Στις σελίδες της ιστορίας του τόπου μας υπάρχουν γεγονότα που ξεπερνούν τα όρια της μνήμης και μετατρέπονται σε σύμβολα. Ένα τέτοιο σύμβολο είναι ο Νικόλαος Παπακωνσταντίνου, ο τελευταίος επιζών της...
Μάχης του Λιτοχώρου, της πρώτης πράξης του Εμφυλίου Πολέμου, την νύχτα της 30ής προς 31ην Μαρτίου 1946.
Ήταν τότε νέος Χωροφύλακας, υπηρετώντας την Πατρίδα με αίσθημα καθήκοντος και αφοσίωσης, χωρίς να γνωρίζει ότι η Ιστορία τον διάλεξε και τον σημάδεψε για πάντα. Η νύχτα εκείνη βάφτηκε με αίμα και φωτιά. Από το μικρό φυλάκιο του Λιτοχώρου ξεκίνησε μια σύγκρουση που θα δίχαζε για χρόνια τη χώρα.
Ο Παπακωνσταντίνου βγήκε τραυματισμένος, ημιθανής μέσα από τα ερείπια. Ο μόνος επιζήσας, τραυματισμένος με διαμπερές τραύμα στο στήθος, ξεγέλασε τον Χάρο δύο φορές, όταν ακόμα και η χαριστική βολή που δέχθηκε του πέρασε ξυστά στο κεφάλι.
Όσοι τον γνώρισαν, μιλούν για έναν άνθρωπο σεμνό, ήρεμο, μα με βλέμμα καθαρό και αποφασισμένο. Δεν μιλάει συχνά, μα όταν μιλάει, η φωνή του αποτυπώνει το βάρος των χρόνων και τις μνήμες των αδικοχαμένων συμπολεμιστών του. Δεν διεκδίκησε τίτλους, ούτε δόξες. Ζει ήσυχα με τις μνήμες εκείνης της τραγικής νύχτας για μια ολόκληρη ζωή και με την βεβαιότητα ότι έκανε το καθήκον του απέναντι στην Πατρίδα.
Αποτελεί την ζωντανή μαρτυρία μιας εποχής που η Ελλάδα προσπαθεί ακόμη να κατανοήσει. Κάθε του λόγος, κάθε του αναφορά στην Μάχη του Λιτοχώρου, είναι μια υπενθύμιση πως οι πληγές του εμφυλίου δεν κλείνουν με λοβοτομημένη την ιστορική αλήθεια. Η επίκληση της λήθης δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εθνική συμφιλίωση. Τουναντίον, η γνώση της ιστορικής αλήθειας, μακριά και πέρα από ιδεολογική φόρτιση και κομματική προκατάληψη, μας διδάσκει τις αρετές της Δημοκρατίας όπου όλοι έχουν θέση στο πεδίο της πολιτικής και όχι της πολεμικής αντιπαράθεσης.
Ο Νικόλαος Παπακωνσταντίνου δεν είναι ήρωας μόνον επειδή επέζησε. Είναι ήρωας γιατί ζεί με αξιοπρέπεια, κουβαλώντας σιωπηλά το βάρος όσων χάθηκαν εκείνην τη νύχτα. Και γιατί, μέχρι και σήμερα, δεν άφησε την μνήμη των συμπολεμιστών του να σβηστεί.
Η ιστορία τον κατάγραψε στους επιζώντες. Η Εθνική Μνήμη, όμως, τον τιμά ως Μάρτυρα της Ευθύνης και της αφοσίωσης στο καθήκον, πιστόν στα Ιερά και Όσια της Πατρίδας.
Το ημερολόγιο έδειχνε 30 Μαρτίου 1946. Το Λιτόχωρο Πιερίας, ένα ήσυχο χωριό στις πλαγιές του Ολύμπου, ετοιμαζόταν να κοιμηθεί με την ένταση των εκλογών που θα ξεκινούσαν με την ανατολή του ηλίου, το πρωί της Κυριακής της 31 Μαρτίου 1946. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως η νύχτα εκείνη θα έγραφε μία από τις μελανότερες και πιο τραγικές σελίδες της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ένοπλες ομάδες ανταρτών με εντολή του Ζαχαριάδη επιτέθηκαν στον Σταθμό Χωροφυλακής Λιτοχώρου. Ήταν η πρώτη ένοπλη σύγκρουση μετά τη λήξη της Κατοχής. Το γεγονός που θα θεωρηθεί αργότερα ως η απαρχή του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου και Διχασμού.
Ανάμεσα στους υπερασπιστές του σταθμού βρισκόταν και ο Νίκος Παπακωνσταντίνου, νεαρός τότε χωροφύλακας, που έμελλε να είναι ο μοναδικός επιζών της μάχης. Έζησε για να αφηγηθεί την ιστορία, να μεταδώσει την μνήμη και να κρατήσει ζωντανό το παράδειγμα των ηρωικών συναδέλφων του που έπεσαν εκείνην τη νύχτα.

Ήταν τότε νέος Χωροφύλακας, υπηρετώντας την Πατρίδα με αίσθημα καθήκοντος και αφοσίωσης, χωρίς να γνωρίζει ότι η Ιστορία τον διάλεξε και τον σημάδεψε για πάντα. Η νύχτα εκείνη βάφτηκε με αίμα και φωτιά. Από το μικρό φυλάκιο του Λιτοχώρου ξεκίνησε μια σύγκρουση που θα δίχαζε για χρόνια τη χώρα.
Ο Παπακωνσταντίνου βγήκε τραυματισμένος, ημιθανής μέσα από τα ερείπια. Ο μόνος επιζήσας, τραυματισμένος με διαμπερές τραύμα στο στήθος, ξεγέλασε τον Χάρο δύο φορές, όταν ακόμα και η χαριστική βολή που δέχθηκε του πέρασε ξυστά στο κεφάλι.
Όσοι τον γνώρισαν, μιλούν για έναν άνθρωπο σεμνό, ήρεμο, μα με βλέμμα καθαρό και αποφασισμένο. Δεν μιλάει συχνά, μα όταν μιλάει, η φωνή του αποτυπώνει το βάρος των χρόνων και τις μνήμες των αδικοχαμένων συμπολεμιστών του. Δεν διεκδίκησε τίτλους, ούτε δόξες. Ζει ήσυχα με τις μνήμες εκείνης της τραγικής νύχτας για μια ολόκληρη ζωή και με την βεβαιότητα ότι έκανε το καθήκον του απέναντι στην Πατρίδα.
Αποτελεί την ζωντανή μαρτυρία μιας εποχής που η Ελλάδα προσπαθεί ακόμη να κατανοήσει. Κάθε του λόγος, κάθε του αναφορά στην Μάχη του Λιτοχώρου, είναι μια υπενθύμιση πως οι πληγές του εμφυλίου δεν κλείνουν με λοβοτομημένη την ιστορική αλήθεια. Η επίκληση της λήθης δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εθνική συμφιλίωση. Τουναντίον, η γνώση της ιστορικής αλήθειας, μακριά και πέρα από ιδεολογική φόρτιση και κομματική προκατάληψη, μας διδάσκει τις αρετές της Δημοκρατίας όπου όλοι έχουν θέση στο πεδίο της πολιτικής και όχι της πολεμικής αντιπαράθεσης.
Ο Νικόλαος Παπακωνσταντίνου δεν είναι ήρωας μόνον επειδή επέζησε. Είναι ήρωας γιατί ζεί με αξιοπρέπεια, κουβαλώντας σιωπηλά το βάρος όσων χάθηκαν εκείνην τη νύχτα. Και γιατί, μέχρι και σήμερα, δεν άφησε την μνήμη των συμπολεμιστών του να σβηστεί.
Η ιστορία τον κατάγραψε στους επιζώντες. Η Εθνική Μνήμη, όμως, τον τιμά ως Μάρτυρα της Ευθύνης και της αφοσίωσης στο καθήκον, πιστόν στα Ιερά και Όσια της Πατρίδας.
Το ημερολόγιο έδειχνε 30 Μαρτίου 1946. Το Λιτόχωρο Πιερίας, ένα ήσυχο χωριό στις πλαγιές του Ολύμπου, ετοιμαζόταν να κοιμηθεί με την ένταση των εκλογών που θα ξεκινούσαν με την ανατολή του ηλίου, το πρωί της Κυριακής της 31 Μαρτίου 1946. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως η νύχτα εκείνη θα έγραφε μία από τις μελανότερες και πιο τραγικές σελίδες της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ένοπλες ομάδες ανταρτών με εντολή του Ζαχαριάδη επιτέθηκαν στον Σταθμό Χωροφυλακής Λιτοχώρου. Ήταν η πρώτη ένοπλη σύγκρουση μετά τη λήξη της Κατοχής. Το γεγονός που θα θεωρηθεί αργότερα ως η απαρχή του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου και Διχασμού.
Ανάμεσα στους υπερασπιστές του σταθμού βρισκόταν και ο Νίκος Παπακωνσταντίνου, νεαρός τότε χωροφύλακας, που έμελλε να είναι ο μοναδικός επιζών της μάχης. Έζησε για να αφηγηθεί την ιστορία, να μεταδώσει την μνήμη και να κρατήσει ζωντανό το παράδειγμα των ηρωικών συναδέλφων του που έπεσαν εκείνην τη νύχτα.

Η Μάχη του Λιτοχώρου
Η επίθεση σχεδιάστηκε, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, από ομάδες ανταρτών που είχαν συγκροτηθεί στην περιοχή του Ολύμπου και των Πιερίων. Υπό την καθοδήγηση στελεχών του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Καπετάνιο του ΕΛΑΣ «Υψηλάντη», ο οποίος μεταβαίνει στην περιοχή με τους Καπετάνιους «Χατζάρα» και «Μπαρούτα». Πάνοπλοι αντάρτες κατέβηκαν ανά ομάδες, την νύχτα προς το Λιτόχωρο. Ο στόχος τους ήταν σαφής, να καταλάβουν τον Σταθμό Χωροφυλακής, να αφαιρέσουν όπλα και να προκαλέσουν έναν ηχηρό συμβολισμό αντίστασης απέναντι στην Κυβέρνηση των Αθηνών. Την νόμιμη Κυβέρνηση.
To μεταβατικό απόσπασμα των Χωροφυλάκων, δώδεκα άνδρες, εγκαταστάθηκε στον Σταθμό Χωροφυλακής Λιτοχώρου, οι περισσότεροι νεοσύλλεκτοι νέοι, μερικοί μόλις είκοσι ετών. Μαζί τους βρισκόταν και η Λιτοχωρινή, Ευαγγελία (Μπουλιώ) Κόλπη-Λαλουμίχου, καθαρίστρια του σταθμού, που δεν πρόλαβε να σωθεί.
Επιτίθενται αιφνιδιαστικά στον Σταθμό Χωροφυλακής καθώς και σε ένα κοντινό κτίριο όπου είχαν στρατωνιστεί οι στρατιώτες που είχαν φτάσει στο χωριό για την φύλαξη των εκλογικών τμημάτων. Η επίθεση άρχισε λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Οι αντάρτες πλησίασαν αθόρυβα και με αιφνιδιασμό, άνοιξαν πυρ εναντίον του Σταθμού. Τα πυρά πέφτουν ασταμάτητα μέχρι την 04:00 πρωί χωρίς αποτέλεσμα. Η μάχη κράτησε περίπου δύο ώρες. Οι χωροφύλακες, παρότι αιφνιδιασμένοι, αντιστάθηκαν με όσες δυνάμεις διέθεταν. Ομάδα ανταρτών πλησιάζει τα κτίρια και τα πυρπολεί με βόμβες Μολότοφ και τα κάνει παρανάλωμα της φωτιάς. Όσοι βρίσκονται στο έδαφος τραυματισμένοι, τους πλησιάζει ένας αντάρτης και τους δίνει την χαριστική βολή και τους σκοτώνει όλους. Εκτός από τον Νίκο Πακακωσταντίνου που η σφαίρα τον παίρνει ξυστά!
Το ξημέρωμα βρήκε το Λιτόχωρο βυθισμένο σε νεκρική σιωπή. Ο Σταθμός Χωροφυλακής ερείπιο πλέον από την σφοδρή σύγκρουση με τους κομμουνιστές, τυλιγμένος σε πέπλο καπνού με τα άψυχα κορμιά των υπερασπιστών να κείτονται στις θέσεις τους. Στους Προμαχώνες της Ελευθερίας, εκεί όπου τους βρήκε ο θάνατος από αδελφικό χέρι.
Δώδεκα άνδρες και μία γυναίκα υπέστησαν φρικτόν θάνατον. Το φυτίλι του εμφυλίου πολέμου άρχισε να καίει. Η Πατρίδα στον αγώνα της για Ελευθερία και Δημοκρατία και ανεξαρτησία, μετρούσε τα πρώτα της θύματα.
Ο Νίκος Παπακωνσταντίνου ήταν ζωντανός, κατάφερε να επιζήσει βαριά τραυματισμένος από τις σφαίρες των κομουνιστών ανταρτών.
Μέσα από τα συντρίμμια του Σταθμού Χωροφυλακής, σύρθηκε με τις τελευταίες του δυνάμεις σε παρακείμενη οικεία όπου και ζήτησε βοήθεια, την οποίαν όμως του την αρνήθηκαν λόγω των τραγικών γεγονότων και υπό τον φόβο αντιποίνων. Εξαντλημένος πλέον, σύρθηκε με τις ύστερες δυνάμεις του σε άλλη παρακείμενη οικεία, όπου και του προσέφεραν τις πρώτες βοήθειες και από εκεί αργότερα τον παρέλαβε Εθνικός Στρατός. Την τραγική αυτήν νύχτα κατάφερε να ξεγελάσει δυο φορές τον Χάρο.
Από τότε και για δεκαετίες, κουβαλάει τις μνήμες εκείνης της εμφύλιας τραγωδίας. Δεν εξαργύρωσε την θυσία του και δεν διεκδίκησε ποτέ τίτλους, τιμές και αξιώματα.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μίλησε μαζί του και να μην θαυμάζει την σεμνότητα και την αξιοπρέπειά του.
Έλεγε πάντα πως «Οι Ήρωες είναι εκείνοι που δεν γύρισαν».
Η επίθεση σχεδιάστηκε, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, από ομάδες ανταρτών που είχαν συγκροτηθεί στην περιοχή του Ολύμπου και των Πιερίων. Υπό την καθοδήγηση στελεχών του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Καπετάνιο του ΕΛΑΣ «Υψηλάντη», ο οποίος μεταβαίνει στην περιοχή με τους Καπετάνιους «Χατζάρα» και «Μπαρούτα». Πάνοπλοι αντάρτες κατέβηκαν ανά ομάδες, την νύχτα προς το Λιτόχωρο. Ο στόχος τους ήταν σαφής, να καταλάβουν τον Σταθμό Χωροφυλακής, να αφαιρέσουν όπλα και να προκαλέσουν έναν ηχηρό συμβολισμό αντίστασης απέναντι στην Κυβέρνηση των Αθηνών. Την νόμιμη Κυβέρνηση.
To μεταβατικό απόσπασμα των Χωροφυλάκων, δώδεκα άνδρες, εγκαταστάθηκε στον Σταθμό Χωροφυλακής Λιτοχώρου, οι περισσότεροι νεοσύλλεκτοι νέοι, μερικοί μόλις είκοσι ετών. Μαζί τους βρισκόταν και η Λιτοχωρινή, Ευαγγελία (Μπουλιώ) Κόλπη-Λαλουμίχου, καθαρίστρια του σταθμού, που δεν πρόλαβε να σωθεί.
Επιτίθενται αιφνιδιαστικά στον Σταθμό Χωροφυλακής καθώς και σε ένα κοντινό κτίριο όπου είχαν στρατωνιστεί οι στρατιώτες που είχαν φτάσει στο χωριό για την φύλαξη των εκλογικών τμημάτων. Η επίθεση άρχισε λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Οι αντάρτες πλησίασαν αθόρυβα και με αιφνιδιασμό, άνοιξαν πυρ εναντίον του Σταθμού. Τα πυρά πέφτουν ασταμάτητα μέχρι την 04:00 πρωί χωρίς αποτέλεσμα. Η μάχη κράτησε περίπου δύο ώρες. Οι χωροφύλακες, παρότι αιφνιδιασμένοι, αντιστάθηκαν με όσες δυνάμεις διέθεταν. Ομάδα ανταρτών πλησιάζει τα κτίρια και τα πυρπολεί με βόμβες Μολότοφ και τα κάνει παρανάλωμα της φωτιάς. Όσοι βρίσκονται στο έδαφος τραυματισμένοι, τους πλησιάζει ένας αντάρτης και τους δίνει την χαριστική βολή και τους σκοτώνει όλους. Εκτός από τον Νίκο Πακακωσταντίνου που η σφαίρα τον παίρνει ξυστά!
Το ξημέρωμα βρήκε το Λιτόχωρο βυθισμένο σε νεκρική σιωπή. Ο Σταθμός Χωροφυλακής ερείπιο πλέον από την σφοδρή σύγκρουση με τους κομμουνιστές, τυλιγμένος σε πέπλο καπνού με τα άψυχα κορμιά των υπερασπιστών να κείτονται στις θέσεις τους. Στους Προμαχώνες της Ελευθερίας, εκεί όπου τους βρήκε ο θάνατος από αδελφικό χέρι.
Δώδεκα άνδρες και μία γυναίκα υπέστησαν φρικτόν θάνατον. Το φυτίλι του εμφυλίου πολέμου άρχισε να καίει. Η Πατρίδα στον αγώνα της για Ελευθερία και Δημοκρατία και ανεξαρτησία, μετρούσε τα πρώτα της θύματα.
Ο Νίκος Παπακωνσταντίνου ήταν ζωντανός, κατάφερε να επιζήσει βαριά τραυματισμένος από τις σφαίρες των κομουνιστών ανταρτών.
Μέσα από τα συντρίμμια του Σταθμού Χωροφυλακής, σύρθηκε με τις τελευταίες του δυνάμεις σε παρακείμενη οικεία όπου και ζήτησε βοήθεια, την οποίαν όμως του την αρνήθηκαν λόγω των τραγικών γεγονότων και υπό τον φόβο αντιποίνων. Εξαντλημένος πλέον, σύρθηκε με τις ύστερες δυνάμεις του σε άλλη παρακείμενη οικεία, όπου και του προσέφεραν τις πρώτες βοήθειες και από εκεί αργότερα τον παρέλαβε Εθνικός Στρατός. Την τραγική αυτήν νύχτα κατάφερε να ξεγελάσει δυο φορές τον Χάρο.
Από τότε και για δεκαετίες, κουβαλάει τις μνήμες εκείνης της εμφύλιας τραγωδίας. Δεν εξαργύρωσε την θυσία του και δεν διεκδίκησε ποτέ τίτλους, τιμές και αξιώματα.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μίλησε μαζί του και να μην θαυμάζει την σεμνότητα και την αξιοπρέπειά του.
Έλεγε πάντα πως «Οι Ήρωες είναι εκείνοι που δεν γύρισαν».
Οι νεκροί της μάχης
Δώδεκα χωροφύλακες και στρατιώτες, μαζί με την Ευαγγελία Κόλπη, σκοτώθηκαν στη μάχη. Τα ονόματά τους, διασώζονται μέσα από ιστορικά αρχεία. Ο Σύνδεσμος Αποστράτων Σωμάτων Ασφαλείας Ν. Πιερίας, τελεί κάθε χρόνο επιμνημόσυνη δέηση στην μνήμη τους, συμβάλλοντας κατ΄ αυτόν τον τρόπο στην άσβεστη διατήρηση της μνήμης αυτών, παρουσία συγγενών, κατοίκων της Πιερίας και συναδέλφων από όλην την Ελλάδα.
Ήταν παιδιά απλών οικογενειών, από την Μακεδονία, την Θεσσαλία, την Στερεά Ελλάδα, νέοι που υπηρετούσαν την θητεία τους. Κανείς τους δεν μπορούσε να φανταστεί ότι εκείνη η νύχτα θα τους έκανε μάρτυρες και πρωταγωνιστές μιας νέας Εθνικής Τραγωδίας.
Οι αντάρτες και οι προθέσεις
Η επίθεση στο Λιτόχωρο δεν ήταν τυχαία. Είχε σχεδιαστεί λίγες ημέρες νωρίτερα, σε σύσκεψη στελεχών του ΚΚΕ στην περιοχή του Ολύμπου.
Ο Μάρκος Βαφειάδης είχε ήδη λάβει εντολή από τον Ζαχαριάδη να οργανώσει ένοπλες ομάδες “αυτοάμυνας”, με πρόφαση την βία κατά των κομουνιστών.
Ουδέν ψευδέστερον τούτου. Άλλος ένας μύθος της τότε αριστεράς.
Η απόφαση ήταν ειλημμένη από την 2η Ολομέλεια του ΚΚΕ στις 12-15 Φεβρουαρίου 1946 σε περιοχή της Χασιάς-Αττικής, σε μυστικό χώρο, όπου και αποφασίστηκε η αποχή από τις επερχόμενες εκλογές και η ένοπλη σύγκρουση με τις κυβερνητικές δυνάμεις. Και η αρχή της ανταρσίας, έγινε στο Λιτόχωρο το Σάββατο 30 Μαρτίου προς Κυριακή 31 Μαρτίου 1946 ημέρα των εκλογών.
Η ένοπλη σύγκρουση των δυο κόσμων έγινε εφικτή ακριβώς από την ενδυνάμωση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με στρατιωτικό εξοπλισμό, πάντα με την υποστήριξη της Αλβανίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Έναν τριπλόν Συνασπισμό Δυνάμεων Λαϊκών Δημοκρατιών, δορυφόρων της Σοβιετικής Ένωσης κατά του σκληρά δοκιμαζόμενου ελληνικού λαού και κατά του ελευθέρου κόσμου και της Δημοκρατίας.
Η Βάρκιζα ήταν η ευκαιρία για ανασύνταξη και αναδιοργάνωση του Δ.Σ. Ένα σύννεφο, στα μάτια της αστικής τάξης. Ποτέ δεν κατέθεσαν τα όπλα.
Για την ηγεσία του ΚΚΕ, η επίθεση ήταν πράξη συμβολική, ανταρσία κατά του πολιτικού συστήματος με σκοπό την υφαρπαγή της εξουσίας δια των όπλων και μετατροπή του πολιτεύματος από Βασιλευομένη Δημοκρατία σε ακραίο σταλινικό καθεστώς κατά τα πρότυπα των Λαϊκών Δημοκρατιών.
Έτσι, μέσα σε μία νύχτα, η Ελλάδα χωρίστηκε ξανά στα δύο. Οι πληγές του πολέμου της Κατοχής άνοιξαν ξανά, αυτή τη φορά βαθύτερες.
Η ιστορική σημασία
Η Μάχη του Λιτοχώρου σηματοδοτεί την αρχή του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949). Μιας σύγκρουσης που κόστισε περισσότερους από 100.000 νεκρούς, ολική καταστροφή της δημόσιας υποδομής της χώρας και αφήνοντας πίσω της μια διχασμένη κοινωνία.
Το γεγονός αυτό δεν είναι απλώς ένα στρατιωτικό επεισόδιο, είναι το σημείο μηδέν μιας εποχής όπου αδέλφια στράφηκαν ενάντια σε αδέλφια. Και το Έθνος δοκιμάστηκε όσο ποτέ άλλοτε.
Σήμερα, σχεδόν ογδόντα χρόνια μετά, το Λιτόχωρο παραμένει τόπος μνήμης και περισυλλογής. Εκεί όπου το αίμα και η ιστορία συναντήθηκαν, οι νέες γενιές καλούνται να αντλήσουν διδάγματα, όχι άλλο μίσος.
Ο άνθρωπος που κράτησε τη μνήμη ζωντανή
Ο Νίκος Παπακωνσταντίνου δεν είναι απλώς ο τελευταίος επιζών της μάχης. Είναι ο Ζωντανός Σύνδεσμος με το παρελθόν, ο μάρτυρας που με την ζωή του υπενθυμίζει πως η Ιστορία πρέπει να μας ενώνει, όχι να μας χωρίζει.
Όσοι τον γνώρισαν μιλούν για έναν άνθρωπο απλό, ήρεμο, γεμάτον αξιοπρέπεια. Ποτέ δεν μίλησε με πικρία, παρά μόνον με ευγνωμοσύνη που έζησε, για να μεταφέρει τη μνήμη των συντρόφων του.
«Δεν ήμουν ήρωας», έλεγε και λέει «Ήμουν απλώς τυχερός. Οι ήρωες έπεσαν εκεί, στο Λιτόχωρο».
Η παρακαταθήκη
Στην εποχή της λήθης και της επιφανειακής πληροφόρησης, η ιστορία του Νίκου Παπακωνσταντίνου υπενθυμίζει ότι ο αγώνας για την αλήθεια και την μνήμη είναι διαρκής.
Η Μάχη του Λιτοχώρου δεν είναι μόνο ένα γεγονός του 1946, είναι ένα μάθημα για Δημοκρατία και Εθνική Συμφιλίωση.
Είναι ανάγκη να ενθυμούμαστε το παρελθόν χωρίς πάθη, αντλώντας χρήσιμα διδάγματα για τις νέες γενιές.
Ο Νίκος Παπακωνσταντίνου υπέργηρος πλέον, αλλά με οξεία διάνοια, μας δείχνει τον δρόμο της Εθνικής Συμφιλίωσης με ένα μήνυμα απλό και διαχρονικό:
«Η Ελλάδα πρέπει να θυμάται για να μη ξαναζήσει σπαραγμούς».
Ο Ήρωας μας, πλήρης ημερών σήμερα, 104 ετών και με πλήρη διαύγεια, ευτύχησε να έχει μίαν υπέροχη σύντροφο στην ζωή, την αγαπημένη του Ελισάβετ και απόκτησε μαζί της έναν άξιο γιο, τον Γιάννη με τον οποίον ζει στα Τρίκαλα. Αποτελεί δε Φάρο για τις επόμενες γενιές για την αφοσίωση του στο καθήκον και την πίστη στην Δημοκρατία και Ελευθερία.
Αξίες και ιδανικά για της οποίες πλήρωσε βαρύ τίμημα. Για να θυμούνται οι νέες γενιές το τίμημα της διχόνοιας και την αξία των παναθρώπινων αυτών ιδανικών. Και για να τιμούν με ευλάβεια, εκείνους που έπεσαν πιστοί στο καθήκον, εκείνην την νύχτα στο αιματοβαμμένο Λιτόχωρο.
Η ηρωϊκή θυσία των πεσόντων αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για όλους μας.
Ο Πρόεδρος Γεωργιάδης Γεώργιος μαζί με τον Ταμία του Συνδέσμου Δέλλα Χρήστο, τον επισκεφτήκαμε σε Νοσοκομείο στην Λάρισα, όπου αναρρώνει μετά από περιπέτεια της υγείας του.
Αγαπητέ Παπακωνσταντίνου Νικόλαε, Ήρωά μας!!
Καλή ανάρρωση και σιδερένιος
Ευγνώμονες για όσα προσέφερες στην Πατρίδα
Του Γεωργιάδη Γεωργίου,
Προέδρου Αποστράτων Σωμάτων Ασφαλείας Ν. Πιερίας.