Στη Συκιά Κορινθίας βρίσκεται το Πυργόσπιτο του πλουσιότερου Τούρκου της Πελοποννήσου, του Κιαμήλ Μπέη. Η αμύθητη περιουσία του αναζητείται εδώ και 200 χρόνια!
Ο...
Κιαμήλ Μπέης ήταν επιφανέστατος Τούρκος της Πελοποννήσου. Γόνος ισχυρής οικογένειας που κυβερνούσε την Κορινθία για όλο το διάστημα της δεύτερης Τουρκοκρατίας, υπήρξε ο τελευταίος Τούρκος διοικητής και δυνάστης της Κορίνθου.
Ο Κιαμήλ Μπέης γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1784. Διαδέχτηκε τον πατέρα του στην διοικητική εξουσία του «καζά» της Κορίνθου το 1815. Οργανικά υπάγονταν στον πασά της Τρίπολης. Η κυριαρχία του εκτείνονταν στις περιοχές Ισθμίας, Κορινθίας, Σικυωνίας, Πελλήνης, Φενεού, Στυμφαλίας, Επιδαυρίας, Τροιζήνας, καθώς και στα Δερβενοχώρια των Μεγάρων. Περιλαμβάνει συνολικά 163 χωριά. Επιπλέον, είχε την φορολογική εποπτεία σε εδαφικές εκτάσεις σε Αρκαδία και Μεσσηνία.
Κατά την διάρκεια της συνετής διακυβέρνησής του, οι Πελοποννησιακές κτήσεις του γνώρισαν πρωτοφανή άνθηση και ευημερία. Αυτό έγινε με τη συστηματική εκμετάλλευση των καλλιεργειών και ιδίως των ελαιόδεντρων. Η δε καταπίεση του ντόπιου αγροτικού πληθυσμού φαίνεται ότι δεν ήταν ανάλογης σκληρότητας με άλλες επαρχίες της Ελληνικής υπαίθρου. Αυτό, διότι ο Κιαμήλ Μπέης τηρούσε λίαν ανεκτική και αμερόληπτη στάση απέναντι στους Χριστιανούς υπηκόους τους, εξισώνοντάς τους με τους Μουσουλμάνους.
Αντίθετα, οι Γορτύνιοι προεστοί και αγωνιστές Κανέλλος Δεληγιάννης (1780 – 1862) και ο Ρήγας Παλαμήδης (1794 – 1872) τον παρουσιάζουν ως ιδιοτελή δυνάστη. Μία άποψη που αποδίδεται στην προκατάληψη και αρνητική προδιάθεσή τους εναντίον του. Αυτό γίνεται, λόγω της μεταξύ τους προεπαναστατικής αντιπαλότητας στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα.
Θησαυρός του Κιαμήλ Μπέη: Σύλληψη του Κιαμήλ και κλειδιά Κολοκοτρώνη
Όταν ξέσπασε το απελευθερωτικό κίνημα στις 23 έως 25 Μαρτίου 1821, ο Χουσεΐν Κιαμήλ Μπέης απουσίαζε στην Τρίπολη. Σε αυτή παρέμεινε αφού οι επαναστάτες είχαν περισφίξει το φρούριο της Ακροκορίνθου από την 1 Απριλίου. Εκεί αποκλείστηκε από τα Ελληνικά στρατεύματα κατά την μακρόχρονη πολιορκία της πόλης. Εκείνης που ξεκίνησε εντατικά από τις αρχές του μηνός Ιουνίου, επικοινωνώντας δια αγγελιοφόρων με την έδρα της διοίκησής του. Μάλιστα, είχε ορισθεί αμοιβή για την σύλληψή του λόγω της βαρύνουσας σημασίας της διαπρεπούς προσωπικότητάς του.
Κατά την άλωση της Τριπολιτσάς στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, ο άλλοτε κραταιός Οθωμανός κυρίαρχος της Κορινθίας αιχμαλωτίστηκε. Κρατήθηκε φυλασσόμενος υπό την εποπτεία του Μυστριώτη ιατρού και αγωνιστή Παναγιώτη Γιατράκου (1790/91 – 1851), ο οποίος τον μεταχειρίστηκε αξιοπρεπώς κατόπιν διαπραγματεύσεων και άλλων παρασκηνιακών ενεργειών.
Αναγκάστηκε να υπογράψει την παράδοση του φρουρίου της Κορίνθου στις 14 Ιανουαρίου 1822. Τα κλειδιά του φρουρίου παρέλαβε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης από τον επικεφαλής αξιωματούχο των Τούρκων πολιορκημένων Ασλάν Μπέη. Ο αιχμάλωτος Κιαμήλ Μπέης παραδόθηκε από τον Γιατράκο στην νεοσύστατη Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος στις 19 Φεβρουαρίου 1822. Εγκλείστηκε σε φυλακή στην Επίδαυρο και στην συνέχεια στο κάστρο της Ακροκορίνθου.
Θησαυρός του Κιαμήλ Μπέη: Πληρωμή για την επανάσταση
Ωστόσο τα έσοδα από την δήμευση της πλούσιας κινητής περιουσίας του δεν ήταν τα προσδοκόμενα. Αυτό, διότι δεν αποτράπηκε η ανεξέλεγκτη λαφυραγώγηση από τους εισβάλοντες επαναστάτες, παρά την ληφθείσα απόφαση του συμβουλίου των οπλαρχηγών από τον παρελθόντα Δεκέμβριο, στην οποία καθορίζονταν ότι αν η Ακροκόρινθος παραδοθεί με συνθήκη και δεν κυριευτεί με έφοδο, τότε όλα τα λάφυρα θα αποδίδονταν υπέρ του δημόσιου ταμείου για την ενίσχυση των πολεμοφοδίων της επανάστασης.
Η αξία των κατασχεμένων ποσών, πολύτιμων λίθων, σκευών και λοιπών τιμαλφών αποτιμήθηκε στα 2.000.000 γρόσια, εκ των οποίων διασώθηκαν τα μισά από την περαιτέρω διασπάθιση με πρωτοβουλία του Δημητρίου Υψηλάντη (1794 – 1832). Αυτά τα περιορισμένα χρηματικά διαθέσιμα δαπανήθηκαν για τις απαιτούμενες επισκευές και την ενίσχυση των οχυρώσεων του φρουρίου της Ακροκορίνθου και περίσσεψαν μόλις 40.000 γρόσια σε πολύτιμους λίθους, που προσκομίστηκαν ως ελάχιστο βοήθημα στις νήσους του Ελληνικού στόλου.
Έκτοτε άπαντες οι κυβερνώντες και οι αγωνιστές εποφθαλμιούσαν τους τυχόν κρυμμένους θησαυρούς του Κιαμήλ Μπέη, υποβάλλοντας τον ίδιο και τα μέλη της οικογένειάς του σε δοκιμασίες, προκειμένου να μαρτυρήσουν οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες.
Θησαυρός του Κιαμήλ Μπέη: Το μυστικό και το μήνυμα
Παρά τις κακουχίες που υπέστη, ο Κιαμήλ Μπέης δεν παραδέχονταν ότι κρατούσε ασφαλισμένο κάποιο επιπλέον καταπίστευμα με την περιουσία του. Αρνούνταν να αποκαλύψει το επιζητούμενο μέρος, περιπαίζοντας και επιτιμώντας τους ανακριτές του, έχοντας πλήρη επίγνωση των πεπραγμένων του ως Οθωμανός κυρίαρχος της Κορινθίας.
Η απάντησή του προς υπεύθυνους της φύλαξής του είναι ενδεικτική: «Ούτε η γυναίκα μου ούτε η μάνα μου γνωρίζουν πού έχω τους θησαυρούς και είναι ανώφελο να ξεσπάτε την οργή σας πάνω σε αθώους ανθρώπους. Ό,τι όρους και να μου θέσετε, δεν θα συμφωνήσω, καθώς βλέπω πως ποτέ δεν τηρείτε τον λόγο σας. Είμαι σίγουρος πως είτε σας αποκαλύψω αυτά που θέλετε, είτε όχι, θα θανατωθώ σε κάθε περίπτωση. Έτσι επιλέγω να πεθάνω με την ικανοποίηση ότι δεν θα σας κάνω πλουσιότερους.
Ωστόσο, ένα πράγμα να θυμάστε ότι αντιμετώπισα το λαό μου ως υπηκόους και όχι ως σκλάβους. Αν όλοι οι Μπέηδες είχαν αντιμετωπίσει τους Έλληνες όπως εγώ, αυτή η επανάσταση ποτέ δεν θα είχε ξεσπάσει». Στις 3 Ιουνίου 1822 διατάσσεται από το Βουλευτικό σώμα της Προσωρινής Ελληνικής Διοίκησης, που έδρευε τότε στο Άργος, να αποσταλεί ένας εκατόνταρχος με συνοδεία 50 ανδρών για να προσάγει εκεί τον Κιαμήλ με τους γιούς του και όλους τους σημαντικούς επίφοβους Τούρκους, αλλά αυτή η εντολή δεν υλοποιήθηκε προεξοφλώντας την μοιραία κατάληξη του ονομαστού κρατούμενου.
Θησαυρός του Κιαμήλ Μπέη: Η δολοφονία
Στις 6 Ιουλίου 1822, ο διαβόητος Μαχμούτ Πασάς Δράμαλης (1780 – 1822) διάβηκε τον Ισθμό επικεφαλής μίας ισχυρής Τουρκικής στρατιάς και στρατοπέδευσε στην Κόρινθο. Ο διατελών φρούραρχος της Ακροκορίνθου, ιερωμένος και δάσκαλος Ιάκωβος Θεοδωρίδης, που έφερε το βαρύγδουπο προσωνύμιο «Αχιλλέας», τρομοκρατείται στην θέα των πολυπληθών εχθρικών δυνάμεων και θέλοντας να γλιτώσει την ζωή του, αποφασίζει να εγκαταλείψει το στρατηγικό φρούριο αμαχητί στα χέρια του Δράμαλη.
Επάνω στον πανικό του, δεν αποτολμά να σκοτώσει ο ίδιος ή να παραλάβει σιδηροδέσμιο τον Κιαμήλ Μπέη, παρά προστρέχει να εξοντώσει τα χαρέμια του, χωρίς να καταφέρει ούτε και αυτό. Στις 7 Ιουλίου 1822 συγκεντρώνει τους 150 στρατιώτες του και διαφεύγει βιαστικά από το κάστρο. Πριν την αποχώρηση του, ο Κιαμήλ Μπέης φονεύεται εν ψυχρώ μέσα στο κρατητήριο του, προκειμένου να μην ενισχυθούν με το κύρος και την οικονομική υποστήριξή του οι τάξεις του Οθωμανικού στρατεύματος, από τον πρώην υπηρέτη του Δημήτριο Μπενάκη, τον υποφρούραρχο Διαμαντή Λάλακα και τον ηγούμενο της μονής Φανερωμένης Παρθένιο Βλάχο, οι οποίοι ενέργησαν σε συνεννόηση με τον κατ’ επίφαση «Αχιλλέα».
Θησαυρός του Κιαμήλ Μπέη: Το πηγάδι και οι θρύλοι
Την επόμενη ημέρα, ο Δράμαλης εισέρχεται θριαμβευτικά και με κάθε επισημότητα στο φρούριο της Ακροκορίνθου ως ελευθερωτής. Τον υποδέχεται εγκάρδια η μητέρα του Κιαμήλ, Νουρή Μπεγίνα, μαζί με την χήρα του, Γκιούλ Χανούμ, ντυμένες με πολυτελέστατα πέπλα και περιστοιχιζόμενες από πλούσια στολισμένες θεραπαινίδες.
Η δε Γκιούλ Χανούμ φέρεται να υπέδειξε στον Δράμαλη ένα πηγάδι, από όπου ανασύρθηκαν 40.000 απιθωμένα πουγκιά γεμάτα με χρυσά νομίσματα και για να τιμήσει την γενναιόδωρη πράξη της, ο Οθωμανός στρατάρχης την παντρεύτηκε επάνω στον οχυρό βράχο της Ακροκορίνθου με ανατολίτικη μεγαλοπρέπεια.
Πάντως, ήδη από εκείνη την περίοδο, δημιουργήθηκαν πλείστοι θρύλοι γύρω από τους απροσμέτρητους θησαυρούς του Κιαμήλ Μπέη, σύμφωνα με τους οποίους ένα μεγάλο μέρος τους είναι ακόμα κρυμμένο σε ποικίλες τοποθεσίες της Κορινθίας και είναι αρκετοί οι σύγχρονοι χρυσοθήρες που ψάχνουν να τους ανακαλύψουν.
Σε μία από αυτές τις διαδόσεις, εικάζεται ότι σε μία σπηλιά μέσα στο αισθητικό δρυοδάσος Μονγγοστού, σε απόσταση 18,5 χιλιομέτρων δυτικά του Κιάτου, υπάρχει θαμμένη μία μυθώδης ποσότητα 1.000.000 Οθωμανικών χρυσών λιρών, 500 ταλάντων, 280 Βενετσιάνικων νομισμάτων και ένα μικρό κιβώτιο 20 Χ 20 εκατοστών πλήρες από σμαράγδια. Αν και πραγματοποιήθηκαν κάποιες ανεπιτυχείς προσπάθειες ανεύρεσης του υποτιθέμενου «θησαυρού», εντούτοις αυτός παραμένει στην σφαίρα της φαντασίας των επίδοξων καιροσκόπων.
Η περιουσία και η αιχμαλωσία στην Τριπολιτσά
Είχε μεγάλη ακίνητη περιουσία όχι μόνο στην Κόρινθο αλλά και στην Αρκαδία την Αθήνα και την Λιβαδειά ενώ εκμεταλλευόταν φορολογικά και περιοχές στην Κορινθία, την Αρκαδία και την Μεσσηνία. Τόσο ο Δεληγιάννης που ήταν ο αντίπαλος του όσο και ο Ρήγας Παλαμήδης αναφέρονται σε αυτόν με αρνητικούς χαρακτηρισμούς.
Αντίθετα η διοίκηση του αποτιμάται θετικά από ξένους περιηγητές και ιστορικούς, καθώς θεωρούν ότι η μακροχρόνια άσκηση της εξουσίας από την οικογένειά του συνέβαλε στην επιδίωξη μακροπρόθεσμης ευημερίας και όχι σε πρόσκαιρη εκμετάλλευση του τόπου. Ο Κιαμηλ Μπέης βρισκόταν εντός της Τριπολιτσάς κατά την άλωση της.
Η αιχμαλωσία του ήταν σημαντική για το απελευθερωτικό αγώνα γι’ αυτό και ορίστηκε αμοιβή για τη σύλληψη του. Τελικά συνελήφθη και κρατήθηκε αιχμάλωτος ενώ το 1822 απεβίωσε.
Το Πυργόσπιτο στη Συκιά
Ο Πύργος του στη Συκιά Κορινθίας αποτελούσε ένα από τα σπίτια που είχε στην ιδιοκτησία του καθώς απολαμβάνετε την εκτίμηση του Σουλτάνου. Πρόκειται για μία οχυρή κατοικία κάτοψης σχήματος Τ, που σχηματίζεται από ένα μεγάλο ορθογώνιο κτίριο, στο οποίο προσαρτάται ένας μικρότερος ορθογώνιος Πύργος.
Το κτίριο κατασκευάστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα και έκτοτε δέχθηκε αρκετές παρεμβάσεις. Σημειώνεται πως αυθεντική οροφή έχει αντικατασταθεί λόγω υποχώρησης της. Το ισόγειο αποτελείται από δύο δωμάτια στο ένα από τα οποία ενσωματώνεται μία ορθογώνια κατασκευή, πιθανόν δεξαμενή.
Ο δεύτερος όροφος απαρτίζεται από έναν προθάλαμο και δύο δωμάτια. Και τα δύο είχαν εστία, μάλιστα η ημικυκλική προεξοχή της καμινάδας στην εξωτερική πλευρά του Νοτίου δωματίου ήταν περίτεχνα κοσμημένη.
Για την κατασκευή του πύργου χρησιμοποιήθηκαν αργοί λίθοι εκτός από τα πλαίσια των παραθύρων και τους γωνιαίους λίθους που είναι λαξευμένοι.
Ψάχνοντας τον αμύθητο θησαυρό
Η αμύθητη περιουσία του, από Χρύσα γρόσια, πουγκιά με γεμάτα χρυσά νομίσματα, βενετσιάνικοι λίθοι και κούτες με σμαράγδια αναζητείται εδώ και 200 χρόνια από γενιές και γενιές Ελλήνων.
Ακόμα και ο Κολοκοτρώνης, επιφανείς επαναστάτες του 1821 αλλά και χιλιάδες απλοί Έλληνες έζησαν με την αναζήτηση του μεγάλου αυτού θησαυρού που θα άλλαζε την πορεία του ελληνικού έθνους.
Πρόσφατο τραγικό παράδειγμα πριν λίγα χρόνια ο θάνατος των τεσσάρων φίλων που πιθανότατα αναζητούσαν θησαυρό του Κιαμήλ Μπέη που λέγεται πως έχει θαφτεί στην περιοχή στην άγνωστη σπηλιά στο Άνω Καρμπουνάρι Λουτρακίου.