Τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών σε απόλυτους αριθμούς, δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες. 13 εκατομμύρια ψήφους έχασαν οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ. Διότι την Μέρκελ είχαν στο μυαλό τους οι ψηφοφόροι και την πολιτική της, όταν αποφάσισαν να τιμωρήσουν το κόμμα της. Δεν «αγάπησαν» ξαφνικά τον σοσιαλισμό, τον οποίο είχαν αφήσει στη γωνία εδώ και δεκαετίες. Παρά...
το γεγονός ότι το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας διαθέτει εξαιρετικούς πολιτικούς, με αυξημένη ευρωπαική συνείδηση σε σύγκριση με τους χριστιανοδημοκράτες.
Όχι. Η Μέρκελ τιμωρήθηκε διότι έλαβε κατασταλτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η Γερμανία μπορεί να στερεί την ελευθερία και το δικαίωμα στην ευμάρεια από όλους τους άλλους, όχι όμως από τον Γερμανό. Οι δημοσκοπήσεις το είχαν δείξει ξεκάθαρα, όχι το τελευταίο χρονικό διάστημα, αλλά σε όλες τις μετρήσεις για τον αντίκτυπο που προκαλούσαν τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας, που η Μέρκελ τα πήρε πάνω της, στην γερμανική κοινωνία.
Ο άλλος λόγος, ήταν όντως η τιμωρία του νεοφιλελευθερισμού. Το στοιχείο αυτό εκφράζεται κυρίως στην αύξηση των ποσοστών – και των εδρών – των πράσινων. Οι οποίοι μετά την «αποτουρκοποίηση» τους, γίνονται ελκυστικοί για μεγάλο κομμάτι του γερμανικού λαού και πλέον μετατρέπονται σε ρυθμιστή της αυριανής κυβέρνησης. Ο γερμανικός λαός που αντιτίθεται στην νεοφιλελεύθερη πολιτική, προτίμησε τους Πράσινους από την γερμανική Αριστερά. Θεωρώντας ότι εκεί η ψήφος τους θα πιάσει τόπο, καθώς οι Πράσινοι με την εκλογική δύναμη που απέκτησαν, μπορούν να επιβάλλουν όρους για την συμμετοχή τους σε μία κυβέρνηση συνασπισμού.
Η αριστερά μάλλον πλήρωσε την στάση της στο προσφυγικό, αλλά και το γεγονός ότι δεν θα μπορούσε να αποτελεί μία αποτελεσματική εναλλακτική στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, διότι απλά δεν θα συμμετείχε σε κυβέρνηση συνασπισμού. Κρίμα, διότι η γερμανική αριστερά είναι ίσως η πλέον υγιής πολιτική δύναμη στην Γερμανία, εκτός εάν οι Πράσινοι μας εκπλήξουν ευχάριστα.
Τα διδάγματα για την Ελλάδα
Η Μέρκελ παρά το γεγονός ότι θωράκισε την Γερμανία, την ώρα που η Ευρώπη κλονιζόταν, υπεράσπισε επί μία δεκαετία και πλέον το επίπεδο ζωής, τα εισοδήματα και τον πλούτο των Γερμανών, παρόλα αυτά πλήρωσε ακριβά την πολιτική της στην αντιμετώπιση της πανδημίας και τις νεοφιλελεύθερες επιλογές της. Της κόστισε και η αντιευρωπαϊκή πολιτική που ακολούθησε, αδιαφορώντας τελείως για το συνολικό συμφέρον της Ευρώπης, στην προσπάθεια της να κάνει την Γερμανία πλουσιότερη. Ο διάδοχος της δεν κατάφερε να πείσει τους Γερμανούς, κυρίως όμως δεν κατάφερε να αποσπάσει συγχωροχάρτι από τους ψηφοφόρους του κόμματος για την πολιτική τα τελευταία δύο χρόνια.13 εκατομμύρια ψήφοι λιγότεροι είναι ένα ηχηρότατο μήνυμα.
Μήνυμα που φυσικά δεν απευθύνεται στον Άρμιν Λάσετ, αλλά στην ίδια την Μέρκελ.
Το τσουνάμι λοιπόν δυσαρέσκειας συντηρητικών ψηφοφόρων έναντι των κομμάτων τους λόγω των επιλογών τους στην αντιμετώπιση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης, είναι κάτι που πρέπει να θορυβήσει την ελληνική κυβέρνηση και προσωπικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο οποίος επέβαλε πολύ σκληρότερα μέτρα από τα αντίστοιχα της γερμανικής κυβέρνησης και δεν μπορεί να πιστεύει ότι επειδή οι δημοσκοπήσεις των δείχνουν ακόμα να προηγείται, ότι κάτι τέτοιο θα αποτυπωθεί και στην κάλπη.
Όπως επίσης δεν μπορεί να πιστεύει ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ευνοούν ένα μικρό κομμάτι των ψηφοφόρων, θα γίνουν ανεκτές από την πλειοψηφία της κοινωνίας, ακόμα κι αν πρόκειται για τα συντηρητικά στρώματα, τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας. Ειδικά η αστική τάξη έχει βληθεί ανεπανόρθωτα από την σκανδαλώδη κατεύθυνση πακτωλών χρήματος, με κρατικές αποφάσεις, σε μη παραγωγικούς οργανισμούς οι οποίοι λειτουργούν ως βδέλλες στο κορμί της οικονομίας.
Ακόμα και ένας εύπορος επιχειρηματίας, που όμως έχει σαφή επιχειρηματική δραστηριότητα εντός του πεδίου της ελεύθερης αγοράς, εξοργίζεται όταν βλέπει αεριτζήδες τύπου funds, Να πολλαπλασιάζουν τα κέρδη τους, σε μία οικονομία που καταρρέει. Και αυτό να γίνεται με κυβερνητικές αποφάσεις και κατευθύνσεις.
Αυτό που κρατάει όρθιο ακόμα τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει καταγεγραμμένο αντίπαλο δέος με πορεία εξουσίας, τόσο για τα κατασταλτικά μέτρα κατά την διάρκεια της πανδημίας, όσο και για τις νεοφιλελεύθερες επιλογές του που κατέστρεψαν την οικονομία και την ελεύθερη αγορά.
Διότι, ο ΣυΡιζΑ εμφανίστηκε πάντα υπέρμαχος στα καθολικά κλεισίματα και τις οριζόντιες απαγορεύσεις της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, ενώ από την άλλη ως κυβέρνηση είχε διαλύσει την μεσαία τάξη, η οποία εντέλει και τον καταδίκασε στην ήττα. Δεν μπορεί λοιπόν να πείσει ότι αποτελεί αντίβαρο στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο που διαλύει την μεσαία τάξη. Όσο μάλιστα ακόμα και οι τρέχουσες εξαγγελίες αγνοούν παντελώς το πιο παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας.
Ο χειμώνας που έρχεται πάντως είναι εξαιρετικά δύσκολος και η μεσαία τάξη θα δεχτεί συντριπτικό χτύπημα, μαζί με το σύνολο της κοινωνίας. Η αύξηση του κόστους ενέργειας από μόνη της, η οποία θα επηρεάσει επιχειρήσεις και νοικοκυριά, μπορεί να φέρει ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις οι οποίες να κάνουν την ανατροπή στην Γερμανία να μοιάζει «κανονικότητα». Εκεί η υποβόσκουσα δυσαρέσκεια για τις επιλογές της κυβέρνησης, θα γίνει πάλι λαϊκή κατακραυγή, γεγονός που κάποιοι υποστηρικτές του Κυριάκου Μητσοτάκη το έχουν συνειδητοποιήσει και γι’ αυτό τον πιέζουν να κάνει τώρα εκλογές. Για να μην έχει κι αυτός την «τύχη» της Μέρκελ.
Πηγή: newsbreak.gr