Στην καρδιά της Καρινθίας στην Αυστρία, σκαρφαλωμένο στην κορυφή ενός απόκρημνου βράχου 172 μέτρων, δεσπόζει το...
εμβληματικό κάστρο Hochosterwitz, με τις 14 πύλες του και την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική του. Θεωρείται ένα από τα πιο εντυπωσιακά μεσαιωνικά φρούρια της Αυστρίας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης και η επίσκεψη σε αυτό μοιάζει με ταξίδι στον χρόνο.
Η πρώτη γραπτή αναφορά στο κάστρο Hochosterwitz εντοπίζεται στο 860 μ.Χ., ενώ από το 1571 ανήκει στην οικογένεια ευγενών Khevenhüller, η οποία το συντηρεί μέχρι σήμερα. Το απόρθητο αυτό φρούριο, που μοιάζει σαν να έχει ξεπηδήσει από κάποιο παραμύθι, είναι γνωστό για τις 14 οχυρωμένες πύλες του, που σχεδιάστηκαν τον 16ο αιώνα για την προστασία από τις οθωμανικές επιδρομές. Μάλιστα, λέγεται ότι το κάστρο δεν καταλήφθηκε ποτέ από εχθρούς.
Δυστυχώς, για τους ταξιδιώτες, το Hochosterwitz δεν είναι επισκέψιμο όλη τη διάρκεια του χρόνου. Για το κοινό, όπως διαβάζουμε, είναι ανοιχτό την περίοδο Απρίλιος – Νοέμβριος και οι επισκέπτες μπορούν να δούνε από κοντά στο μουσείο του κάστρου συλλογές όπλων, πανοπλιών, αναγεννησιακών πινάκων και μια μικρή εκκλησία με τοιχογραφίες.
Ο θρύλος του Βοδιού
Γύρω από το κάστρο υπάρχουν διάφοροι θρύλοι, όμως, ο πιο διάσημος είναι εκείνος με το βόδι και αφορά την πολιορκία του Hochosterwitz από τη Μαργαρίτα Μάουλτας, κόμισσα του Τιρόλου, τον 14ο αιώνα (περίπου το 1335).
Σύμφωνα με τον θρύλο, η Μαργαρίτα πολιόρκησε το κάστρο για μεγάλο διάστημα, ελπίζοντας να αναγκάσει τους υπερασπιστές του να παραδοθούν λόγω πείνας. Μετά από μήνες πολιορκίας, οι προμήθειες στο κάστρο εξαντλήθηκαν. Στο τέλος, είχε απομείνει μόνο ένα βόδι και ένας σάκος σιτάρι. Ο διοικητής του κάστρου, αντί να παραδοθεί, αποφάσισε να ρισκάρει, διατάσσοντας να σφάξουν το τελευταίο βόδι, να γεμίσουν την κοιλιά του με το λιγοστό σιτάρι που είχε απομείνει και να το πετάξουν έξω από τα τείχη, προς το στρατόπεδο των εχθρών.
Η κόμισσα Μαργαρίτα και οι στρατιώτες της, βλέποντας το βόδι γεμάτο σιτάρι, πίστεψαν ότι το κάστρο είχε τόσο τεράστια αποθέματα τροφίμων που μπορούσαν να τα σπαταλούν ως «βλήματα». Απογοητευμένη και θεωρώντας ότι η πολιορκία θα κρατούσε χρόνια, η κόμισσα διέταξε την υποχώρηση των στρατευμάτων της, αφήνοντας το κάστρο ανέπαφο.
Η πρώτη γραπτή αναφορά στο κάστρο Hochosterwitz εντοπίζεται στο 860 μ.Χ., ενώ από το 1571 ανήκει στην οικογένεια ευγενών Khevenhüller, η οποία το συντηρεί μέχρι σήμερα. Το απόρθητο αυτό φρούριο, που μοιάζει σαν να έχει ξεπηδήσει από κάποιο παραμύθι, είναι γνωστό για τις 14 οχυρωμένες πύλες του, που σχεδιάστηκαν τον 16ο αιώνα για την προστασία από τις οθωμανικές επιδρομές. Μάλιστα, λέγεται ότι το κάστρο δεν καταλήφθηκε ποτέ από εχθρούς.
Δυστυχώς, για τους ταξιδιώτες, το Hochosterwitz δεν είναι επισκέψιμο όλη τη διάρκεια του χρόνου. Για το κοινό, όπως διαβάζουμε, είναι ανοιχτό την περίοδο Απρίλιος – Νοέμβριος και οι επισκέπτες μπορούν να δούνε από κοντά στο μουσείο του κάστρου συλλογές όπλων, πανοπλιών, αναγεννησιακών πινάκων και μια μικρή εκκλησία με τοιχογραφίες.
Ο θρύλος του Βοδιού
Γύρω από το κάστρο υπάρχουν διάφοροι θρύλοι, όμως, ο πιο διάσημος είναι εκείνος με το βόδι και αφορά την πολιορκία του Hochosterwitz από τη Μαργαρίτα Μάουλτας, κόμισσα του Τιρόλου, τον 14ο αιώνα (περίπου το 1335).
Σύμφωνα με τον θρύλο, η Μαργαρίτα πολιόρκησε το κάστρο για μεγάλο διάστημα, ελπίζοντας να αναγκάσει τους υπερασπιστές του να παραδοθούν λόγω πείνας. Μετά από μήνες πολιορκίας, οι προμήθειες στο κάστρο εξαντλήθηκαν. Στο τέλος, είχε απομείνει μόνο ένα βόδι και ένας σάκος σιτάρι. Ο διοικητής του κάστρου, αντί να παραδοθεί, αποφάσισε να ρισκάρει, διατάσσοντας να σφάξουν το τελευταίο βόδι, να γεμίσουν την κοιλιά του με το λιγοστό σιτάρι που είχε απομείνει και να το πετάξουν έξω από τα τείχη, προς το στρατόπεδο των εχθρών.
Η κόμισσα Μαργαρίτα και οι στρατιώτες της, βλέποντας το βόδι γεμάτο σιτάρι, πίστεψαν ότι το κάστρο είχε τόσο τεράστια αποθέματα τροφίμων που μπορούσαν να τα σπαταλούν ως «βλήματα». Απογοητευμένη και θεωρώντας ότι η πολιορκία θα κρατούσε χρόνια, η κόμισσα διέταξε την υποχώρηση των στρατευμάτων της, αφήνοντας το κάστρο ανέπαφο.
Δείτε τις φωτογραφίες

