταν, ορισμένες ομάδες ανθρώπων πέφτοντας στίς αιρέσεις, αποκόπτονταν από την Αυτοκρατορία και την Εκκλησία, και έτσι ονομάζονται Αρμένιοι, Κόπτες, Συροϊακωβίτες, Μελχίτες κ. λ. π.
Το «Βυζάντιο» ήταν το πρώτο οργανωμένο Κράτος όχι μόνο τῆς Ευρώπης, αλλά και ολοκλήρου τοῦ κόσμου. Το «Βυζάντιο» είχε μία πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, ένα αρχηγό τον Αυτοκράτορα τον οποίο εξέλεγε ο στρατός, ένα κοινό νόμισμα πού για δέκα αιώνες υπήρξε το ισχυρότερο σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο . Είχε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, στο οποίο πλήρωναν τον ανάλογο φόρο οι έχοντες και κατέχοντες, ενώ οι αδύναμοι είχαν φοροαπαλλαγές. Είχε ένα καλό οργανωμένο στρατό με μεγάλες επιτυχίες. Μετά τον 10ο αιώνα, ο στρατός αρχίζει να διαλύεται και να εμφανίζεται το φαινόμενο τοῦ μισθοφορικού στρατού.
Το «Βυζάντιο» είχε ένα άριστο ανεπτυγμένο διπλωματικό σύστημα, πού αποτέλεσε την βάση για την διπλωματία τόσο τῆς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όσο και τῶν μετέπειτα εθνικών κρατών τῆς Ευρώπης. Το «Βυζάντιο» έκανε συμμαχίες με σκοπό την πορεία και την ευημερία τοῦ κράτους και τοῦ λαού. Απέφευγε τούς διπλωματικούς γάμους, αλλά αυτό εάν το έκανε και κυρίως μετά το 12ο αιώνα, το έκανε για την σωτηρία τῆς Αυτοκρατορίας.
Το «Βυζάντιο», το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, η Ελληνική Αυτοκρατορία, το Ρωμαίϊκο, η Ρωμηοσύνη, θα μπορούσε να αποτελέσει την βάση και το θεμέλιο για την σημερινή Ευρώπη, η οποία παρά την προσπάθεια να κρατηθεί και να οργανωθεί, δεν τα έχει καταφέρει όσο σκέφτεται ατομικά, οικονομικά και κρατικά. Το κάθε κράτος μέλος τῆς Ευρώπης κοιτά να έχει κατά το κοινώς λεγόμενο το «επάνω χέρι» και να ελέγχει όλα τα υπόλοιπα κράτη. Η Ευρώπη επηρεασμένη από την «Καρολίνεια θεωρία», ότι το «Βυζάντιο» είναι εχθρικό προς αυτήν, ότι είναι ο σκοταδισμός, ότι είναι κάτι το μιασμένο, προβάλλει την Φράγκικη και Γερμανοσαξονική πολιτική της. Είναι γνωστό ότι πρίν από μερικά χρόνια, όταν η Ευρώπη θέλοντας να αναφερθεί στίς ρίζες της, ξεκίνησε από το έτος 800 μ. Χ.. Είναι η χρονιά όπου τα Χριστούγεννα τοῦ έτους εκείνου στον Ναό τοῦ Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, ο Πάπας έστεψε τον Κάρολο τον Μέγα ή Καρλομάγνο «Αυτοκράτορα» τῆς λεγομένης «Αγίας Ρωμαϊκής Γερμανικής Αυτοκρατορίας», με μόνο σκοπό να μειώσει τον γνήσιο και κανονικό διάδοχο τῆς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πού ήταν και είναι το Ανατολικό Χριστιανικό Κράτος. Είναι γνωστό, ότι τα σημερινά κράτη τῆς Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης δεν υπήρξαν ποτέ εδάφη τῆς Αυτοκρατορίας, διότι οι λαοί αυτοί ήταν Γότθοι, Βησιγότθοι, και κυρίως Φράγκοι, πού αλλοίωσαν και την ιστορία και την Θεολογία τῆς Εκκλησίας.
Η πολεμική που ασκήθηκε και ασκείται από την Ευρώπη έναντι τοῦ «Βυζαντίου», προέρχεται τόσο από τον Γερμανό Ιερώνυμο Βόλφ πού το 1590 ονόμασε το Ανατολικό τμήμα τῆς Αυτοκρατορίας «Βυζάντιο» για να μειώσει την ιστορία και την προσφορά του, και από τούς Φράγκους με πρώτο τον Βασιλιά τῆς Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΔ’ πού κατηγορούσε το Βυζάντιο, χρησιμοποιώντας όμως τα Βυζαντινά πρότυπα για να εγκωμιάσει την δεσποτική βασιλεία. Αυτό έκανε φιλοσόφους τῆς Ευρώπης και Διαφωτιστές, να πολεμήσουν το Βυζάντιο. Για παράδειγμα αναφέρουμε τον Μοντεσκιέ τον 18ο αιώνα, όπου έχει αρχίσει το κίνημα τοῦ Διαφωτισμού, να κατηγορεί την «Ελληνική Αυτοκρατορία» η οποία έμενε προσκολλημένη στα δόγματα, στίς θεολογικές συζητήσεις και έριδες, στην κυριαρχία τῶν μοναχών χωρίς αυτό το κράτος, κατά τον Μοντεσκιέ πάντοτε, να μπορεί να ξεχωρίσει τα εκκλησιαστικά από τα πολιτικά, για να ακολουθήσει ο άθεος Διαφωτιστής Βολταίρος και να χαρακτηρίσει το Ανατολικό Ρωμαϊκό – Ρωμαίϊκο Κράτος ως «όνειδος για τον ανθρώπινο νού». Αυτή η εμπάθεια τῶν φιλοσόφων και τῶν Διαφωτιστών, δείχνει την μεγάλη άγνοια πού είχαν οι άνθρωποι αυτοί για τον Μεσαιωνικό Ελληνισμό, για το Κράτος πού ανέδειξε την αρχαία ελληνική κλασική φιλοσοφία και γραμματεία, την οποία είχαν την ευκαιρία οι φιλόσοφοι και οι Διαφωτιστές τοῦ 18ου και τοῦ 19ου αιώνος να μελετήσουν. Χωρίς την παρουσία τοῦ «Βυζαντίου» η Ευρώπη σήμερα θα ήταν ανύπαρκτη.
Η Ευρώπη, όπως τόνισε και ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης κύριος Βαρθολομαίος, έχει δύο πόλους. Την Παλαιά και την Νέα Ρώμη. Η Ευρώπη δεν μπορεί να σταθεί μόνο με την μία, όπως δεν μπορεί να νοηθεί Ευρώπη χωρίς την Ρωμηοσύνη.
Το «Βυζάντιο» ή η Ελληνική – Ρωμαίϊκη – Χριστιανική Αυτοκρατορία, είναι ό,τι το καλύτερο έχει να επιδείξει η ιστορία τῆς ανθρωπότητος. Μέσα από αυτό το Κράτος, δημιουργήθηκε ο νέος κόσμος. Μέσα από αυτό το Κράτος πού διήρκησε 1123 χρόνια και 18 ημέρες, διασώθηκε το Ρωμαϊκό Δίκαιο, εξυγιάνθηκε καθαρίστηκε και ολοκληρώθηκε στα χρόνια τοῦ Ιουστινιανού και τῶν διαδόχων του, καθώς διδάσκεται μέχρι σήμερα σε όλες τίς νομικές σχολές τοῦ κόσμου. Μέσα από αυτό το υπερχιλιόχρονο Κράτος, οι τέχνες, τα γράμματα, ο πολιτισμός, οι αξίες, και τα ιδανικά, πέρασαν σε όλη την πολιτισμένη ανθρωπότητα. Μέσα από αυτό το Κράτος, ο Παρθενώνας βρήκε την ολοκλήρωσή του μέσα από τον Ναό τῆς Αγίας Σοφίας. Τα δύο αυτά μνημεία αποτελούν τα κορυφαία μνημειώδη έργα όχι μόνο τοῦ Ελληνικού Πνεύματος, αλλά και τῆς παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς μας.
Το Κράτος αυτό, παρά τον πόλεμο πού δέχτηκε, συνεχίζει να επηρεάζει λαούς, τέχνη και πολιτισμό. Το Βυζαντινό Κράτος, έγινε αντικείμενο μελέτης, προβολής και απαγκιστρώσεως από κάποια αρνητικά στοιχεία πού τοῦ είχαν προσάψει, με τίς μεγάλες εκθέσεις πού πραγματοποιήθηκαν σε Μεγάλα Μουσεία τοῦ κόσμου διαρκείας πολλών εβδομάδων και μηνών, με θέμα το «Βυζάντιο» και την τέχνη του. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την έκθεση τῶν κειμηλίων τοῦ Αγίου Όρους στο Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης το 1999 με αφορμή την ανακήρυξή της σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα τῆς Ευρώπης, όπου ο επισκέπτης είχε την ευκαιρία να δεί όλο τον θησαυρό τῆς «Βυζαντινής» τέχνης με μοναδικά έργα ανεκτίμητης αξίας πού φυλάσσονται με περισσή φροντίδα στην Αθωνική Πολιτεία. Σημαντικές επίσης ήταν και οι εκθέσεις που διοργανώθηκαν στο Μητροπολιτικό Μουσείο τῆς Νέας Υόρκης, στο Μουσείο Μπενάκη τῶν Αθηνών, στο Μουσείο Γκεντί τοῦ Λος Άντζελες, αλλά και στο Παρίσι, με έργα από το Άγιο Όρος, την Πάτμο και την Αυτοκρατορική Μονή τῆς Αγίας Αικατερίνης τοῦ Σινά, τρία σημαντικά μοναστικά κέντρα, όπου ζή και βιώνεται το μεγαλείο τοῦ Βυζαντινού πολιτισμού.
«Το Βυζάντιο, καλλιέργησε με ευρηματικό και αστείρευτο τρόπο τον συγκερασμό παλαιών και νέων παραδόσεων, και δημιούργησε ένα πολύμορφο πολιτισμό με ισχυρό αίσθημα αυτοπεποιθήσεως, πού συνέχισε να αναπτύσσεται όσες φορές κι αν κλονίστηκε, και πολέμησε μέχρις εσχάτων για την επιβίωσή του. Μ’ ένα εκπληκτικό τρόπο το «Βυζάντιο» συνέχισε να ζή και μετά το 1204, όταν η Δύση κυρίευσε και κατέλαβε την πρωτεύουσά του για πενήντα επτά χρόνια [1024 – 1261 περίοδος Φραγκοκρατίας], έστω και αν οι μικρές αυτοκρατορίες πού ξεπήδησαν στην θέση του [εδώ εννοεί τίς αυτοκρατορίες τῆς Νικαίας, τῆς Τραπεζούντος, και τῶν Δεσποτάτων τῆς Ηπείρου με έδρα την Άρτα και τοῦ Μυστρά] δεν ήταν πραγματικά αυτοκρατορικά κράτη. Θα έλεγε κανείς πώς αυτό το κράμα κλασικών, παγανιστικών, χριστιανικών, Ανατολικών και Δυτικών στοιχείων αποτελούσε δομικό DNA τῆς αυτοκρατορίας, το οποίο τροφοδοτούσε το Βυζάντιο με μια ζωτική δύναμη, αδιάπτωτη μέσα στούς αιώνες».
Υπάρχει μία προκατάληψη από πολλούς σχετικά με το τι είναι το «Βυζάντιο». Για πολλούς θεωρείται ο χώρος τῆς δολοπλοκίας, τῶν δολοφονιών, τῶν συνομωσιών.
Για άλλους είναι η καταστροφή τοῦ Ελληνισμού, καθώς λένε ότι ήρθε και κατέστρεψε κάθε τι το ελληνικό. Άρα το «Βυζάντιο» είναι εχθρικό και καταστροφικό για τον ελληνισμό. Μια τέτοια προσπάθεια έγινε πρίν από χρόνια στα εγκαίνια τοῦ Νέου Μουσείου τῆς Ακροπόλεως, όταν προβλήθηκε βίντεο να παρουσιάζει στίς αρχές τοῦ 4ου αιώνος ορισμένους ρασοφόρους – μοναχούς να καταστρέφουν τον Παρθενώνα. Μια ψευδής αναπαράσταση, καθώς την εποχή εκείνη στην περιοχή τῶν Αθηνών δεν υπήρχε κάν οργανωμένος μοναχισμός. Αυτό είχε σκοπό να πλήξει την αίγλη και το μεγαλείο τοῦ Βυζαντίου, ξεχνώντας ότι, ο Παρθενώνας διασώθηκε μέσα από τα χριστιανικά χρόνια έχοντας μετατραπεί σε Ναό τῆς Παναγίας τῆς Αθηνιώτισσας, ενώ τον είχε επισκεφτεί και ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος.
Για άλλους το «Βυζάντιο» είναι σκοταδισμός, «μεσαίωνας» με την έννοια τῆς τρομοκρατίας, τῆς Ιεράς Εξετάσεως, τῆς πυράς, τῆς αγραμματοσύνης, όπως αυτός διαμορφώθηκε στην Δύση. Το «Βυζάντιο» όμως ποτέ δεν εφάρμοσε την Ιερά Εξέταση ούτε και έκαψε ανθρώπους στην πυρά, όπως είχε κάνει ο Δυτικός Φράγκικος κόσμος.
Το «Βυζάντιο» δεν είναι τίποτα από όλα αυτά. Γιατί όλοι αυτοί ή δεν έχουν διαβάσει κάτι για την ένδοξη αυτήν περίοδο, ή έχουν μείνει προσκολλημένοι στον αρχαιοελληνισμό τους, ο οποίος βρήκε την ολοκλήρωσή του στο «Βυζάντιο», στην Ελληνική Αυτοκρατορία, στο εξελληνισμένο Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος πού σε συνδυασμό με τον Χριστιανισμό, αποτέλεσαν την ελληνορθόδοξη ή την Ρωμαίϊκη Αυτοκρατορία και παράδοση.
Όπως αναφέρει η Βυζαντινολόγος Τζούντι Χέριν στο έργο της «Τι είναι το Βυζάντιο» και στίς σελίδες 16 έως και 17 «την αυτοκρατορική ταυτότητα τοῦ Βυζαντίου ενίσχυε επιπλέον το στοιχείο τῆς γλωσσικής συνέχειας, πού συνέδεε τούς λόγιους τοῦ μεσαίωνα με την αρχαία ελληνική παιδεία και γραμματεία και τούς παρακινούσε να αντιγράφουν, να επιμελούνται και να σχολιάζουν τα σπουδαία κείμενα τοῦ παρελθόντος – φιλοσοφικά, μαθηματικά, αστρονομικά, γεωγραφικά, ιστορικά και ιατρικά – εξασφαλίζοντας έτσι την διάσωσή τους. Το Βυζάντιο έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό για τα ομηρικά έπη [αυτό το βλέπουμε στο περίφημο έργο τῆς Άννας Κομνηνής «Αλεξιάδα» όπου εξιστορεί τα κατορθώματα τοῦ πατέρας της Αυτοκράτορος Αλεξίου Α’ τοῦ Κομνηνού, κάνοντας χρήση πολλών χωρίων τῶν ομηρικών έργων, τα οποία ήξερε από έξω μια και τα είχε διδαχτεί], και παρήγαγε την πρώτη κριτική έκδοση τῆς Ιλιάδος και τῆς Οδύσσειας. Όσον αφορά το δράμα, παρόλο πού οι θεατρικές παραστάσεις σταδιακά εξέλιπαν, τα έργα τοῦ Αισχύλου, τοῦ Σοφοκλέους, τοῦ Ευριπίδου και τοῦ Αριστοφάνους γίνονταν αντικείμενο εμβριθούς μελέτης, και πολλές γενιές μαθητών τα διατηρούσαν στην μνήμη τους αποστηθίζοντάς τα. Οι σπουδαστές διδάσκονταν επίσης τούς λόγους τοῦ Δημοσθένη και τούς διαλόγους τοῦ Πλάτωνος. Έτσι, ένα ισχυρό στοιχείο αρχαίας παγανιστικής σοφίας ενσωματώθηκε στο βυζάντιο».
Το «Βυζάντιο» ήταν αυτό πού κληρονόμησε την έννομη τάξη και το ρωμαϊκό δίκαιο τῆς Παλαιάς Ρώμης, την στρατιωτική πειθαρχεία, την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γραμματεία και πάνω σε αυτά στηρίχθηκε και πορεύτηκε για έντεκα ολόκληρους αιώνες.
Το «Βυζάντιο» με έδρα την νέα του Πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, γίνεται το κέντρο ολοκλήρου τοῦ κόσμου. Μπορεί να ήταν ελληνόφωνο, να επικρατούσε ο ελληνικός πολιτισμός, να κυριαρχούσε αριθμητικά το ελληνικό στοιχείο, το Κράτος όμως αυτοχαρακτηρίζονταν ως «Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» ενώ όλοι οι Αυτοκράτορες υπέγραφαν μέχρι και τον τελευταίο τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο – Δραγάση ως «…. ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ, πιστός Αὐτοκράτωρ τῶν Ρωμαίων». Αυτό το «Αυτοκράτωρ τῶν Ρωμαίων», όπως εξηγεί ο Αυτοκράτορας τῆς Νικαίας Ιωάννης Βατάτζης, κατά την διάρκεια τῆς Φραγκοκρατίας (1204 – 1261) σε επιστολή του προς τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ’ σημαίνει ότι είμαστε Έλληνες, κληρονόμοι τοῦ ελληνικού πολιτισμού, αλλά το όνομα Ρωμαίος είναι το κρατικό όνομα, ως διάδοχοι και κληρονόμοι τοῦ Ρωμαϊκού Κράτους και τῆς Ρώμης, αφού η Νέα Ρώμη η Κωνσταντινούπολη είναι η διάδοχος και η κληρονόμος τῆς Παλαιάς.
Το «Βυζάντιο» μέχρι τον 7ο αιώνα, αποτέλεσε τον υπερασπιστή τῆς δυτικής επαρχίας και χριστιανοσύνης. Με την κάθοδο τῶν Φράγκων, το φράγκεμα τῆς Δύσεως και την κατάληψη τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ρώμης, η Δύση, η λατινόφωνη Ρωμηοσύνη πού έδωσε αγίους και πατέρες τῆς Εκκλησίας, χάνεται οριστικά από τα εδάφη τῆς Ρωμηοσύνης διότι όλος αυτός ο χώρος φραγκεύει.
Το «Βυζάντιο» για έντεκα αιώνες, αποτέλεσε τον κυματοθραύστη τῶν επιθέσεων τῆς Ανατολής προς την Δύση. Άραβες, Ούννοι, Άβαροι, Πέρσες, Πετσενέγκοι, Γότθοι, Βησιγότθοι, Βούλγαροι, Σλάβοι, και αργότερα οι Σελτζούκοι και οι Οθωμανοί, λαοί πού κατά καιρούς επιχείρησαν να κυριεύσουν την Πόλη και να κυριαρχήσουν στην Δύση. Το Βυζάντιο τούς απώθησε και κατάφερε να τούς κρατήσει μακριά.
Το «Βυζάντιο» έγινε ο προμαχώνας για την απομάκρυνση τοῦ Ισλάμ από την Ευρώπη. Με την ραγδαία επέκταση τῶν αραβικών επιδρομών και την επικράτηση τοῦ Ισλάμ στην Μέση Ανατολή και τήν Βόρειο Αφρική, κατάφερε να αποτρέψει την επέλασή του στην Βαλκανική και την Δυτική Ευρώπη «σε μία εποχή όπου ο πολιτικός διαμελισμός εκμηδένιζε την δυνατότητα οργανωμένης άμυνας».
Το «Βυζάντιο» ήταν αυτό πού επηρέασε τούς λαούς τῆς Ανατολικής Ευρώπης όπως Ρώσους, Βουλγάρους, αλλά και όλη την εθιμοτυπία τῶν Βασιλικών Αυλών τῆς Ευρώπης. Αυτό οφείλονταν στο γεγονός ότι, το «Βυζάντιο» ως κληρονόμος τοῦ παλαιού ρωμαϊκού κόσμου ανέπτυξε και νέες πολιτικές και πολιτιστικές δομές, με αποτέλεσμα να προσελκύσει λαούς τῆς ανατολής και τοῦ βορρά, εκπολιτίζοντάς τους. Αυτός ο εκπολιτισμός φάνηκε τόσο στο χριστιανικό επίπεδο, όσο και σε πολιτικό και εκπαιδευτικό.
Ρωμηοί ιεραπόστολοι με τίς ευλογίες τοῦ Οικουμενικού Πατριαρχείου και τῆς Πολιτείας, ξεκινούν διάφορες ιεραποστολές, φέρνοντας το μήνυμα τοῦ χριστιανισμού στούς λαούς αυτούς, δίδοντάς τους συγχρόνως και την γλώσσα, η οποία βασίστηκε στην τοπική προφορική παράδοση τῶν σλαβικών κυρίως λαών, έχοντας ως θεμέλιο την ελληνική γλώσσα και παιδεία. Γι’ αυτό και μέχρι την άλωση τῆς Πόλης, οι λαοί αυτοί προσέβλεπαν στην Αυτοκρατορία ως τον φάρο τῆς Ορθοδοξίας και τῆς κλασικής παιδείας.
Ο Γάλλος Βυζαντινολόγος Ντήλ, αναφερόμενος στο έργο τῶν ιεραποστόλων τοῦ Βυζαντίου γράφει: «Εις όλους αυτούς τούς βάρβαρους λαούς, το Βυζάντιο δεν έφερε μόνο την θρησκεία. Μαζί με αυτήν τούς έφερε την ιδέα τοῦ κράτους, τίς μορφές τῆς διοικήσεως, ένα νέο δίκαιο, πού να ρυθμίζει τίς κοινωνικές σχέσεις, την εκπαίδευση, καθώς και το Κυριλλικό αλφάβητο, με το οποίο θα εγράφετο η γλώσσα τους. Έλληνες διδάσκαλοι έρχονται να διδάξουν στα σχολεία. Έλληνες ιερείς λειτουργούν στούς νέους ναούς κατασκευασμένους από βυζαντινούς καλλιτέχνες, με λαμπρά μωσαϊκά. Τα κύρια έργα τῆς βυζαντινής φιλολογίας μετά το Ευαγγέλιο στην σλαυϊκήν, έδιναν πρότυπα πού προετοίμαζαν την γέννηση εθνικής φιλολογίας…. Με τον τρόπο αυτόν, όλα αυτά τα βάρβαρα φύλα γίνονταν πραγματικοί λαοί….. και για όλη την ανατολική Ευρώπη το Βυζάντιο ήτο πράγματι ο μεγάλος παιδαγωγός, ο μεγάλος μύστης» .
Το «Βυζάντιο» ήταν η αιτία για την λεγόμενη Αναγέννηση τῆς Δύσεως. Η Αναγέννηση, αυτό το πνευματικό κίνημα πού κάνει την εμφάνισή του στην Ιταλία, ξεκίνησε την τελευταία περίοδο τῆς Αυτοκρατορίας, την εποχή τῆς Δυναστείας τῶν Παλαιολόγων όπου έχουμε την τελευταία αναλαμπή τῶν γραμμάτων και τῶν τεχνών. Την περίοδο εκείνη έρχεται στην επιφάνεια και πάλι ο Αριστοτέλης, τον οποίο μελετά διεξοδικά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και μάλιστα σε μία παρουσία τῶν έργων του ενώπιον τοῦ Αυτοκράτορος και τῆς Συγκλήτου, ο δάσκαλός του είπε: «Ακόμα και ο Αριστοτέλης εάν ζούσε θα θαύμαζε και ο ίδιος την ερμηνεία τῶν έργων του». Κατά την διάρκεια τῆς Παλαιολογείου εποχής, έχουμε την ανοικοδόμηση λαμπρών μνημείων όπως τῆς Μονής τῆς Χώρας σημερινή ονομασία Καχριέ Τζαμί, με εκπληκτικά ψηφιδωτά, χρηματοδοτημένα από τον Μέγα Λογοθέτη Θεόδωρο Μετοχίτη, ο οποίος ετάφη στην εν λόγω Μονή.
Δυστυχώς όμως, αυτό το αναγεννητικό πνεύμα πού ξεκίνησε την Κωνσταντινούπολη δεν μπόρεσε να εδραιωθεί, γιατί ήρθε η Άλωση τῆς Πόλεως και ανακόπηκε βίαια. Πολλοί λόγιοι τῆς εποχής βλέποντας την πορεία τῶν γεγονότων, εγκατέλειψαν είτε νωρίτερα, είτε και μετά την άλωση την Πόλη και κατέφυγαν στην Δύση κυρίως στην Βενετία, Φλωρεντία και αλλού, μεταφέροντας αυτό το πνεύμα, δημιουργώντας έτσι το κίνημα ή το φαινόμενο τῆς Αναγεννήσεως. Σε αυτό συνετέλεσε και η παρουσία στην εσπερία τοῦ ποτέ Μητροπολίτου Νικαίας και στην συνέχεια Καρδιναλίου Βησσαρίωνος τοῦ Τραπεζουντίου.
Ο Βησσαρίων έγινε ο πόλος έλξεως για τους λογίους, και κοντά του οι λόγιοι βρήκαν ένα προστάτη, ώστε να αναπτυχθούν τα γράμματα και οι τέχνες.
Ο Βησσαρίων στάθηκε ένας ευεργέτης για την ανάπτυξη τῶν ελληνικών γραμμάτων και τῆς φιλοσοφίας στην Ιταλία. Τόσο ο ίδιος με την μόρφωση που είχε, όσο και με την σπάνια βιβλιοθήκη του, η οποία περιλάμβανε έργα πατέρων και αρχαίων κλασικών συγγραφέων, έγινε η αιτία για την συγκρότηση τῆς γνωστής μέχρι σήμερα Μαρκιανής Βιβλιοθήκης τῆς Βενετίας.
Το «Βυζάντιο» ήταν ο χώρος όπου συνυπήρχαν λαοί από διαφορετικές περιοχές, πού όμως όλοι αυτοί ένιωθαν Ρωμηοί. Όλοι αυτοί είχαν τα ίδια δικαιώματα και τίς ίδιες υποχρεώσεις έναντι τοῦ κράτους. Από τούς Αυτοκράτορες, ελάχιστοι άφησαν τον ένδοξο και ιστορικό Θρόνο τους στα παιδιά τους, αφού εκεί δεν υπήρχε η κληρονομικότητα όπως συμβαίνει με τούς Βασιλικούς Θρόνους τῆς Ευρώπης ή και εκεί όπου επικρατεί η Βασιλεία. Οι Αυτοκράτορες δεν ήταν όλοι Έλληνες στην καταγωγή, αλλά προερχόταν και από άλλους λαούς και μέρη τῆς Αυτοκρατορίας. Υπήρχαν Αυτοκράτορες από την Ισπανία, την Νις τῆς σημερινής Σερβίας, την Ισαυρία τῆς κεντρικής Μικράς Ασίας, την Αρμενία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν ήταν Ρωμηοί, καθώς είχαν ενστερνιστεί όλοι τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα, ασπαζόμενοι και την Ορθόδοξη πίστη. Η εμφάνιση τῶν εθνικών ονομάτων ή τῶν περιοχών τῆς Αυτοκρατορίας, άρχισε να γίνεται όταν, ορισμένες ομάδες ανθρώπων πέφτοντας στίς αιρέσεις, αποκόπτονταν από την Αυτοκρατορία και την Εκκλησία, και έτσι ονομάζονται Αρμένιοι, Κόπτες, Συροϊακωβίτες, Μελχίτες κ. λ. π.
Το «Βυζάντιο» ήταν το πρώτο οργανωμένο Κράτος όχι μόνο τῆς Ευρώπης, αλλά και ολοκλήρου τοῦ κόσμου. Το «Βυζάντιο» είχε μία πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, ένα αρχηγό τον Αυτοκράτορα τον οποίο εξέλεγε ο στρατός, ένα κοινό νόμισμα πού για δέκα αιώνες υπήρξε το ισχυρότερο σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο . Είχε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, στο οποίο πλήρωναν τον ανάλογο φόρο οι έχοντες και κατέχοντες, ενώ οι αδύναμοι είχαν φοροαπαλλαγές. Είχε ένα καλό οργανωμένο στρατό με μεγάλες επιτυχίες. Μετά τον 10ο αιώνα, ο στρατός αρχίζει να διαλύεται και να εμφανίζεται το φαινόμενο τοῦ μισθοφορικού στρατού.
Το «Βυζάντιο» είχε ένα άριστο ανεπτυγμένο διπλωματικό σύστημα, πού αποτέλεσε την βάση για την διπλωματία τόσο τῆς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όσο και τῶν μετέπειτα εθνικών κρατών τῆς Ευρώπης. Το «Βυζάντιο» έκανε συμμαχίες με σκοπό την πορεία και την ευημερία τοῦ κράτους και τοῦ λαού. Απέφευγε τούς διπλωματικούς γάμους, αλλά αυτό εάν το έκανε και κυρίως μετά το 12ο αιώνα, το έκανε για την σωτηρία τῆς Αυτοκρατορίας.
Το «Βυζάντιο», το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, η Ελληνική Αυτοκρατορία, το Ρωμαίϊκο, η Ρωμηοσύνη, θα μπορούσε να αποτελέσει την βάση και το θεμέλιο για την σημερινή Ευρώπη, η οποία παρά την προσπάθεια να κρατηθεί και να οργανωθεί, δεν τα έχει καταφέρει όσο σκέφτεται ατομικά, οικονομικά και κρατικά. Το κάθε κράτος μέλος τῆς Ευρώπης κοιτά να έχει κατά το κοινώς λεγόμενο το «επάνω χέρι» και να ελέγχει όλα τα υπόλοιπα κράτη. Η Ευρώπη επηρεασμένη από την «Καρολίνεια θεωρία», ότι το «Βυζάντιο» είναι εχθρικό προς αυτήν, ότι είναι ο σκοταδισμός, ότι είναι κάτι το μιασμένο, προβάλλει την Φράγκικη και Γερμανοσαξονική πολιτική της. Είναι γνωστό ότι πρίν από μερικά χρόνια, όταν η Ευρώπη θέλοντας να αναφερθεί στίς ρίζες της, ξεκίνησε από το έτος 800 μ. Χ.. Είναι η χρονιά όπου τα Χριστούγεννα τοῦ έτους εκείνου στον Ναό τοῦ Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, ο Πάπας έστεψε τον Κάρολο τον Μέγα ή Καρλομάγνο «Αυτοκράτορα» τῆς λεγομένης «Αγίας Ρωμαϊκής Γερμανικής Αυτοκρατορίας», με μόνο σκοπό να μειώσει τον γνήσιο και κανονικό διάδοχο τῆς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πού ήταν και είναι το Ανατολικό Χριστιανικό Κράτος. Είναι γνωστό, ότι τα σημερινά κράτη τῆς Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης δεν υπήρξαν ποτέ εδάφη τῆς Αυτοκρατορίας, διότι οι λαοί αυτοί ήταν Γότθοι, Βησιγότθοι, και κυρίως Φράγκοι, πού αλλοίωσαν και την ιστορία και την Θεολογία τῆς Εκκλησίας.
Η πολεμική που ασκήθηκε και ασκείται από την Ευρώπη έναντι τοῦ «Βυζαντίου», προέρχεται τόσο από τον Γερμανό Ιερώνυμο Βόλφ πού το 1590 ονόμασε το Ανατολικό τμήμα τῆς Αυτοκρατορίας «Βυζάντιο» για να μειώσει την ιστορία και την προσφορά του, και από τούς Φράγκους με πρώτο τον Βασιλιά τῆς Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΔ’ πού κατηγορούσε το Βυζάντιο, χρησιμοποιώντας όμως τα Βυζαντινά πρότυπα για να εγκωμιάσει την δεσποτική βασιλεία. Αυτό έκανε φιλοσόφους τῆς Ευρώπης και Διαφωτιστές, να πολεμήσουν το Βυζάντιο. Για παράδειγμα αναφέρουμε τον Μοντεσκιέ τον 18ο αιώνα, όπου έχει αρχίσει το κίνημα τοῦ Διαφωτισμού, να κατηγορεί την «Ελληνική Αυτοκρατορία» η οποία έμενε προσκολλημένη στα δόγματα, στίς θεολογικές συζητήσεις και έριδες, στην κυριαρχία τῶν μοναχών χωρίς αυτό το κράτος, κατά τον Μοντεσκιέ πάντοτε, να μπορεί να ξεχωρίσει τα εκκλησιαστικά από τα πολιτικά, για να ακολουθήσει ο άθεος Διαφωτιστής Βολταίρος και να χαρακτηρίσει το Ανατολικό Ρωμαϊκό – Ρωμαίϊκο Κράτος ως «όνειδος για τον ανθρώπινο νού». Αυτή η εμπάθεια τῶν φιλοσόφων και τῶν Διαφωτιστών, δείχνει την μεγάλη άγνοια πού είχαν οι άνθρωποι αυτοί για τον Μεσαιωνικό Ελληνισμό, για το Κράτος πού ανέδειξε την αρχαία ελληνική κλασική φιλοσοφία και γραμματεία, την οποία είχαν την ευκαιρία οι φιλόσοφοι και οι Διαφωτιστές τοῦ 18ου και τοῦ 19ου αιώνος να μελετήσουν. Χωρίς την παρουσία τοῦ «Βυζαντίου» η Ευρώπη σήμερα θα ήταν ανύπαρκτη.
Η Ευρώπη, όπως τόνισε και ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης κύριος Βαρθολομαίος, έχει δύο πόλους. Την Παλαιά και την Νέα Ρώμη. Η Ευρώπη δεν μπορεί να σταθεί μόνο με την μία, όπως δεν μπορεί να νοηθεί Ευρώπη χωρίς την Ρωμηοσύνη.
Το «Βυζάντιο» ή η Ελληνική – Ρωμαίϊκη – Χριστιανική Αυτοκρατορία, είναι ό,τι το καλύτερο έχει να επιδείξει η ιστορία τῆς ανθρωπότητος. Μέσα από αυτό το Κράτος, δημιουργήθηκε ο νέος κόσμος. Μέσα από αυτό το Κράτος πού διήρκησε 1123 χρόνια και 18 ημέρες, διασώθηκε το Ρωμαϊκό Δίκαιο, εξυγιάνθηκε καθαρίστηκε και ολοκληρώθηκε στα χρόνια τοῦ Ιουστινιανού και τῶν διαδόχων του, καθώς διδάσκεται μέχρι σήμερα σε όλες τίς νομικές σχολές τοῦ κόσμου. Μέσα από αυτό το υπερχιλιόχρονο Κράτος, οι τέχνες, τα γράμματα, ο πολιτισμός, οι αξίες, και τα ιδανικά, πέρασαν σε όλη την πολιτισμένη ανθρωπότητα. Μέσα από αυτό το Κράτος, ο Παρθενώνας βρήκε την ολοκλήρωσή του μέσα από τον Ναό τῆς Αγίας Σοφίας. Τα δύο αυτά μνημεία αποτελούν τα κορυφαία μνημειώδη έργα όχι μόνο τοῦ Ελληνικού Πνεύματος, αλλά και τῆς παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς μας.
Το Κράτος αυτό, παρά τον πόλεμο πού δέχτηκε, συνεχίζει να επηρεάζει λαούς, τέχνη και πολιτισμό. Το Βυζαντινό Κράτος, έγινε αντικείμενο μελέτης, προβολής και απαγκιστρώσεως από κάποια αρνητικά στοιχεία πού τοῦ είχαν προσάψει, με τίς μεγάλες εκθέσεις πού πραγματοποιήθηκαν σε Μεγάλα Μουσεία τοῦ κόσμου διαρκείας πολλών εβδομάδων και μηνών, με θέμα το «Βυζάντιο» και την τέχνη του. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την έκθεση τῶν κειμηλίων τοῦ Αγίου Όρους στο Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης το 1999 με αφορμή την ανακήρυξή της σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα τῆς Ευρώπης, όπου ο επισκέπτης είχε την ευκαιρία να δεί όλο τον θησαυρό τῆς «Βυζαντινής» τέχνης με μοναδικά έργα ανεκτίμητης αξίας πού φυλάσσονται με περισσή φροντίδα στην Αθωνική Πολιτεία. Σημαντικές επίσης ήταν και οι εκθέσεις που διοργανώθηκαν στο Μητροπολιτικό Μουσείο τῆς Νέας Υόρκης, στο Μουσείο Μπενάκη τῶν Αθηνών, στο Μουσείο Γκεντί τοῦ Λος Άντζελες, αλλά και στο Παρίσι, με έργα από το Άγιο Όρος, την Πάτμο και την Αυτοκρατορική Μονή τῆς Αγίας Αικατερίνης τοῦ Σινά, τρία σημαντικά μοναστικά κέντρα, όπου ζή και βιώνεται το μεγαλείο τοῦ Βυζαντινού πολιτισμού.
«Το Βυζάντιο, καλλιέργησε με ευρηματικό και αστείρευτο τρόπο τον συγκερασμό παλαιών και νέων παραδόσεων, και δημιούργησε ένα πολύμορφο πολιτισμό με ισχυρό αίσθημα αυτοπεποιθήσεως, πού συνέχισε να αναπτύσσεται όσες φορές κι αν κλονίστηκε, και πολέμησε μέχρις εσχάτων για την επιβίωσή του. Μ’ ένα εκπληκτικό τρόπο το «Βυζάντιο» συνέχισε να ζή και μετά το 1204, όταν η Δύση κυρίευσε και κατέλαβε την πρωτεύουσά του για πενήντα επτά χρόνια [1024 – 1261 περίοδος Φραγκοκρατίας], έστω και αν οι μικρές αυτοκρατορίες πού ξεπήδησαν στην θέση του [εδώ εννοεί τίς αυτοκρατορίες τῆς Νικαίας, τῆς Τραπεζούντος, και τῶν Δεσποτάτων τῆς Ηπείρου με έδρα την Άρτα και τοῦ Μυστρά] δεν ήταν πραγματικά αυτοκρατορικά κράτη. Θα έλεγε κανείς πώς αυτό το κράμα κλασικών, παγανιστικών, χριστιανικών, Ανατολικών και Δυτικών στοιχείων αποτελούσε δομικό DNA τῆς αυτοκρατορίας, το οποίο τροφοδοτούσε το Βυζάντιο με μια ζωτική δύναμη, αδιάπτωτη μέσα στούς αιώνες».
ΕΝΑΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ.