Σε μια εποχή όπου η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων είναι πιο εύκολη από ποτέ άλλοτε το αίσθημα της μοναξιάς που πλήττει και ταλανίζει τους μεγάλους, αλλά και νέους στην ηλικία ανθρώπους, αποτελεί τραγική πραγματικότητα.
Ζούμε μέσα σε πολυάριθμες και «εκπολιτισμένες» κοινωνίες, ωστόσο απρόσωπες, απόκοσμες και απομονωμένες. Την σκληρή αυτή πραγματικότητα εκφράζουν οι στίχοι του καταξιωμένου ποιητή μας Γιάννη Ρίτσου: « Θα σου πω πια μοναξιά με τρομάζει περισσότερο/ εκείνη που νιώθεις μέσα στο πλήθος./ Γιατί κανείς δεν ακούει τα λόγια σου/ δεν μετράει τους παλμούς της καρδιά σου/ δεν απλώνει το χέρι να πιάσει το δικό σου./ Απλά βαδίζει δίπλα σου και πολλές φορές σε σπρώχνει να περάσει.
Η επικοινωνία έγινε ψυχρή και απρόσωπη με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις προσωπικές κοινωνικές σχέσεις. Τείνουν να ξεχαστούν τελείως οι θερμές χειραψίες, οι εναγκαλισμοί, οι ασπασμοί και οι στενές συντροφιές που ικανοποιούσαν την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για επικοινωνία. Ως «ζώον πολιτικόν», κατά τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει μόνος χωρίς σχέσεις κοινωνίας, αλληλεγγύης και αγάπης. Η έλλειψη επικοινωνίας και η απομόνωση οδηγεί σε ανασφάλεια, άγχος, κατάθλιψη, μαρασμό και απογοήτευση.
Οι περισσότεροι «ξεγελούν» τη μοναξιά τους παρακολουθώντας με τις ώρες τηλεόραση ή αναζητούν άψυχη και αφύσικη επικοινωνία με αγνώστους ανθρώπους σερφάροντας στο διαδίκτυο ,απομονωμένοι ακόμη και από τα λοιπά μέλη της οικογενείας τους, όπου ακόμα αυτή υπάρχει. Όμως μετά το κλείσιμο των «μέσων» αντιμετωπίζουν το έρεβος της εγκατάλειψης και της εσωτερικής κενότητας. «Πόνος βαρύς η μοναξιά όπου σε ταλανίζει/ σαν τον τυφώνα σε κτυπά κι ευθύς σε αφοπλίζει./ χάνεται το χαμόγελο, σου κλέβει το κουράγιο/ δεν βρίσκεις μες το διάβα σου απάνεμο μουράγιο.» σκιαγραφεί εύστοχα το δυσάρεστο αυτό συναίσθημα η ποιήτρια Ελένη Κατσιφαράκη.
Ο νουνεχής, όμως, και στοχαστικός άνθρωπος δεν καταθέτει τα όπλα του. Θα βρει τρόπους να υπερνικήσει τη μοναξιά του με την καλλιέργεια της υπομονής, την αυτοσυγκέντρωση, την ενδοσκόπηση, την προσευχή, το διάβασμα και την αναθεώρηση των στόχων του προς βελτίωση της προσωπικότητάς του και του εν γένει βίου του.
Η επικοινωνία έγινε ψυχρή και απρόσωπη με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις προσωπικές κοινωνικές σχέσεις. Τείνουν να ξεχαστούν τελείως οι θερμές χειραψίες, οι εναγκαλισμοί, οι ασπασμοί και οι στενές συντροφιές που ικανοποιούσαν την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου για επικοινωνία. Ως «ζώον πολιτικόν», κατά τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει μόνος χωρίς σχέσεις κοινωνίας, αλληλεγγύης και αγάπης. Η έλλειψη επικοινωνίας και η απομόνωση οδηγεί σε ανασφάλεια, άγχος, κατάθλιψη, μαρασμό και απογοήτευση.
Οι περισσότεροι «ξεγελούν» τη μοναξιά τους παρακολουθώντας με τις ώρες τηλεόραση ή αναζητούν άψυχη και αφύσικη επικοινωνία με αγνώστους ανθρώπους σερφάροντας στο διαδίκτυο ,απομονωμένοι ακόμη και από τα λοιπά μέλη της οικογενείας τους, όπου ακόμα αυτή υπάρχει. Όμως μετά το κλείσιμο των «μέσων» αντιμετωπίζουν το έρεβος της εγκατάλειψης και της εσωτερικής κενότητας. «Πόνος βαρύς η μοναξιά όπου σε ταλανίζει/ σαν τον τυφώνα σε κτυπά κι ευθύς σε αφοπλίζει./ χάνεται το χαμόγελο, σου κλέβει το κουράγιο/ δεν βρίσκεις μες το διάβα σου απάνεμο μουράγιο.» σκιαγραφεί εύστοχα το δυσάρεστο αυτό συναίσθημα η ποιήτρια Ελένη Κατσιφαράκη.
Ο νουνεχής, όμως, και στοχαστικός άνθρωπος δεν καταθέτει τα όπλα του. Θα βρει τρόπους να υπερνικήσει τη μοναξιά του με την καλλιέργεια της υπομονής, την αυτοσυγκέντρωση, την ενδοσκόπηση, την προσευχή, το διάβασμα και την αναθεώρηση των στόχων του προς βελτίωση της προσωπικότητάς του και του εν γένει βίου του.